Ὁ Ἃγιος ἱερομάρτυς καί ἰσαπόστολος Κοσμᾶς γεννήθηκε τό 1714 στό χωριό Μέγα Δένδρο τῆς ὀρεινῆς Τριχωνίδος τῆς Αἰτωλίας, ἀπό τήν ὁποία ἐπονομάζεται καί Αἰτωλός. Ἀλλά καί τό διπλανό χωριό Ταξιάρχης τόν διεκδικεῖ ὡς βλάστημά του, μέ ἀποτέλεσμα τά δύο χωριά νά φιλονικοῦν σέ μεγάλο βαθμό μεταξύ τους.
Οἱ γονεῖς του, Ἠπειρῶτες στήν καταγωγή, ἦταν πιστοί καί εὐσεβεῖς Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί καί τόν ἀνέθρεψαν σύμφωνα μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ὁ πατέρας του ὀνομαζόταν Δημήτριος καί ἀσκοῦσε τό ἐπάγγελμα τοῦ ὑφαντῆ.
Ὁ Κώνστας ἢ Κωνσταντῖνος Δημητρίου Ἀνυφαντῆς, ὃπως λεγόταν ὁ Ἃγιος Κοσμᾶς πρίν ἀκόμα γίνει μοναχός, ἒμαθε τά πρῶτα γράμματα στό μοναστήρι τῆς πατρίδας του καί κυρίως στό μοναστήρι τοῦ Τιμίου Προδρόμου τῆς Δερβέκιστας, ὃπου μαζί μέ τίς νουθεσίες τῶν γονέων του ρίζωσε στήν καρδιά του ὁ πόθος γιά τήν μοναχική ζωή καί ἡ ἀγάπη γιά ἀνώτερη μόρφωση. Ἒτσι σέ ἡλικία 8 ἐτῶν, οἱ γονεῖς του τόν ἒστειλαν στήν Μονή τῆς Παναγίας Σεγδίτσας Παρνασσίδος, ὃπου ὑπῆρχε σχολεῖο καί ἐπί μία δεκαετία μαθήτευσε κοντά στόν ἱεροδιδάσκαλο Λύτσικα. Κατόπιν φοίτησε στήν σχολή τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ἁγίας Παρασκευῆς στά Βραγγιανά τῶν Ἀγράφων, τήν ὁποία εἶχε ἱδρύσει ὁ συμπατριώτης του Εὐγένιος ἢ Γιαννούλης ὁ Αἰτωλός. Στήν σχολή αὐτή διδάχθηκε «ἀνώτερα μαθήματα φιλοσοφίας, ἀρχαίων Ἑλληνικῶν, θεολογικῶν, φυσικομαθηματικῶν, στοιχείων ἰατρικῆς καί ἂλλων ἐγκυκλοπαιδικῶν γνώσεων»(1). Δάσκαλός του ἦταν ὁ σοφός κληρικός Ἀνανίας ἢ Δερβισᾶνος. Ὃταν τελείωσε τήν σχολή, δίδαξε ὡς ὑποδιδάσκαλος στό σχολεῖο τῆς Λαμποτινᾶς τῆς Ναυπακτίας, καθώς καί σέ ἂλλα χωριά.
Σέ ἡλικία 29 ἐτῶν, ἐγκατέλειψε τήν πατρίδα του καί ἀνεχώρησε γιά τό Ἃγιον Ὂρος. Ἐπιθυμία του ἦταν νά συνεχίσει τίς σπουδές του στήν περίφημη Ἀθωνιάδα Σχολή, ἡ ὁποία ἦταν ἓνα εἶδος πανεπιστημίου τοῦ καιροῦ ἐκείνου. Ὁ Κώνστας, μέ μεγάλο ζῆλο, παρακολούθησε, ἐπί μία περίπου ἑξαετία, τά πανεπιστημιακά μαθήματα ἀπό τούς διάσημους διδασκάλους τοῦ Γένους, τόν Εὐγένιο Βούλγαρη, τόν Παναγιώτη Παλαμᾶ, τόν Νικόλαο Τζαρτζούλη, καθώς καί τόν Νεόφυτο Καυσοκαλυβίτη. Παράλληλα δέ μέ τά μαθήματα τῆς Σχολῆς, μελετοῦσε τό Ἱερό Εὐαγγέλιο καί τούς Ἁγίους Πατέρες.
Μετά τήν ἀποφοίτησή του ἀπό τήν Ἀθωνιάδα, ἐκάρη μοναχός τό 1759 στήν Ἱερά Μονή Φιλοθέου καί ἒλαβε τό ὂνομα Κοσμᾶς. Ἀργότερα, ὑπέκυψε στίς παρακλήσεις τῶν Πατέρων τῆς Μονῆς καί χειροτονήθηκε ἱερέας. Στήν Μονή ἀγωνίσθηκε τόν καλόν ἀγώνα τῆς ἀσκήσεως, πού τοῦ ἀπέφερε πλούσιους πνευματικούς καρπούς καί συνετέλεσε ὣστε νά προετοιμασθεῖ κατάλληλα γιά τήν μετέπειτα μεγάλη ἀποστολή του. Ὃμως, ἡ γεμάτη ἀγάπη καρδιά τοῦ Ἁγίου δέν τοῦ ἐπέτρεψε νά ζήσει στήν πνευματική γλυκύτητα τῆς μοναχικῆς πολιτείας γιά πολύ χρόνο, ἐπειδή γνώριζε ὃτι «τό Γένος κινδύνευε τόν ἒσχατο κίνδυνο. Ἀπό τήν μιά οἱ Τοῦρκοι, ἀπ’ τήν ἂλλη ὁ διαφωτισμός -ὁ ἂθεος διαφωτισμός- τῆς Γαλλίας. Ἡ πίστις ὑποχωροῦσε. Ἡ ἑλληνική γλῶσσα ἠφανίζετο. Ἦσαν καί οἱ ξένες προπαγάνδες. Παπικοί μισσιονάριοι, λουθηροκαλβίνοι ψευδοϊεραπόστολοι ἐκμεταλλευόμενοι τήν φτώχεια τοῦ λαοῦ ἒμπηγαν τά γαμψά καί μολυσμένα νύχια τους στίς ἂχραντες καί ἀμίαντες σάρκες τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ.»(2). Ἀλλά ὁ μεγαλύτερος καί φοβερώτερος κίνδυνος πού ἀπειλοῦσε μέ ὁλοκληρωτική ἐξαφάνιση το Γένος, ἦσαν οἱ ἐξισλαμισμοί. Ὁλόκληρα χωριά καί περιοχές μαζί μέ τούς ἱερεῖς τους ἀλλαξοπιστοῦσαν χάνοντας μαζί μέ τήν πίστη τους καί τήν ἐθνική τους συνείδηση καί τήν γλώσσα.
Ὁ εὐλογημένος Κοσμᾶς ἒνοιωσε τότε ἐπιτακτική ἀνάγκη νά βγεῖ στόν κόσμο, ἒστω καί μέ δική του πνευματική ζημία, γιά νά βοηθήσει μέ κάθε τρόπο τούς σκλαβωμένους ὁμοεθνεῖς του, τό Γένος ὁλόκληρο, τήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ. Τούς ἐνδόμυχους πόθους του ἐκμυστηρεύθηκε στούς πνευματικούς του πατέρες. Μέ τήν εὐλογία τους, μετά ἀπό κάποια θεϊκή πληροφορία, ξεκίνησε γιά τήν Κωνσταντινούπολη, ὓστερα ἀπό παραμονή 17 ἐτῶν στό Ἃγιον Ὂρος. Ἐκεῖ συναντήθηκε μέ τόν ἀδερφό του Χρύσανθο, ὁ ὁποῖος ἦταν δάσκαλος στήν Πατριαρχική Σχολή. Ὁ Πατριάρχης Σεραφείμ ὁ Β’ τοῦ ἒδωσε γραπτή ἂδεια κηρύγματος, καθώς καί οἱ μετέπειτα πατριάρχες Σαμουήλ καί Σωφρόνιος ὁ Β΄.
Ἒτσι τό 1760 ὁ Ἃγιος Κοσμᾶς, ὁ νέος Ἀπόστολος Παῦλος, σέ ἡλικία 46 ἐτῶν ἂρχισε τήν μεγάλη ἱεραποστολική του δράση. Κρατώντας μονάχα ἓνα ραβδί στό χέρι του, πεζοποροῦσε χειμώνα-καλοκαίρι, ἀκούραστα, μέ τίς πλέον δυσμενεῖς καί σκληρές συνθῆκες, σάν νά ἦταν κατασκευασμένος ἀπό γρανίτη. Περιόδευσε ὁλόκληρη σχεδόν τήν σκλαβωμένη Ἑλλάδα, σέ πόλεις, χωριά καί μέρη ἀπάτητα καί ἂγνωστα. Πέρασε ἀπό τά νησιά τοῦ Αἰγαίου καί τοῦ Ἰονίου πελάγους καί ἒφθασε μέχρι τό Βεράτιο καί τήν Αὐλώνα, σπέρνοντας παντοῦ τόν λόγο τοῦ Εὐαγγελίου μέ ἀπαράμιλλο ζῆλο.
Ὃπου πήγαινε, ἀπερίγραπτος ἦταν ὁ ἐνθουσιασμός τοῦ λαοῦ. Τόν ἀκολουθοῦσαν ἀπό χωριό σέ χωριό χιλιάδες ἂνθρωποι καί μαζί τους σαράντα ἓως πενῆντα ἱερεῖς καί μοναχοί. Ὁ λαός συγκεντρωνόταν στήν ὓπαιθρο καί κυριολεκτικά ρουφοῦσε τούς ἁπλούς, χαριτωμένους καί γλυκεῖς λόγους τοῦ Πατροκοσμᾶ. Ὁ μικρόσωμος ἱεραπόστολος κήρυττε πάντοτε κάτω ἀπό τήν σκιά τοῦ Σταυροῦ (τόν ὁποῖο ὓψωνε πρίν ἀκόμη ἀρχίσει τό κήρυγμά του) ἀνεβασμένος σ’ ἓνα πτυσσόμενο κάθισμα, πού ὁ Κούρτ-πασᾶς τοῦ εἶχε χαρίσει.
Κήρυττε τίς ἀλήθειες τῆς χριστιανικῆς πίστεως καί δίδασκε τήν ἀγάπη πρός τόν Θεόν καί τόν πλησίον. Πολύ χαρακτηριστικά ρωτοῦσε στίς διδαχές του: «Ἐδῶ Χριστιανοί μου, πῶς πηγαίνετε; Ἒχετε τήν ἀγάπη ἀνάμεσά σας;». Οἱ μαθητές του κρατοῦσαν σημειώσεις καί ἒτσι διασώθηκαν οἱ διδαχές του συνοδευόμενες ἀπό ἀναρίθμητα θαύματα καί προφητεῖες, πολλές ἀπό τίς ὁποῖες ἀναφέρονται στήν ἀπελευθέρωση τοῦ Γένους καί στίς νέες ἐφευρέσεις (ὃπως στό τηλέφωνο, στό ἀεροπλάνο κ.λπ.). Οἱ ὑπόδουλοι Ἓλληνες ἒβλεπαν στό πρόσωπό του, ὂχι μόνο τόν θεόπνευστο κήρυκα, ἀλλά καί τόν συμπαραστάτη, τόν εὐεργέτη, τόν ἀδελφό. Τά φλογερά κηρύγματά του, συνδυασμένα μέ τήν ἁγιασμένη ζωή του ἠλέκτριζαν τίς καρδιές τῶν ἀκροατῶν, ἀκόμη καί αὐτῶν τῶν ληστάρχων καί εἶχαν σπουδαῖα ἀποτελέσματα. Ὁ Ἂγιος Κοσμᾶς, ἡ βακτηρία τῶν σκλάβων, ἀναπτέρωσε τούς σκλαβωμένους δίνοντάς τους τήν ἐλπίδα γιά «τό ποθούμενο», ἀφύπνισε τό ὑπόδουλο Ἒθνος καί κατέβαλε ὑπεράνθρωπες προσπάθειες, ἐπί 19 ὁλόκληρα ἒτη γιά νά ἐπαναφέρει τούς Ἓλληνες στόν σωστό δρόμο. Τό σπουδαιότερο ὃμως ἒργο του ἦταν ὃτι ἀναχαίτισε τό τεράστιο ρεῦμα τοῦ ἐξισλαμισμοῦ καί συγκράτησε τόν λαό στήν ὀρθόδοξη πίστη. Μέ δικές του ἐνέργειες κτίσθηκαν 210 ἑλληνικά σχολεῖα, γιά τήν ἐκμάθηση τῶν ἀρχαίων ἑλληνικῶν καί 1.100 δημοτικά σχολεῖα. Κατασκευάσθηκαν ἐπίσης 4.000 κολυμβῆθρες, ἐνῶ χιλιάδες δένδρα φυτεύθηκαν καί ἑκατοντάδες ἐμβολιάσθηκαν καί ἒγιναν καρποφόρα.
Ὁ Ἃγιος Κοσμᾶς ἀπελάμβανε μεγάλου σεβασμοῦ ἀκόμη καί ἀπό τούς Τούρκους. Οἱ Βενετοί ὃμως πού κατεῖχαν τά Ἑπτάνησα τόν παρακολουθοῦσαν μέ κατασκόπους˙ μέχρι σήμερα σώζονται τά ἀρχεῖα τους, τά ὁποῖα περιέχουν ἒγγραφα μέ τήν δραστηριότητά του. Ἐπιπλέον τόν μισοῦσαν καί κάποιοι πλούσιοι κοτζαμπάσηδες, οἱ ὁποῖοι εἶχαν συμμαχήσει μέ τούς κατακτητές (Τούρκους καί Ἑνετούς), γιατί ὁ λόγος τοῦ Ἁγίου ἦταν φραγγέλιο, πού μαστίγωνε τήν ἀδικία καί τόν παράνομο πλοῦτο.
Ἐκεῖνοι ὃμως πού τόν μισοῦσαν θανάσιμα, ἦταν κυρίως οἱ Ἑβραῖοι, γιατί καυτηρίαζε τίς ἀνθελληνικές τους ἐνέργειες καί ἐπανέφερε τήν Κυριακή ἀργία ἀπό τό Σάββατο, παρά τήν ἰσχυρή τους ἀντίδραση. Ἒτσι, τόν συκοφάντησαν στίς τουρκικές ἀρχές ὡς ὂργανο τῶν Ρώσων καί ὑποκινητή ἐπαναστάσεως. Προσέφεραν ἐπίσης ἓνα τεράστιο χρηματικό ποσό πρός τόν Κούρτ-πασᾶ τοῦ Βερατίου καί κατόρθωσαν νά πετύχουν τήν θανάτωσή του τό 1779. Ὃταν οἱ στρατιῶτες τόν ὁδήγησαν στόν τόπο τῆς καταδίκης, ὁ Ἃγιος εὐχαρίστησε τόν Θεόν, εὐλόγησε τά τέσσερα σημεῖα τοῦ κόσμου καί οἱ δήμιοι τόν κρέμασαν σ’ ἓνα δένδρο στό χωριό Κολικόντασι. Τό λείψανό του τό ἒρριξαν στόν ποταμό Ἃψο. Μετά τρεῖς ἡμέρες ὁ ἱερέας τοῦ χωριοῦ τό βρῆκε ἀκέραιο νά ἐπιπλέει ὂρθιο στά νερά τοῦ ποταμοῦ, παρά τήν μεγάλη πέτρα πού εἶχαν δεμένη στόν λαιμό του. Τόν ἐνταφίασαν μέ τιμές στήν Μονή τῆς Θεοτόκου Ἀνδρονίτσας τῆς Βορείου Ἠπείρου, ἀπ’ ὃπου καί ἒγινε ἡ ἀνακομιδή τῶν λειψάνων του τό 1813. Ἀργότερα στόν τόπο ἐκεῖνο ὁ Ἀλῆ-πασᾶς τῶν Ἰωαννίνων ἀνήγειρε μεγαλοπρεπῆ ναό, σέ ἒνδειξη τῆς εὐνοίας καί τοῦ θαυμασμοῦ του πρός τόν Ἃγιο.
Ἡ Ἐκκλησία τιμᾶ τήν μνήμη τοῦ Ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ, τοῦ ἰσαποστόλου, τοῦ ἐθναποστόλου καί ἱερομάρτυρος, τήν 24η Αὐγούστου.
ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ
(1+2) Μοναχοῦ Μωϋσέως Ἁγιορείτου, Βατοπαιδινό Συναξάρι, Ἱερά Μεγίστη Μονή Βατοπαιδίου, Α’ Ἒκδοση 2007, σελ. 255 καί 257.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:
1. Α. Μαρτίνου, Θρησκευτική καί Ἠθική Ἐγκυκλοπαίδεια, τόμος 7ος, Άθῆναι 1965, στήλη 894-898.
2. Μεγάλη Ἑλληνική Ἐγκυκλοπαίδεια «ΠΥΡΣΟΣ», Τόμος Β’, 1927, λῆμμα «Αἰτωλός Κοσμᾶς», σελ. 915.
3. Μαρία Α. Μαμασούλα, Οἱ δρόμοι τοῦ Πατροκοσμᾶ στή σκλαβωμένη Ρωμιοσύνη - Ἀπό τό Μέγα Δένδρο ὡς τό Κολικόντασι, ἐκδόσεις Σ. Σταμούλη, 2007.
4. Ὁ Ἃγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, Θέρμον Αἰτωλίας, Ἐκδόσεις Ὀρθοδόξου Φιλανρωπικοῦ Συλλόγου ΜΙΚΡΑ ΖΥΜΗ, Θ’ Ἒκδοσις, Φεβρουάριος 2010.
5. Κώστα Σαρδελῆ, Τό Συναξάρι τοῦ Γένους, Ἐκδόσεις Ἁρμός, 2000, σελ. 227-250.
6. Ἐπισκόπου Αὐγουστίνου Ν. Καντιώτου, Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, Ἒκδοσις Ὀρθοδόξου Ἱεραποστολικῆς Ἀδελφότητος «Ο ΣΤΑΥΡΟΣ», Ἀθῆναι 2000, Ἒκδοσις ΚΓ’.
7. Κωνσταντίνου ΗΡ. Δεσπότου, Ἃγιοι τῆς Ἠπείρου, Β’ Ἒκδοση, Θεσσαλονίκη 2009, σελ. 172-184.
8. Μοναχοῦ Μωϋσέως Ἁγιορείτου, Οἱ Ἃγιοι τοῦ Ἁγίου Ὂρους, Ἐκδόσεις Μυγδονία 2008, Α’ Ἒκδοση, σελ. 487-492.
9. Ἑλλάδα, Ἱστορία καί Πολιτισμός – Τουρκοκρατία, Ε’ Τόμος, Ἐκδόσεις Παγκόσμια Σύγχρονη Παιδεία – ΜΑΛΛΙΑΡΗΣ 1995, σελ. 176.
10. Χαραλάμπους Δ. Βασιλοπούλου, Ὁ Ἃγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, Ἐκδόσεις «Ὀρθοδόξου Τύπου», Ἀθῆναι, Θ’ Ἒκδοσις.
ΚΙ ΕΝΑ ΠΟΛΥ ΩΡΑΙΟ ΒΙΝΤΕΟ ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΑΤΡΟΚΟΣΜΑ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου