Γέροντος Παϊσίου Ἁγιορείτου (+ 1994)
(ἀπὸ ἐπιστολή του)
«Ὁ ἄνθρωπος, ποὺ δὲν πιστεύει στὸ Θεὸ καὶ στὴ μέλλουσα αἰώνια ζωή,
καταδικάζει αἰώνια τὴν ψυχή του, καὶ μένει ἀπαρηγόρητος καὶ σ’ αὐτὴ τὴ ζωή.
Νομίζω ὅτι ὅλη ἡ προσπάθεια πρέπει νὰ γίνῃ σ’ αὐτὴ τὴν κατεύθυνση, διότι
βλέπουμε σχεδὸν ὅλη τὴν Εὐρώπη ποὺ διέθεσε ὅλη τὴν ἐπιστήμη (τὴν ἀνθρώπινη
γνώση), γιὰ νὰ διορθώση [δῆθεν] τὴν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ γιὰ νὰ μὴν εἶναι [ἐν.
ἐπειδὴ δὲν εἶναι] οἱ ἴδιοι (σχεδὸν ὅλοι) στραμμένοι πρὸς τὸν Θεόν, καὶ [γιὰ] νὰ
[μὴ] ζητᾶνε καὶ τὴν θεία Του ἐπέμβαση, ταλαιπωροῦνται συνέχεια, καὶ ταλαιπωροῦν
συνέχεια μικροὺς καὶ μεγάλους καὶ ἀπὸ τὴν φύση [ἐννοεῖ, τὸ φυσικὸ περιβάλλον],
τὴν ὁποία σιγὰ-σιγὰ παραμορφώνουν, ἄρχισαν νὰ παραμορφώνουν καὶ τοὺς ἀνθρώπους,
καὶ νὰ τοὺς «περιποιοῦνται» στὰ ψυχιατρεῖα μὲ ἠλεκτροσόκ. Ὁ Θεὸς νὰ μᾶς ἐλεήση.
Συγχώρεσέ με, τὰ γράφω μὲ πόνο, γιατί βλέπω τὴν καημένη τὴν νεολαία ἐγκαταλειμμένη ἀπὸ πνευματικούς, γιατί οἱ
περισσότεροι [πνευματικοὶ] ἀσχολοῦνται μὲ τὴν πρόνοια (ἐνῶ ὑπάρχει ἡ κοινωνικὴ
πρόνοια καὶ κάνει πιὸ καλύτερα τὴ δουλειά της στὸν τομέα αὐτό), καὶ τὸ ἔργο τοῦ
πνευματικοῦ (δυστυχῶς), τὸ κάνουν ψυχίατροι, ποὺ οἱ περισσότεροι δὲν
παραδέχονται ψυχή, ἢ τὴν παραδέχονται μὲ τὸν δικό τους τρόπο, καὶ νὰ μὴν ἀναγνωρίζουν
(ἐν.: δὲν ἀναγνωρίζουν) τὴν ἀξία τῆς ψυχῆς, ποὺ μιὰ ψυχὴ ἀξίζει περισσότερο ἀπὸ
ὅλον τὸν κόσμο, καθὼς μᾶς λέει ὁ Χριστός.
Ἐὰν δὲν ὑπῆρχαν καὶ τὰ ψυχολογικὰ
βιβλία, θὰ ἔχουμε λιγότερες αὐτοκτονίες, γιατί πολλοὶ ποὺ τὰ διαβάζουν,
καταδικάζουν τὸν ἑαυτό τους, ἐνῶ ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ διώχνει καὶ τὰ κληρονομικὰ καὶ
σκορπάει καὶ χαρά».
Ἀκολουθοῦν ὑποσημειώσεις ἐπὶ τῆς ὡς ἄνω
ἐπιστολῆς (ἐκ τῆς ὁποίας παρετέθη ἕνα ἀπόσπασμα) ὑπὸ τοῦ Νικ. Ζουρνατζόγλου, ἐκδότου
τῆς παρούσης ἐπιστολῆς τοῦ Γέροντος[1]:
Ὁ Γέροντας, ἐνῶ συνιστοῦσε στοὺς ἀσθενεῖς νὰ
συμβουλεύωνται χριστιανοὺς ἰατρούς -«διότι τοὺς φωτίζει ὁ Θεὸς» κατὰ τὸ λόγιό
του- εἶχε ἐκφράσει ἐπανειλημμένως τὴν ἀπαρέσκειά του πρὸς τὰ «ψυχολογικὰ»
βιβλία, ἀλλὰ καὶ πρὸς αὐτὴ τὴν ἴδια τὴν «ψυχολογία» καὶ τὴν «ψυχιατρικὴ» ἡ ὁποία
ἀσκεῖται ἀπὸ ἐπιστήμονες καὶ ἰατρούς, οἱ ὁποῖοι δὲν πιστεύουν στὴν ὕπαρξη τῆς ἀνθρώπινης
ψυχῆς, ὅπως δέχεται αὐτὴν ἡ θεολογία τῆς Ὀρθόδοξης Ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας. Ὄντας
ὁ ἴδιος βαθὺς γνώστης, Χάριτι Θεοῦ, τοῦ μυστηρίου τῆς ἐνοικούσης στὸν ἄνθρωπο
λογικῆς καὶ νοερᾶς ψυχῆς, τῶν φυσιολογικῶν ἀλλὰ καὶ τῶν παθολογικῶν ἐκδηλώσεών
της, στενοχωριόταν καὶ ὑπέφερε πολύ, ὅταν
ἔβλεπε τὶς βαριὲς ἀστοχίες καὶ τὰ λάθη στὴν ἀντιμετώπιση τῶν ἀσθενῶν αὐτῶν, τὰ ὁποῖα
εἶχαν σοβαρότατες συνέπειες γιὰ τὸν ἀσθενῆ καὶ τὸ περιβάλλον του.
