"Κρείττων γὰρ ἐπαινετὸς πόλεμος εἰρήνης χωριζούσης Θεοῦ· καὶ διὰ τοῦτο τὸν πραῢν μαχητὴν ὁπλίζει τὸ Πνεῦμα, ὡς καλῶς πολεμεῖν δυνάμενον" Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος

Τετάρτη 26 Απριλίου 2017

Έθνος - Εθνικισμός και Ορθόδοξο φρόνημα


Πρωτ. Γεωργίου Μεταλληνού
Κοσμήτορα της Θεολ. Σχολής του Πανεπ. Αθηνών

 1. Με το κείμενο αυτό θα προσπαθήσω να δώσω απάντηση στο ερώτημα: Γιατί η Ορθοδοξία -«καθ' ό Ορθοδοξία», φυσικά- δεν μπορεί να είναι εθνικιστική.
 Δεν θα επιχειρηθεί, βέβαια, εδώ αποσαφήνιση των όρων: έθνος, εθνισμός, πατριωτισμός, εθνικισμός. Διότι, παρά τη συχνή κακοποίηση τους, στην καθημερινή χρήση, λίγο ή πολύ έχουν περιεχόμενο κοινά αποδεκτό. "Έτσι, οι όροι πατριωτισμός και φιλοπατρία εκφράζουν κάτι σαφές και, όπως πιστεύω, καθολικά δεκτό· την αγάπη προς την πατρίδα, ως τόπο της στενότερης ή ευρύτερης καταγωγής, κάτι που καταφάσκει και η ορθόδοξη παράδοση δια στόματος του αγίου Γρηγορίου του θεολόγου (4ος αι.): «Μητέρα τιμάν των οσίων (=είναι ιερό να τιμά κανείς τη μητέρα του)· μήτηρ δε άλλη μεν άλλου, κοινή δε πάντων (μήτηρ) πατρίς» (Επιστ. 37). Το μόνο, που πρέπει να δηλωθεί, είναι η σαφής διαφοροποίηση στο κείμενο αυτό των ορών «εθνισμός» και «εθνικισμός», διότι ο μεν πρώτος ταυτίζεται με τον «πατριωτισμό», ο δεύτερος όμως κρύβει τη νόσο του μισαλλόδοξου φανατισμού, με όλες τις ευνόητες ταυτίσεις και προεκτάσεις.
 2. Η στάση απέναντι στο «έθνος» και στην «πατρίδα» στο χώρο των κατά παράδοση ορθοδόξων λαών είναι μεν ενσωματωμένη σ' αυτό, που δηλώνει εκκλησιαστικά ο όρος «ορθόδοξο φρόνημα» (πρβλ. Ρωμ. 7,27), ως το περιεχόμενο της συνειδήσεως τους, προϋποθέτει, όμως, τη χριστιανική νοηματοδότηση του όρου «έθνος», ήδη στην αρχή της εμφανίσεως της Εκκλησίας στην ιστορική σκηνή, ως σώματος και κοινωνίας. "Έτσι, «έθνη» αποκαλούνται στην Καινή Διαθήκη, όπως και στη σύγχρονή της εβραϊκή κοινωνία, οι ειδωλολάτρες - εθνικοί, οι μη Ιουδαίοι και μη χριστιανοί. Αυτό εννοεί π.χ. ο Χριστός στην «επί του όρους» ομιλία, λέγοντας:
«πάντα γαρ ταύτα τα έθνη επιζητεί» (Ματθ. 6,32). Την ίδια έννοια έχει και ο λόγος για «έλληνες» στο Ιωάν. 12, 20. Πρόκειται για «εθνικούς» (ειδωλολάτρες) προσηλύτους (Π. Ν. Τρεμπέλα, Υπόμνημα εις το κατά Ιωάννην Ευαγγέλιον, σ. 448/9). Αυτό πρέπει να υπογραμμισθεί για τους σημερινούς εθνικιστές, οι όποιοι, στηριζόμενοι σε ανεπιστημονικές μυθοπλασίες, βλέπουν στο χωρίο αυτό πράγματα άσχετα προς την ιστορική αλήθεια.
 Ο Χριστός παραδόθηκε στα «έθνη» (=εθνικούς) (Ματθ. 20, 19). Η εντολή του, όμως, μετά την ανάσταση του είναι «πορευθέντες, μαθητεύσατε (=κάμετε μαθητές - χριστιανούς) πάντα τα έθνη» (=λαούς) (Ματθ. 28, 19). Σ' όλες αυτές τις περιπτώσεις ο όρος «έθνος» (ή «έθνη») έχει κυρίως πνευματική - θρησκευτική και όχι φυλετική σημασία. Σημαντικό, όμως, είναι, ότι ήδη στην Κ.Δ. χρησιμοποιείται ο όρος «έθνος», πάλι με πνευματική έννοια, αλλά για να δηλώσει το σώμα των πιστών, το «λαό του Θεού», το «έθνος άγιον» (Α' Πέτρ. 2, 9). «Έθνος άγιον» και «λαός του Θεού» ταυτίζονται νοηματικά και σημαίνουν το «σώμα Χριστού», την Εκκλησία, με υπόβαθρο καθαρά α-φυλετικό.
 Έτσι, οδηγούμεθα στο Γαλ. 3, 27 ε., όπου ορίζεται από τον Απ. Παύλο, ότι οι βαπτισμένοι «εις Χριστόν» (=όσοι «πέθαναν» και αναγεννήθηκαν στο σώμα του Χριστού) έχουν ντυθεί τον Χριστό και, έτσι, «ουκ ένι Ιουδαίος ή Έλλην». Μέσα στην Εκκλησία δεν υπάρχουν πια διαφορές (φυλετικές - ταξικές), αφού η ιδιότητα του μέλους της Εκκλησίας ενώνει, ενώ οι όποιες άλλες ιδιότητες χωρίζουν. Όλα αυτά όμως (όπως και στο Κολ. 3, 11) σε πλαίσια καθαρά υπερεθνικά και αφυλετικά. Οι πιστοί είναι ίσοι ενώπιον του Θεού, ο Οποίος εξ άλλου δεν είναι «προσωπολήπτης», αφού «εν παντί έθνει ο φοβούμενος αυτόν και εργαζόμενος δικαιοσύνην δεκτός αυτώ εστίν» (Πράξ. 10,34). Η πέτρεια έννοια «έθνος άγιον» ταυτίζεται με τον παύλειο όρο «λαός Θεού» (π.χ. Β' Κορ. 6, 16: «...και έσομαι αυτών θεός και αυτοί έσονται μοι λαός». Πρβλ. Α' Πέτρ. 2, 9: «Υμείς δε γένος εκλεκτόν..., οι ποτέ ου λαός, νυν δε λαός Θεού», όπου υπεισέρχεται και ο όρος «γένος», δηλωτικός της νέας –πνευματικής καταγωγής από το «δεύτερο Αδάμ» και γενάρχη της νέας ανθρωπότητας, τον Ιησού Χριστό). Όλ' αυτά τα χωρία, που ενδεικτικά αναφέρθηκαν, σχετίζονται με το νέο έθνος - γένος - λαό, το «σώμα» του Χριστού, που δεν υποκαθιστά τις οποιεσδήποτε ανθρώπινες και ιστορικές σχέσεις, αφού ανάγει σε μια νέα όχι μόνο ενδοϊστορική, αλλά συνάμα και υπεριστορική πραγματικότητα, σε ένα νέο Θεανθρώπινο κόσμο, που ενώνει τους λαούς της γης σε μια ενότητα, θεμελιωμένη στην άκτιστη «θεία Βασιλεία» (χάρη). Ο χαρακτηρισμός των χριστιανών τον 6ο αιώνα «τρίτον γένος» (genus tertium) ενσαρκώνει τη νέα αυτή συνείδηση και την υπέρβαση των φυλετικών διαιρέσεων, αφού οι «αναγεννημένοι» μέσα από την πνευματική «κοιλία» της Εκκλησίας, το βαπτιστήριο (ή την κολυμβήθρα), κληρονομούν από τον Χριστό μια νέα-διαφορετική φύση, που καταργεί την «πεσούσα» φύση του παλαιού Αδάμ.
 Αυτά είναι τα θεμέλια της χριστιανικής ανθρωπολογίας, που ενεργοποιούνται με την ενσωμάτωση του ανθρώπου στην Εκκλησία. Οι ιστορικές - ενδοκοσμικές σχέσεις δεν αναιρούνται, αλλά υπερβαίνονται και ιεραρχούνται. Ο Βαρνάβας, έτσι, και ως απόστολος και συνεργάτης του Παύλου, χαρακτηρίζεται «κύπριος τω γένει» (Πράξ. 4,36), ο ίδιος δε ο Παύλος δεν αποποιείται την καταγωγή του (Γαλ. 1,13 ε.), αφού ο θεός των Χριστιανών, ο «πατήρ» του Ιησού Χριστού (Α΄ Ιωάν. 2, 23), «εποίησεν εξ ενός αίματος παν έθνος ανθρώπων κατοικείν επί παντός προσώπου της γης, ορίσας... τας οροθεσίας της κατοικίας αυτών» (Πράξ. 17, 25 ε.). Με αυτά δηλώνεται η ενότητα του ανθρωπίνου γένους λόγω της κοινής ΟΛΩΝ καταγωγής («εξ ενός» αίματος ή ανθρώπου) και άρα το αβάσιμο και αντιχριστιανικό του φυλετισμού. Οι διαμορφωμένες ιστορικά -και μέσα στη δυναμική της πτώσεως- «εθνότητες» και οι οποιεσδήποτε ανάμεσα τους διαφορές - διακρίσεις δεν προέρχονται από τον ένα και δημιουργό Θεό, αλλά από την αμαρτία. Αυτό εκφράζει ως πανορθόδοξο βίωμα το «κοντάκιο» της Πεντηκοστής: «Ότε καταβάς τας γλώσσας συνέχεε, διεμέριζεν έθνη ο "Ύψιστος· ότε του πυρός τας γλώσσας διένειμεν, εις ενότητα πάντας εκάλεσε...». Αντιπαρατίθενται σ' αυτό το γεγονός της Βαβέλ (Γεν. κεφ. 11) και της Πεντηκοστής (Πράξ. 2, 1 ε.). Στο πνεύμα της Πεντηκοστής (Πράξ. 2,1 έ.) ζει η Εκκλησία, στην αυθεντική της έκφραση, ως Ορθοδοξία.
 Ο όρος «έθνος», μαζί με τα συνώνυμα του, αποφορτίζεται εκκλησιαστικά από το παλαιό νόημα του και αναφορτίζεται (=ενέργεια που χαρακτηρίζει όλη τη θεολογική γλώσσα του Χριστιανισμού) με έννοια πνευματική - πολιτιστική, στα όρια της νέας υπαρξιακής και υπαρκτικής γεννήσεως των Χριστιανών (βλ. Ιωάν. 1,13: «οί εκ Θεού εγεννήθησαν»). Αυτή η νέα συνείδηση και πραγματικότητα εκφράζεται στην Αποκάλυψη (κεφ. 5, 9-10): «...Άξιος ει λαβείν το βιβλίον και ανοίξαι τας σφραγίδας αυτού, ότι εσφάγης και ηγόρασας τω Θεώ ημάς εν τω αίματί σου εκ πάσης φυλής και γλώσσης και λαού και έθνους». Η Εκκλησία, ως σώμα Χριστού, είναι ο νέος κόσμος, η νέα «εν Χριστώ» κοινωνία.
 3. Ιστορική πραγμάτωση της νέας αυτής συνειδήσεως υπήρξε η αυτοκρατορία της Νέας Ρώμης (Ρωμανία / Βυζάντιο). Το «Βυζάντιο», παρ' όλες τις ανθρώπινες ατέλειες και αμαρτίες, νοείται ως μία «Μεγάλη Εκκλησία», μέσα στην οποία προσκομίζεται συνεχώς η ανθρώπινη αμαρτία - αποτυχία, για να μεταμορφωθεί, με τη μετάνοια και την άκτιστη χάρη, σε ζωή εν Χριστώ. Βυζαντινολόγοι, όπως ο Στ. Ράνσιμαν (Βυζαντινή θεοκρατία, Αθήνα 1982) μπόρεσαν να δουν έτσι το «Βυζάντιο», ερμηνεύοντας το «εκ των ένδον» και όχι με τα φραγκολατινικά κριτήρια της αλλοτριωμένης χριστιανικότητας και ελληνικότητας. Στο Χριστιανικό Κράτος της Ρωμανίας συνεχίζεται πληθυσμιακά η δομή της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας: ένας μεγάλος αριθμός λαοτήτων συνθέτει την αυτοκρατορία, ή, αν θέλουμε, κοινοπολιτεία, συνιστώντας εκ των πραγμάτων μία τρισύνθετη ενότητα: πολιτιστική (παρά τις τοπικές ιδιαιτερότητες), κρατική και πνευματική. Ο ελληνιστικός πολιτισμός, ο ρωμαϊκός κρατικός φορέας και η νέα συνείδηση, η Ορθοδοξία, συνθέτουν το «Γένος των Ρωμαίων», δηλαδή των Ορθοδόξων πολιτών της Νέας Ρώμης. Κατά κάποιο τρόπο, η Ρωμαίικη Αυτοκρατορία γίνεται το «πανδοχείο» της ιστορίας (βλ. Λουκ. 10, 24), ενσαρκώνοντας τον αναμενόμενο νέο κόσμο, στα όρια της θεανθρωπότητας. Αυτό είναι βέβαια αισθητό, όπου σώζεται το ορθόδοξο - πατερικό φρόνημα.
 Όλες οι λαότητες της αυτοκρατορίας θα συνδέονται με την κοινή πίστη (ως φρόνημα), σε μια νέα συγγένεια, την εν Χριστώ παγ-γένεια των Ρωμαίων, με σημείο αναφοράς όχι την Παλαιά, αλλά τη Νέα Ρώμη - Κωνσταντινούπολη. Τα «εθνικά» ονόματα δεν διέκριναν τις λαότητες διαιρετικά, αλλά υποδήλωναν τις επαρχίες (αυτό σημαίνει ο όρος «έθνος» στον 34ο αποστολικό κανόνα) και τις γλωσσικές ομάδες. (Η Ρωμανία ποτέ δεν επεδίωξε γλωσσική ομοιομορφία). Η Ορθοδοξία ήταν ο πανενωτικός σύνδεσμος των Ρωμαίων. Και αυτό βιωνόταν εντονότερα, όπου η σχέση με την «πατερικότητα» ήταν ισχυρότερη. Γι' αυτό και το «εθνικό» όνομα «ρωμαίος» ταυτίσθηκε με το περιεχόμενο της νέας «εθνικής» συνειδήσεως, δηλαδή την πίστη. Ρωμαίος (δηλαδή Νεο-Ρωμαίος ή Ρωμηός) σημαίνει ορθόδοξος. Η μακραίωνη διαπάλη μεταξύ Φραγκο-γερμανικού κόσμου και Ρωμαίικης Ανατολής επικεντρώθηκε γι' αυτό στη διεκδίκηση από τους Δυτικούς του ονόματος «ρωμαίος», ταυτόσημου με το «ορθόδοξος», ενώ στη Χριστιανική Ανατολή προσέδωσαν τα ονόματα «Γραικία» και «Γραικός», δηλωτικά όχι του «ελληνισμού» και της «ελληνικότητας», όπως αφελώς θέλουν κάποιοι να πιστεύουν. "Απλά σημαίνουν:
«χώρα των μη (γνησίων) Ρωμαίων και αποσχισθέντων αιρετικών». Βέβαια, αυτά όλα μας τα ξεκαθάρισε με την πρωτοπορειακή επιστημονική ερευνά του ο π. Ι. Ρωμανίδης, αλλά είναι ανάγκη να αναρριπίζονται, διότι δεν έχουν συνειδητοποιηθεί ακόμη από πολλούς ή απορρίπτονται ασυζητητί από τους ευρωπαΐζοντες.
 Οι λαοί της Ρωμανίας / Βυζαντίου, ανάλογα με το βαθμό ορθοδοξοποιήσεώς τους, υπερβαίνοντας το κριτήριο της καταγωγής, εντάσσονταν σε μια άλλη ενότητα, στο εκκλησιαστικό σώμα. Η εκκλησιαστική δε ενότητα επιβίωσε αδιατάρακτα στις σχέσεις των Ορθοδόξων ως το 19ο αιώνα και την έξαρση των εθνι(κι)σμών. Όταν η πατριαρχική εγκύκλιος του 1848 ονομάζει το «λαό» (δηλ. σύνολο το ορθόδοξο εκκλησιαστικό σώμα) «φύλακα» της Ορθοδοξίας, εκφράζει αυτή τη συνεχιζόμενη πραγματικότητα της Ρωμανίας, την υπερφυλετική ενότητα με βάση την πίστη. Αυτή την ενότητα διασπούσε (και διασπά) η αίρεση (κάθε αίρεση) ως νόθευση και, γι' αυτό, απόρριψη της Ορθοδοξίας. Η απόρριψη δε της Ορθοδοξίας είχε ως συνέπεια την ανάπτυξη αντεθνικού ρόλου, όπως συνέβη λ.χ. με τους λεγόμενους «μονοφυσίτες» στα ανατολικά και νότια σύνορα της αυτοκρατορίας ή με τους Βογομίλους στη Βαλκανική (συνεννοήσεις με Νορμανδούς) κλπ.
 Πρέπει δε εδώ να λεχθεί, ότι τα σπέρματα του νεωτέρου εθνικισμού απαντούν στις αρχαίες αιρέσεις και στην αιρετίζουσα διανόηση με την αναίρεση εκ μέρους των της ορθόδοξης καθολικότητας. Έτσι, χωρίς κανένα δισταγμό οι άγιοι Πατέρες αναφέρονταν -και αναφέρονται- στους αγίους του προφητικού Ιουδαϊσμού (Ησαΐα, Μωυσή, Δαβίδ). Ο Έλληνας - καπαδόκης Γρηγόριος Νύσσης θα προβάλλει λ. χ. τον Μωυσή ως πρότυπο θεουμένου. Οι άγιοι Εφραίμ και Ισαάκ, καύχημα της Ορθοδοξίας, ήσαν Σύροι, όπως σήμερα ως σέμνωμα της Ορθοδοξίας θεωρούμε και μεις, οι «εκ καταγωγής» Έλληνες, τον άγιο Σεραφείμ του Σαρώφ ή τον άγιο Σάββα τον Σέρβο. Οι αιρετικοί, όμως, (π.χ. οι Αρειανοί), προετοιμάζοντας την εμφάνιση του αυτοκράτορα Ιουλιανού, θα στρέφονται «μονιστικά» στους αρχαίους "Έλληνες φιλοσόφους, ταυτιζόμενοι κατά κάποιο τρόπο με τους σημερινούς εθνικιστές - αρχαιολάτρες, που απορρίπτουν την Παλαιά Διαθήκη ως «εβραϊκό» (!) βιβλίο και τους "Αγίους της (Προφήτες) ως «εβραίους». Η Π.Δ., όμως, αγία Γραφή ημών των Χριστιανών, οι Προφήτες άγιοι της πίστεως μας, ισόκυροι με τους Αποστόλους και τους Πατέρες μας, οι δε άγιοι Μακκαβαίοι παίδες μαζί με την αγία μητέρα τους Σολομονή και το δάσκαλο τους Ελεάζαρο τιμώνται ως άγιοι της Ορθοδοξίας την 1η Αυγούστου, διότι τα κριτήρια της Ορθοδοξίας ακριβώς δεν είναι εθνικιστικά, αλλά υπερεθνικά.
 Η αίρεση πάντα θα αρνείται την καθολικότητα και, συνεπώς, και την υπερεθνικότητα, κινούμενη σε πλαίσια σαφώς φυλετικά και εθνικιστικά. Αυτό είναι ευδιάκριτο στην πορεία της «χριστιανικής» Ευρώπης και του δυτικού κόσμου ευρύτερα. Η αλλοτρίωση στην πίστη, μετά την εκφράγκευσή της, θα έχει στο χώρο της εθνικής συνειδήσεως σοβαρότατες συνέπειες. Ο όρος «έθνος» θα αποβεί στη Δύση φυλετική κατηγορία (nation - gens). Τι άλλο εκφράζει η «Αγία Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία του γερμανικού έθνους»; Ο Φραγκογερμανικός ρατσισμός, μάλιστα, θα έχει ως βάση το σώμα των «ευγενών», με την τάξη των οποίων θα ταυτισθεί τελικά το «έθνος» (αυτή την έννοια έχει ο όρος «έθνος - nation» στο Λούθηρο). Αναστροφή της πυραμίδας θα γίνει στη Γαλλική Επανάσταση (1789) -στην αρχή της βέβαια- όπου κατά τον Αββά Sieyes ο όρος «nation» ταυτίζεται με την «τρίτη τάξη», χωρίς όμως αλλαγή νοοτροπίας.
 4. Η Ορθόδοξη καθολικότητα είναι η μήτρα, στην οποία κυοφορείται η υπερεθνικότητα. Ο μεγάλος ρωμηός πολιτικός του 19ου αιώνα, ο ληξουριώτης ριζοσπάστης Γεώργιος Τυπάλδος - Ιακωβάτος (1813-1882), συνήθιζε να λέγει: «Είμεθα πρώτα Χριστιανοί (ορθόδοξοι) και μετά Έλληνες», αποκρούοντας το εθνικιστικό σύνθημα των Βενετσιάνων κατακτητών και του νησιού του: «semo prima Veneziani e poi Christiani». Το υπερεθνικό, όμως, στην Ορθοδοξία δεν αναιρεί το εθνικό. Δεν είναι «ανεθνική» η ορθόδοξη πίστη. Δεν καταργεί το εθνικό στοιχείο, αλλά και δεν το αφήνει να λειτουργεί διασπαστικά. Όπου και όταν είναι ακμαίο το ορθόδοξο φρόνημα, εκεί βιώνεται η οικουμενικότητα και ρωμαίικη παναδελφότητα· όπου όμως επικρατεί η ενδοκοσμική προοπτική και εσχατολογία, εκεί κατισχύει η εθνικότητα ως φυλετισμός.
 Η διαχρονικότητα αυτής της ορθόδοξης συνείδησης επιβεβαιώνεται από δύο κείμενα, που απέχουν μεταξύ τους 16 αιώνες, την Προς Διόγνητο Επιστολή (β' αι.) και τις Διδαχές του αγίου Κοσμά του Αιτωλού (ιη' αι.). Στο πρώτο κείμενο ορίζεται, ότι οι Χριστιανοί «πατρίδας οικούσιν ιδίας, αλλ' ως πάροικοι· μετέχουσι πάντων ως πολίται, και πάνθ' υπομένουσιν ως ξένοι- πάσα ξένη πατρίς εστίν αυτών και πάσα πατρίς ξένη». Δεν παύουν, δηλαδή, να είναι «πολίτες» (και πατριώτες), αλλά δεν δένονται με την προσωρινότητα του κόσμου. Αυτό το πνεύμα εκφράζει και ο Πατροκοσμάς: «η πατρίδα μου η ψεύτικη, η γήινη και ματαία, είναι από του Αγίου Άρτης και από την επαρχίαν Αποκούρου... Ημείς, Χριστιανοί μου, δεν έχομεν εδώ πατρίδα. Δια τούτο και ο Θεός μας έβαλεν τον νουν εις το επάνω μέρος, δια να στοχαζώμεθα πάντοτε την ουράνιον βασιλείαν, την αληθινήν πατρίδα μας». Έτσι σκέπτονται οι αυθεντικά ορθόδοξοι, δηλ. οι Άγιοι. Η σκέψη δε αυτή δεν είναι προφανώς εθνικιστική, αλλά ούτε και διεθνιστική. Διότι, όπως ελέχθη, δεν καταργείται ο εθνισμός και η εθνότητα, αλλά ιεραρχείται στο «πραγματικό», που είναι το αιώνιο. Και κανείς δεν μπορεί να κατηγορήσει τον Πατροκοσμά για «εθνική μειοδοσία»!
 Η Εκκλησία, ως εν Χριστώ κοινωνία, με τη λατρεία της κυρίως, διασώζει, εις πείσμα της πολιτικής και διπλωματίας, την ενότητα και οικουμενικότητα της Ρωμανίας / Βυζαντίου, με ενωτικό σύνδεσμο την ορθόδοξη πίστη. Γι' αυτό και παραμένει η Εκκλησία, ως σώμα, «το Βυζάντιο μετά το Βυζάντιο» (Νικ. Γιόργκα). Η Ρωμαίικη αυτοκρατορία συνεχίζεται με ένα άλλο τρόπο υπάρξεως μέσα στην Εκκλησία και μαζί η υπερεθνικότητα και υπερφυλετικότητά της. Μόνο, όταν αποδυναμώνεται η εσωτερική σχέση με την ορθόδοξη παράδοση, τότε ανατρέπονται αυτές οι ισορροπίες.
 5. Έχει, όμως, ιδιαίτερη σημασία το γεγονός, ότι ο «φυλετισμός» (ρατσιστικός εθνικισμός) καταδικάσθηκε συνοδικά στην Κωνσταντινούπολη το 1872, με αφορμή τις πρώτες εκρηκτικές εκφάνσεις του εθνικισμού στη Βαλκανική, το πραξικοπηματικό Ελλαδικό αυτοκέφαλο (1833) και τη Βουλγαρική Εξαρχία (1870). Πρέπει δε να λεχθεί στη συνάφεια αυτή, ότι εμείς οι Έλληνες, κινούμενοι στο σύνδρομο του εξευρωπαϊσμού, καταλύσαμε πρώτοι την υπερεθνική παράδοση της Ρωμηοσύνης, οι πολιτικές δε Ηγεσίες των ορθοδόξων εθνών της Βαλκανικής ακολουθούν με σχολαστική ακρίβεια όλες τις πολιτειοκρατικές αυθαιρεσίες του ελλαδικού χώρου, χρησιμοποιώντας τες μόνιμα ως προηγούμενο. Και αυτό πρέπει να λαμβάνεται σοβαρά υπόψη, όταν διαμαρτυρόμενα για συμπεριφορές, όπως αυτή του Μπερίσα, έναντι του ελληνικού στοιχείου της Αλβανίας...
 Η Σύνοδος του 1872 αντιμετώπισε τον εθνοφυλετισμό (εθνικισμό) ως αίρεση. Βέβαια, αναφέρεται στο «βουλγαρικόν ζήτημα», διότι το «ελλαδικόν» είχε «λυθεί» το 1850. Ο φυλετισμός χαρακτηρίζεται ασυμβίβαστος με την Ορθοδοξία, ως προβολή της φυλής και του έθνους εις βάρος της πίστεως, με συνέπεια τη διάσπαση της ενότητας της Εκκλησίας. Το κείμενο είναι σαφές: καταδικάζει τις φυλετικές διακρίσεις και εθνικές έριδες και τις διχοστασίες, που αναιρούν την «ενότητα της πίστεως». Ο φυλετισμός (εθνικισμός) καταδικάζεται ως «καινή δόξα», «ξένος» προς την ορθόδοξη παράδοση και «νεωτερική λύμη». Η Εκκλησία -υποστηρίζεται- δεν μπορεί να γίνει ποτέ «εθνική», δηλαδή «φυλετική». Και αυτό, πράγματι, ήταν το καίριο πρόβλημα για τη βαλκανική πραγματικότητα το 19ο αιώνα, όταν, με την επίδραση της Γαλλικής Επανάστασης και των ευρωπαϊκών εθνικισμών, η αναφορά δεν ήταν πια στην «εν Ελλάδι», στην «εν Βουλγαρία» ή στην «εν Σερβία» Ορθοδοξία, αλλά στην «ελληνική» (όχι: ελλαδική), στη βουλγαρική και στη σερβική Ορθοδοξία. Η Ορθοδοξία, έτσι, από παράγων ενότητας και συνοχής, γίνεται δύναμη διασπάσεως, διότι φιλτράρεται με τις εθνικιστικές ιδέες, που υποτάσσουν την καθολικότητα της πίστεως στην εθνικιστική - φυλετική ιδέα. Το λεγόμενο «μακεδονικό» ή, καλύτερα, «σκοπιανό» και το «βορειοηπειρωτικό» συναρτώνται με τον εθνικισμό της Βαλκανικής, που περιθωριοποιεί την πίστη ή την υποτάσσει στις εθνικιστικές σκοπιμότητες. Είναι επίκαιρος εδώ και πάλι ο λόγος του Γ. Ιακωβάτου: «Οι Αλβανοί της Ηπείρου (όταν είναι) ορθόδοξοι, είναι Έλληνες· άμα εισεχώρησεν ο όφις του παπισμού εις την Αλβανίαν, και το ήμισυ αυτής εγένετο παπικόν, δεν είναι Έλληνες»! Και σ' άλλο σημείο: «Άνευ θρησκείας (εννοεί: ορθοδοξίας), Φράγκοι, Αλβανοί, Βλάχοι. Μετά θρησκείας ομογενείς» (δηλ. του ιδίου γένους, ορθόδοξοι και Έλληνες). Έχει μεγάλη σημασία, ότι τη συνοδική απόφαση του 1872 υπέγραψαν και πρώην Οικουμενικοί Πατριάρχες, αλλά και οι Πατριάρχες Αλεξανδρείας Σωφρόνιος και Αντιοχείας Ιερόθεος και ο Αρχιεπίσκοπος Κύπρου Σωφρόνιος. Οπότε το κείμενο έλαβε πανορθόδοξη σημασία.
 6. Από τις προϋποθέσεις αυτές προσδιορίζεται η δυναμική, που μπορεί να αναπτύξει η Ορθοδοξία στη σημερινή κρίση του ευρωπαϊκού και βαλκανικού χώρου. Η Ορθοδοξία, όμως, προϋποθέτει ορθοδόξους, πατερικό δηλαδή φρόνημα και καθολικότητα σκέψης. Η ορθοδοξολογία είναι εύκολη, ακόμη και για πολιτικούς, που την αγνοούν ή την απορρίπτουν με την πολιτική ή και τη βιωτή τους. Η Ορθοδοξία, όμως, μόνο μέσα στην εν Χριστώ ελευθερία μπορεί να λειτουργήσει και να αποβεί ευεργετική στα ορθόδοξα έθνη. Η υπογραφή της Ορθοδοξίας σε οποιαδήποτε πολιτική την αποδυναμώνει, πολύ δε περισσότερο η ταύτιση της με οποιαδήποτε πολιτική ή ιδεολογία. Διότι η Ορθοδοξία ιδεολογικοποιούμενη αποορθοδοξοποιειται. Η Ορθοδοξία είναι Χριστοκεντρικό φρόνημα και συνείδηση, που ενσαρκώνεται σε τρόπο ζωής, και μόνο μέσα στα όρια αυτά της αγιοπνευματικής εμπειρίας μπορεί να παραμείνει δύναμη ενοποιητική και να αναπτύξει την ενωτική δυναμική της.
 Αυτήν ακριβώς την παράδοση ενσαρκώνει -και σήμερα- ο τόσο σκανδαλιστικός, για όσους έχασαν την επαφή με την ορθόδοξη παράδοση, λόγος του Σεβασμιωτάτου Επισκόπου Μπάτσκας και Νοβισάντ και Καθηγητού Πανεπιστημίου Ειρηναίου (Μπούλοβιτς): «Εγώ Σέρβος γεννήθηκα και Έλληνας θα πεθάνω». Οι ολιγότερο ευρωπαϊκά εξελιγμένοι ή προσανατολισμένοι ορθόδοξοι αδελφοί μας στα Βαλκάνια και οι Ρωμαιορθόδοξοι (ρουμ-ορτοντόξ) της Εγγύς και Μέσης Ανατολής συνεχίζουν να ζουν συνειδησιακά στην πανενότητα του ρωμαίικου - ορθοδόξου Γένους. Έτσι, ενώ οι πολιτικές επιλογές των ηγεσιών τους ενίοτε λειτουργούν διασπαστικά, η ρωμαίικη - ορθόδοξη συνείδηση δημιουργεί ενότητα υπερεθνική, με τη συνεχή αδελφοποίηση όλων των Ορθοδόξων μέσα στο Κυριακό Σώμα, την Εκκλησία.
 Μέσα στην Εκκλησία και δια της Ορθοδοξίας ζουν η Ρωμανία και η ενότητα της. Γύρω από την Αγία Τράπεζα και με τη συμμετοχή στην Ευχαριστιακή σύναξη και σύνολη τη ζωή της Εκκλησίας πραγματώνεται η υπερεθνική ενότητά μας στα όρια της «κατά Θεόν πατρίδος». Ο λόγος του Σεβασμ. Ειρηναίου δηλώνει, πάνω απ' όλα, την αρμονική και ισόρροπη σύνδεση εθνικότητας και υπερεθνικότητας (ή υπερεθνότητας), μέσα στην αγιοπνευματική ζωή και σχέση και όχι απλά στις «ορθοδοξολογίες» και τις προτάσεις για «ορθόδοξα τόξα» των ορθοδοξολογούντων και, ίσως, αγνοούντων παντάπασι την Ορθοδοξία ως ζωή «εν Χριστώ» και εν «Αγίω Πνεύματι». Χωρίς πατερικό φρόνημα και εμπειρία, κάθε λόγος για την Ορθοδοξία είναι απλή πολιτική και γι' αυτό δεν πείθει τους Ορθοδόξους.
 Μέσα στην αγιοπνευματική ατμόσφαιρα της Ορθοδοξίας, ο Σέρβος, πράγματι, είναι Έλληνας και ο Έλληνας Σέρβος, αλλά και Αφρικανός και Ασιάτης και Αμερικανός και Ευρωπαίος. Στην τραγωδία της τέως Γιουγκοσλαβίας ο Έλληνας Ορθόδοξος δεν συμπάσχει με τους Σέρβους, διότι παραδοσιακά και αυτοί είναι ορθόδοξοι, αλλά διότι (και όταν...) είναι «εν δικαίω», αγωνιζόμενοι για την ιστορική ύπαρξη και συνέχεια τους. Το ίδιο, δεν συμπαριστάμεθα μόνο στους Βορειοηπειρώτες, επειδή είναι Έλληνες, αλλά σ' όλους τους Αλβανούς Ορθοδόξους, διότι αδικούνται. Η ορθόδοξη συνείδηση είναι, εξ άλλου, υπέρ των μουσουλμάνων, όταν και αυτοί αδικούνται και καταπιέζονται. Αν δεν ενεργεί έτσι η ορθόδοξη συνείδηση, δεν μπορεί να είναι ορθόδοξη. Γι' αυτό δεν μπορούν να υπάρξουν ποτέ συμπαγή και μονοδιάστατα «ορθόδοξα τόξα», όπως τα θέλουν οι πολιτικοί, ενεργούντες κατά κανόνα με κοσμικό πνεύμα και προϋποθέσεις. Σε τελευταία ανάλυση, πρέπει να γίνει κατανοητό, ότι δεν υπάρχουν σήμερα «ορθόδοξοι λαοί» ή «ορθόδοξες κυβερνήσεις», που μπορούν να ενεργούν καθολικά «ορθοδόξως», αλλά μόνο ορθόδοξα πρόσωπα στους λαούς και ίσως και σε κυβερνήσεις, και μόνο αυτά μπορούν να ενεργήσουν ορθόδοξα. Όπως, όμως, η χωρίς ορθόδοξες προϋποθέσεις ορθοδοξολογία αποβαίνει επιβλαβής για την Ορθοδοξία, το ίδιο και η θρησκειοποίηση της Ορθοδοξίας, συμπορευόμενη σε μας τους νεο-έλληνες με την αρχαιοπληξία και ελληνομανία, βοηθεί την ανάπτυξη του εθνικισμού - ρατσισμού, οδηγώντας στην απορθοδοξοποίηση του λαού μας.
 Όπως, όμως, αποδεικνύουν τα πράγματα, δεν εργάζονται μόνο οι αρχαιόπληκτοι εθνικιστές εναντίον του αληθινού πατριωτισμού - εθνισμού, αλλά και πολλοί αθεράπευτα ευρωπαϊστές. Ενώ όλο το 19ο και 20ό αιώνα η Ευρώπη καλλιεργούσε την εθνι(κιστι)κή υστερία στα Βαλκάνια, για να μπορεί να έχει εύχρηστα προτεκτοράτα, σήμερα, μέσα στην προοπτική της Ενωμένης Ευρώπης, χρησιμοποιώντας ως όργανα κάποιους κονδυλοφόρους του δημοσιογραφικού, αλλά και του επιστημονικού χώρου, επιδιώκει να αμβλύνει, ώσπου να το νεκρώσει, το εθνικό-πατριωτικό φρόνημα, ενώ κύκλοι της εμμένουν πεισματικά στον εθνικισμό - ρατσισμό τους. Είναι ανάγκη, συνεπώς, να συνειδητοποιήσουν και οι Έλληνες «εθνικιστές», ότι με την τακτική τους συμπλέουν, τελικά, με τον ευρωπαϊκό εθνικισμό - ρατσισμό, δολοφονώντας τον αυθεντικό πατριωτισμό, που θεμελιώνεται μόνο στην άδολη φιλανθρωπία της Ορθοδοξίας των Αγίων μας. Παράλληλα, όμως, βλάπτουν και την υπερεθνική ρωμαίικη ενότητα του Ελληνισμού με την υποτίμηση της Ορθοδοξίας ή την «εθνικοποίηση» της, δηλαδή τη διαστρέβλωση της κατ' εξοχήν ενοποιητικής μας δύναμης στους δύσκολους καιρούς μας. Τελικά ο με αυτή την έννοια «εθνικισμός» δεν αποβαίνει αρνητική δύναμη μόνο για την πίστη και παράδοση μας, αλλά και για το ίδιο το Έθνος, το όποιο διατείνεται ότι θέλει να προφυλάξει.
http://www.oodegr.com/oode/koinwnia/politika/ethnikismos1.htm

9 σχόλια:

  1. Μά φυσικά η Ορθοδοξία δεν δύναται νά είναι Εθνικιστική, καθώς προετοιμάζει τον Πιστό γιά την μέλλουσα, ουράνια, αιώνια, Πατρίδα, σέ αντίθεση μέ τον Εθνικισμό πού κυριαρχεί ώς πολιτική ιδεολογία και υποστηρίζει την ιδέα της εθνικής ταυτότητας, γιά τήν Πατρίδα επί τής Γής.

    Ανέστη Χριστός.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Ἡ ἱστορικὴ ἀνάλυσις πάσχει ἀπὸ αὐτὸ ἀκριβῶς ὅπερ μέμφεται, τὴν στρεβλὴ ὀπτικὴ τῆς Ἑσπερίας. Ὁ καθ' ἡμᾶς, ὐγιὴς ἐθνικισμὸς ταὐτίζεται πλήρως μὲ τὴν παύλειον, καθ' ὄλα θεμιτὴν ἐπιθυμίαν, εὐχὴν καὶ προσευχήν: «ηὐχόμην γὰρ αὐτὸς ἐγὼ ἀνάθεμα εἶναι ἀπὸ τοῦ Χριστοῦ ὑπὲρ τῶν ἀδελφῶν κατὰ σάρκα,

    οἵτινές εἰσιν Ἰσραηλῖται, ὧν ἡ υἱοθεσία καὶ ἡ δόξα καὶ αἱ διαθῆκαι καὶ ἡ νομοθεσία καὶ ἡ λατρεία καὶ αἱ ἐπαγγελίαι,» (Ρωμ. θ΄ 3-4)._

    Σημειωτέον δὲ ὅτι:
    α) Ἡ ἐν Κωνσταντινουπόλει Σύνοδος τοῦ 1872 δὲν ἔχει κῦρος Οἰκουμενικῆς Συνόδου.

    β) Δὲν ὁρίζει τὸν καταδικαζόμενον «ἐθνοφυλετισμὸν», ἀλλ' ἀποκλείει ῥητῶς -ὀρθῶς- τὴν ὕπαρξιν πλὲον τῆς μιᾶς Συνόδου στὴν ἴδια χώρα ἢ τοῦ ἑνὸς ἐπισκόπου/μητροπολίτου στὴν ἴδια περιοχὴ λόγῳ διαφορετικῆς ἐθνικότητος τῶν Ὀρθοδόξων πιστῶν ἢ τὴν σύμπηξιν χωριστῶν ἐνοριῶν ὄχι διὰ λόγους πρακτικοὺς (πλήθους πιστῶν) ἀλλὰ πάλιν λόγῳ διαφόρου ἐθνικότητος. Ἀκόμη καὶ αὐτὴ ἡ ὀρθὴ καταδίκη δὲν ἐφαρμόζεται εἰς τὸν Νέον Κόσμον, ὅπου ἀπὸ τὰς ἀρχὰς τοῦ 20οῦ αἰῶνος ὑπάρχουν -ὡς μὴ ὤφειλε- χωρισταὶ σύνοδοι δι' Ἕλληνας, Ῥώσσους, Σέρβους, Βουλγάρους κ.λ.π.. Ἡ διαίρεσις αὕτη θεραπεύεται -μερικῶς μόνων- μὲ τὸν χαλαρὸν σύνδεσμον τῆς συνάξεως τῶν κανονικῶν ἐπισκόπων Βορείου καὶ Κεντρικῆς Ἀμερικῆς - Assembly of Canonical Orthodox Bishops of North and Central America, ἱδρυθείσης μόλις τῷ 2009, πρωτοβουλία τοῦ Οἰκουμενι(ιστι)κοῦ Πατριαρχείου.

    Ἑπομένως, πάτερ Γεώργιε Μεταλληνέ, σταμάτα νὰ ψεύδεσαι συνειδητῶς καὶ ἀσυστόλως, ταὐτίζων τὸν ἐθνικισμὸν μὲ τὸν «ἐθνοφυλετισμόν»._

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Στις πατερικές ερμηνείες του αποστολικού αποσπάσματος που αναφέρετε, στις οποίες ανέτρεξα, δεν δικαιώνεται κανένας εθνικισμός (υγιής ή μη). Εννοείται πως ως "εθνικισμός" εδώ δεν νοείται το έμφυτο αίσθημα του κάθε προσώπου μιας ιδιαίτερης αγάπης για την πατρίδα (με την στενότερη ή ευρύτερη έννοια) και τους συμπατριώτες του.
      Σχετικά πάντως με την Αγία και Μεγάλη Σύνοδο του 1872 και την ορθή ταύτιση εθνικισμού και εθνοφυλετισμού σας παραπέμπω στο επίσης εξαίρετο πόνημα "Έθνος και Εθνικισμός" του Μητρ. Ναυπάκτου Ιεροθέου, αποσπάσματα του οποίου θα βρείτε εδώ: http://www.oodegr.com/oode/biblia/ethnik1/perieh.htm
      Χριστός Ανέστη!

      Διαγραφή
    2. Ἀληθῶς ἀνέστη!

      Μὰ αὐτὸ ἀκριβῶς, ἡ ὑγιὴς ἀγάπη τοῦ κάθε Χριστιανοῦ πρὸς τὴν Πατρίδα του καὶ τὴν εὐρυτέρα οἰκογένεια τῶν κατὰ σάρκα ἀδελφῶν καὶ προωρισμένων νὰ σῳθῶσιν εἶναι ὁ ὑγιὴς καθ' ἡμᾶς ἐθνικισμός. Θέλουμε πρωτεύουσα τὴν Κωνσταντινούπολι καὶ Λευτεριὰ στοὺς ἀλυτρώτους Βορειο-Ἠπειρῶτες καὶ τὶς σκλάβες πατρίδες, ἀλλ' ἀναγνωρίζουμε πὼς μακρὰν τοῦ Θεοῦ αὐτὰ καὶ ἂν ἐπετυγχάνοντο δὲν ἔχουν καμμίαν ἀξίαν, κατὰ τὸν Κυριακὸν λόγον: «Τί [...] ὠφελήσει ἄνθρωπον ἐὰν κερδήσῃ τὸν κόσμον ὅλον, καὶ ζημιωθῇ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ;» (Mάρκ. η΄ 36)

      Νὰ μᾶς ἐπιτρέψῃ ὁ Ἅγιος Ναυπάκτου νὰ αὐτο-προσδιοριζώμεθα οἱ Ἕλληνες ἐθνικισταὶ καὶ ὄχι νὰ μᾶς ἀποκαλῇ ὀπαδοὺς τοῦ μητραλοίου Κοραῆ.

      Νὰ μελετήσῃ ἐπίσης τὸν βίο καὶ τὴν ἱστορία τοῦ Αὐτοκράτορος Βασιλείου Β΄ Βουλγαροκτόνου, ν' ἀναγνώσῃ τὰ ἔργα τοῦ Κωνσταντίνου Ζ΄ Πορφυρογεννήτου καὶ Ἄννης Κομνηνῆς, καὶ εἶτα νὰ γράψῃ περὶ ἐννοίας ἔθνους, ἐθνι(κι)σμοῦ καὶ ἄλλων τινῶν. Καὶ νὰ μὴ συγχέῃ τὴν ἵδρυσι καὶ ὕπαρξι ἐθνικοῦ κράτους μὲ καμμία κατὰ φαντασίαν αἵρεσι - πρόκειται περὶ καθαρᾶς πολιτικολογίας, πολιτειολογίας._

      Υ/Γ: Πολλοὶ Ρῶσσοι καὶ Βούλγαροι μέχρι τῆς σήμερον θεωροῦν ὑποκριτικὴ τὴν καταδίκη τοῦ «ἐθνοφυλετισμοῦ» ἐν γένει τότε (1872), δεδομένης τῆς στάσεως τοῦ Πατριαρχείου κατὰ τὸν ἐπακολουθήσαντα Μακεδονικὸ Ἀγῶνα. Μὲ τὸ σκεπτικὸ κ.κ. Ἱεροθέου καὶ π. Γεωργίου Μεταλληνοῦ, μᾶλλον ἔχουν δίκῃο!

      Διαγραφή
    3. Ελευθερία έχουμε ο καθένας μπορεί να έχει την άποψή του και να αυτοπροσδιορίζεται όπως θέλει. Ευχαριστώ για τα σχόλια!

      Διαγραφή
  3. Δημητριος Ελλην Γ.Ο.Χ30 Απριλίου 2017 στις 5:14 μ.μ.

    Υπάρχουν κάποιοι αδελφοί μας οι οποίοι μας παρεξηγούν και μας κατηγορούν, ως μη σωστούς Χριστιανούς διότι δηλώνουμε πατριώτες και εθνικιστές. Για την πατρίδα ο πατριωτισμός για το έθνος εθνικισμός. Η Εκκλησία έχει καταδικάσει τον φυλετισμό εντός αυτής και όχι τον εθνικισμό (Ἀποκηρύττομεν κατακρίνοντες καί καταδικάζοντες τόν φυλετισμόν, τουτέστιν τάς φυλετικάς διακρίσεις καί τάς ἐθνικάς ἔρεις καί ζήλους καί διχοστασίας ἐν τῇ τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησία...).
    Ποιος σας είπε οτι ο Χριστιανός, παραμένει άπραγος, όταν άπιστοι βάρβαροι, εισβάλουν στην πατρίδα του, εγκληματούν κατά συρροή, κλέβουν, δολοφονούν, βιάζουν τα παιδιά και τις γυναίκες, λεηλατούν την πατρίδα, βεβηλώνουν τους ναούς και τα ιερά σύμβολα;;;;
    ΚΑΜΙΑ ΨΕΥΔΟ- ΑΓΑΠΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΕΠΟΧΗΣ ΔΕΝ ΘΑ ΜΑΣ ΚΡΑΤΗΣΕΙ ΜΕ ΤΑ ΧΕΡΙΑ ΣΤΑΥΡΩΜΕΝΑ...Ο ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΣ ΕΙΝΑΙ ΑΓΑΠΗ ΑΛΛΑ ΤΑΥΤΟΧΡΟΝΑ ΑΓΩΝΑΣ ΓΙΑ ΤΟ ΔΙΚΑΙΟ ΚΑΙ ΑΛΗΘΕΙΑ.
    Ο Αγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος λέγει: «Ουδέν πατρίδος γλυκύτερον».
    Ο Μέγας Αθανάσιος θεωρεί ότι το «εν τοις υπέρ πατρίδος πολέμοις αναιρείν τους αντιπάλους και έννομον και επαίνου άξιον».
    Η Εκκλησία επαινεί τον πατριωτισμό και εύχεται όπως ο Θεός ευλογεί τους άρχοντας «νίκας χορηγών αυτοίς κατά των πολεμίων» και όπως διαφυλάσσει τας χριστιανικάς πόλεις «εκ βαρβαρικής αλώσεως» και «εκ παντοίων κινδύνων». Στη Θεία Λειτουργία του Μ.Βασιλείου προσευχόμαστε όπως ο Θεός «επισκιάζει επί την κεφαλήν αυτών (των πιστών βασιλέων ή αρχόντων) εν ημέρα πολέμου…και υποτάσσει αυτοίς πάντα τα βάρβαρα έθνη τα τους πολέμους θέλοντα».

    Κατ΄αρχήν θα πρέπει να ξεκαθαρίσουμε οτι αυτή η δαιμονοποιηση του εθνικισμού είναι σκόπιμη και πηγάζει από ανθελληνικούς κυρίως μαρξιστικούς κτλ κύκλους.
    Ο εθνικισμός δεν είναι αυτό που κάποιοι θέλουν, αλλά αυτό ακριβώς που δηλώνει ο ίδιος ως σύνθετη λέξη. Παράγωγο της πανάρχαιης Ελληνικής λέξης Έθνος, η οποία προσδιορίζει τα (θεόσδοτα) κοινά χαρακτηριστικά της εθνικής ταυτότητας (όμαιμο, ομόγλωσσο, ομόθρησκο και κοινός πολιτισμός).Ηροδότου Ιστορίες (Η 144): αὖτις δὲ τὸ ῾Ελληνικόν, ἐὸν ὅμαιμόν τε καὶ ὁμόγλωσσον, καὶ θεῶν ἱδρύματά τε κοινὰ καὶ θυσίαι ἤθεά τε ὁμότροπα, τῶν προδότας γενέσθαι ᾿Αθηναίους οὐκ ἂν εὖ ἔχοι. Το ελληνικό έθνος, ένας κόσμος που στις φλέβες του κυλά το ίδιο αίμα και που μιλά την ίδια γλώσσα κι έχει κοινά τα λατρευτικά κέντρα, θυσίες και συνήθειες ίδιες κι απαράλλαχτες η προδοσία όλων αυτών θα ήταν αίσχος για τους Αθηναίους.
    Έθνος + (κατάληξη) -ικός = εθνικός + (επίθημα) -ισμός= εθνικισμός= υπεράσπιση κι αγώνας για τα ιερά και όσια του γένους για τα δίκαια και την ελευθερία του έθνους και των Ελληνικών πατρίδων σκλαβωμένων κι μη (Πόντος, Μ. Ασία, Β. Ήπειρος, Κύπρος κτλ. . Ούτε ρατσισμοί, ούτε ναζισμοί, ούτε φασισμοί, ούτε μίσος...Φτάνει λοιπόν η αισχρή προπαγάνδα...

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Όποιος διαφωνεί με την αίρεση του εθνικισμού δεν σημαίνει ότι κάνει "αισχρή προπαγάνδα", ούτε ότι είναι "μαρξιστής".
      Η Αγία και Μεγάλη Σύνοδος του 1872 σαφέστατα καταδίκασε τον εθνικισμό ("ΕΘΝΙΚΑΣ έρεις και ζήλους και διχοστασίας" λέει το κείμενο, και συ το έβαλες).
      Καλό θα είναι επίσης να μη χρησιμοποιούνται οι Πατέρες για να δικαιολογηθούν ιδεολογίες.
      Απομονώνεις για παράδειγμα το "Ουδέν πατρίδος γλυκύτερον" του Χρυσοστόμου, αλλά δεν ξέρεις ούτε που το έγραψε, ούτε τί εννοούσε. Ιδού ολόκληρο το απόσπασμα: "Οὐδὲν πατρίδος γλυκύτερον, ἀλλ' οὐδὲν πικρότερον νῦν γέγονε· πάντες τὴν ἐνεγκοῦσαν ὥσπερ παγίδα φεύγουσιν, ὥσπερ βάραθρον ἐγκαταλιμπάνουσιν, ὥσπερ πυρᾶς ἀποπηδῶσι" (P. G. 49, 55). Ολοφάνερα το απόσπασμα δεν έχει καμία σχέση με την υποστήριξη του εθνικισμού. Μιλάει για τους Αντιοχείς (από τον Β΄ Λόγο του προς αυτούς) που τρέμοντας την οργή του Αυτοκράτορα εγκατέλειπαν την πόλη τους και παρατηρεί πως παρά το ότι "δεν υπάρχει γλυκύτερο [1] από την αγάπη της πατρίδας (της ιδιαίτερης πατρίδας, όχι κάποιου Έθνους - άλλωστε τότε δεν υπήρχε Έθνος, αλλά πολυεθνική Αυτοκρατορία με επίσημη θρησκεία την Ορθοδοξία), τώρα αυτό έγινε πικρότερο" και όλοι φεύγουν από αυτήν σαν να είναι παγίδα και βάραθρο και φωτιά.
      Και αυτό που λέει ο Μέγας Αθανάσιος αφορά τους φόνους εν καιρό πολέμου, που ορισμένοι θεωρούσαν αμαρτία, και τους δικαιολογεί επειδή είναι αμυντικοί. Ποτέ οι Άγιοι δεν προέτρεψαν σε εθνικές εκκαθαρίσεις, ούτε σε εμφυλίους πολέμους.
      Αλλά και στο κείμενο που παραθέτεις αγαπητέ το οποίο είναι του... νεοημερολογίτη οικουμενιστή Μητροπολίτου Πάφου Γεωργίου - http://www.impaphou.org/news_article/232.aspx ) παραλείπεις τον χαρακτηρισμό "υγιής" για τον πατριωτισμό για να δικαιολογήσεις προφανώς τον νοσηρό πατριωτισμό, δηλαδή τον εθνικισμό (Για του λόγου το αληθές αντιγράφω το απόσπασμα από την ιστοσελίδα:
      Ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος λέγει: «Ουδέν πατρίδος γλυκύτερον», ο δε Μέγας Αθανάσιος θεωρεί ότι το «εν τοις υπέρ πατρίδος πολέμοις αναιρείν τους αντιπάλους και έννομον και επαίνου άξιον». Είναι γι’αυτόν το λόγο και με βάση αυτή τη διδασκαλία που η Εκκλησία επαινεί τον ΥΓΙΗ πατριωτισμό και εύχεται όπως ο Θεός ευλογεί τους άρχοντας «νίκας χορηγών αυτοίς κατά των πολεμίων» και όπως διαφυλάσσει τας χριστιανικάς πόλεις «εκ βαρβαρικής αλώσεως» και «εκ παντοίων κινδύνων». Στη Θεία Λειτουργία του Μ.Βασιλείου προσευχόμαστε όπως ο Θεός «επισκιάζει επί την κεφαλήν αυτών (των πιστών βασιλέων ή αρχόντων) εν ημέρα πολέμου…και υποτάσσει αυτοίς πάντα τα βάρβαρα έθνη τα τους πολέμους θέλοντα».
      Επίσης η Εκκλησία εύχεται υπέρ των ΠΙΣΤΩΝ και ΕΥΣΕΒΩΝ βασιλέων ή αρχόντων, για να υποτάσσουν τους βαρβάρους και όχι υπέρ των αιρετικών (νεοημερολογιτών οικουμενιστών), παγανιστών ή σατανιστών εθνοσωτήρων.
      Και κάτι ακόμη περί των δήθεν "θεόσδοτων" χαρκτηριστικών της δήθεν κοινής εθνικής ταυτότητας. Ποιο ομόθρησκο υπάρχει μεταξύ των Ελλήνων εθνικιστών οι οποίοι αποτελούνται από νεοημερολογίτες (φράγκους οικουμενιστές), παλαιοημερολογίτες (ευτυχώς ελάχιστους), παγανιστές και δεν ξέρω κι εγώ τί άλλες θρησκείες;
      Ποιο ομόγλωσσο είχε ο ήρωας του Μακεδονικού Αγώνα καπετάν-Κώττας, ο οποίος πριν τον κρεμάσουν οι Βούλγαροι φώναξε "Ζήτω η Ελλλάς" στα σλάβικα την μόνη γλώσσα που έμαθε στην ζωή του;
      (Για το όμαιμο δεν μιλάω, γιατί λέτε πως δεν είστε φυλετιστές).
      Αυτά τα ολίγα προς προβληματισμό, κυρίως.
      Πάντως αν θέλεις μπορείς να απευθυνθείς προς την Ιερά Σύνοδο των Γνησίων Ορθοδόξων της Ελλάδος και να ζητήσεις την γνώμη της για το θέμα, να δούμε και την γνώμη της Εκκλησίας μας.
      Χριστός Ανέστη!

      [1] Το "ουδέν γλυκύτερον" χρησιμοποιεί και αλλού ως σχήμα έμφασης ο Ιερός Χρυσόστομος. Να ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα: "Οὐδὲν τῆς ἀρετἤς ήδιον, οὐδὲν κοσμιότητος γλυκύτερον, οὐδὲν σεμνότητος ποθεινότερον" (P. G. 62, 389). Φυσικά για τον Χριστιανό ούτε η πατρίδα, ούτε η κοσμιότητα είναι το γλυκύτερο πράγμα στον κόσμο (το χρησιμοποιεί ως σχήμα έμφασης), αλλά μόνον ο Χριστός μας, ο γλυκύτατος Ιησούς, ο πατέρας όλων των ανθρώπων, ανεξαρτήτου εθνικότητας.

      Διαγραφή
  4. Πατέρας όλων των Χριστιανών, είναι ο Δεσπότης μας Χριστός ανεξαρτήτου εθνικότητας, διά τής ορθής Πίστεως γινόμαστε, και όχι πατέρας όλων τών ανθρώπων όπως αναφέρεις στο τελευταίο σχόλιο, καθώς οι αιρετικοί, οι εργάτες των αιρέσεων της ανομίας, τον Δεσπότη Χριστόν  αρνησάμενοι, κατάρας τέκνα, γεννήματα εχιδνών  κατάντησαν,  διότι άφησαν την ευθεία στράτα και περιπατούν στην πλάνη του πατρός τους  τού διαβόλου.
    Δεν θα έκανα ένσταση,  αλλά δυστυχώς αυτός ο λόγος ότι "όλοι είμαστε τέκνα ουράνιου πατέρα", πολύ ακούγεται τελευταία από τον Πάπα Φραγκίσκο, και τους οικουμενιστές που εργάζονται για την εδραίωση της παναίρεσης.
    Δεν πρέπει να λέγεται από χριστιανούς, είναι  βλασφημία.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Ο "πάπας" Φραγκίσκος διαστρεβλώνει την έννοια ορθών φράσεων για να εξυπηρετηθούν οι οικουμενιστικοί σκοποί της Νέας Εποχής, τους οποίους υπηρετεί. Βεβαίως και όλοι οι άνθρωποι είμαστε τέκνα του Θεού, αφού όλοι οι άνθρωποι δημιουργηθήκαμε από Αυτόν και για Αυτόν (ασχέτως αν πολλοί δεν Τον επιλέγουν και κολάζονται, επιλέγοντας ως πατέρα τον διάβολο).
      Μη μπερδεύεσαι.

      Διαγραφή