Δεδομένου δὲ ὅτι οἱ
πλεῖστοι ἀκαδημαϊκοὶ δάσκαλοι τῆς ψυχιατρικῆς θεωροῦν ὅτι τὰ «ψυχικὰ φαινόμενα»
ἔχουν μόνον βιολογικὸ ὑπόβαθρο –θεώρηση, ἡ ὁποία συνιστᾶ ἄρνηση τῆς ὕπαρξης ἄυλης,
νοερῆς καὶ λογικῆς ψυχῆς στὸν ἄνθρωπο- ἦταν πολὺ ἐπιφυλακτικὸς ἢ ἀρνητικὸς γιὰ
πολλὲς «θεραπεῖες» ποὺ ἐφάρμοζαν οἱ προαναφερθέντες ψυχίατροι.
Ὁ Γέροντας θεωροῦσε ὅτι τὰ αἴτια τῶν
περισσοτέρων ψυχικῶν ἀσθενειῶν εἶναι πνευματικὰ καὶ ὅτι τὰ «ψυχοφάρμακα» δὲν
θεραπεύουν, ἀλλὰ ἔχουν μόνον κατασταλτικὸ χαρακτήρα, καὶ ὅτι εἶναι
δυνατὸν νὰ χρησιμοποιοῦνται μὲ φειδὼ σὲ περιπτώσεις πασχόντων «ψυχασθενῶν», ἕως
ὅτου καταστῆ ἐφικτὴ ἡ ἐπικοινωνία μὲ αὐτούς.
Ὁ Γέροντας θλίβεται
καὶ πονᾶ, διότι διαπιστώνει ὅτι πολλοὶ πνευματικοὶ (ἐξομολόγοι) ἔχουν ἐγκαταλείψει
τὸ κύριο ἔργο τους -ποὺ εἶναι ἡ διαποίμανση τῶν νέων- καὶ ἀσχολοῦνται μὲ ἔργα
δευτερεύοντα. Ταυτόχρονα δηλώνει τὴν σαφῆ
ἀντίθεσή του πρὸς τὴν ἀνάθεση τοῦ ἔργου τῶν πνευματικῶν σὲ ψυχιάτρους -καὶ
φυσικὰ καὶ πρὸς τὴν περίπου ταυτόσημη μεταποίηση τῶν πνευματικῶν σὲ ψυχιάτρους,
ποὺ ἐπιχειρεῖται στὶς ἡμέρες μας. Τὸ ἀποτέλεσμα εἶναι ν' αὐξάνουν οἱ τρόφιμοι τῶν
ψυχιατρείων καὶ οἱ αὐτοκτονίες, ἐνῶ αὐτὰ θὰ περιορίζονταν δραστικά, ἐὰν ἡ Ἐκκλησία
μας διέθετε πολλοὺς θεοφώτιστους πνευματικούς!
Γράφει ὁ Γέρων Παΐσιος ἀλλοῦ:
«Αυτοί που δεν είναι καλά πνευματικά, είναι
μερικοί Ιερωμένοι που σπουδάζουν ψυχολογία, για να βοηθήσουν τις ψυχές (με
ανθρώπινες τέχνες). Και το παράξενο είναι που οι δάσκαλοί τους οι ψυχολόγοι δεν
πιστεύουν στο Θεό και δεν παραδέχονται ούτε ψυχή ή την παραδέχονται με ένα δικό
τους τρόπο (σχεδόν όλοι). Από αυτήν την πράξη τους, οι Κληρικοί αυτοί
φανερώνουν ότι πνευματικά είναι άρρωστοι και έχουν ανάγκη από Αγιοπατερικές
εξετάσεις και, αφού θεραπευθούν, τότε θα διακρίνουν και μόνοι τους το άρρωστο
αυτό πνεύμα και θα γνωρίσουν παράλληλα και την θεία Χάρη, για να χρησιμοποιούν
στο εξής στις ψυχές που πάσχουν την θεία ενέργεια και όχι τις ανθρώπινες
τέχνες…
[…] Δεν υπάρχει μεγαλύτερη αρρώστια στον κόσμο από
το λογισμό, όταν δηλαδή πείσει ο διάβολος τον άνθρωπο με λογισμούς ότι δεν
είναι καλά. Όπως δεν υπάρχει και ανώτερος γιατρός σ’ αυτές τις
περιπτώσεις από τον έμπειρο Πνευματικό, που εμπνέει εμπιστοσύνη με την
αγιότητά του και πετάει αυτούς τους λογισμούς από τα ευαίσθητα πλάσματα του
Θεού και θεραπεύει ψυχές και σώματα δίχως φάρμακα, με τη Χάρη του Θεού, και
τις εξασφαλίζει και τον Παράδεισο».
(Γέροντος
Παϊσίου «Επιστολές» α’ έκδοση 1994, σελ. 102-103. Πρόκειται για κείμενα που ο
ίδιος ο γέροντας έγραψε με το χέρι του, κι αυτό έχει σημασία. Απόσπασμα από το
βιβλίο του Σωτηρίου Αδαμίδη: «Θεραπευτική των πατέρων & ψυχανάλυση»).
Συνεχίζεται…
[1]
«Κείμενα-Ἐπιστολές», ἐκδ. Ἁγιοτόκος Καππαδοκία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου