ΣΗΜΕΙΩΣΗ "ΚΡΥΦΟΥ ΣΧΟΛΕΙΟΥ": ΜΕ ΑΦΟΡΜΗ ΤΗΝ ΥΠΟΘΕΣΗ ΕΣΦΙΓΜΕΝΟΥ ΘΥΜΗΘΗΚΑΜΕ ΤΟ ΠΑΡΑΚΑΤΩ ΚΕΙΜΕΝΟ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΑΤΡΟΣ ΑΝΑΤΟΛΙΟΥ ΤΗΣ ΟΠΤΙΝΑ ΤΟΥ ΝΕΟΥ (+1922). ΟΙ ΥΠΟΓΡΑΜΜΙΣΕΙΣ ΔΙΚΕΣ ΜΑΣ
Ὁ ἐχθρὸς τοῦ ἀνθρωπίνου
γένους θὰ ἐνεργῇ μετὰ πονηρίας διὰ νὰ ἑλκύσῃ εἰς τὴν αἵρεσιν, ἐὰν εἶναι δυνατόν, καὶ ἐκλεκτοὺς (Μτθ.
κδ΄, 24). Ὅμως, δεν θὰ ἀρχίσῃ ὠμῶς νὰ ἀποῤῥίπτῃ τὰ δόγματα τῆς Ἁγίας
Τριάδος, περὶ τῆς θεότητος τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, περὶ τῆς Θεοτόκου, ἀλλὰ ἀπαρατηρήτως
θὰ ἀρχίσῃ νὰ
διαστρέφῃ τὴν ἐξ Ἁγίου
Πνεύματος παράδοσιν τῶν Ἁγίων Πατέρων, τὴν
διδασκαλίαν τῆς Ἐκκλησίας.
Τὴν πανουργίαν καὶ
συμπεριφορὰν τοῦ ἐχθροῦ θὰ ἀντιληφθῶσιν μόνον ὀλίγοι, οἱ πλέον ἔμπειροι εἰς τὴν πνευματικὴν ζωήν. Οἱ αἱρετικοὶ θὰ λάβωσιν τὴν ἐξουσίαν ἐπὶ τῆς Ἐκκλησίας
καὶ πανταχοῦ θὰ τοποθετώσιν τοὺς ἰδικούς των ὑπηρέτας καὶ ἡ εὐσέβεια θὰ εἶναι εἰς
περιφρόνησιν. Ἀλλὰ ὁ Κύριος
δεν θὰ ἀφήσῃ τοὺς δούλους
Του χωρὶς
προστασίαν καὶ εἰς ἄγνοιαν. Αὐτὸς εἶπεν: «Ἐκ τῶν καρπῶν αὐτῶν ἐπιγνώσεσθε αὐτούς»
(Μτθ. ζ΄, 16. Πρβλ.: Μτθ. Ἰβ΄, 33. «Ἐκ γὰρ τοῦ καρποῦ τὸ δένδρον γινώσκεται»). Ἰδοὺ καὶ σὺ ἐκ τῶν καρπῶν καὶ τῶν ἐνεργειῶν τῶν αἱρετικῶν θὰ μπορέσης νὰ τοὺς
ξεχωρίσης ἀπὸ τοὺς ἀληθινοὺς
ποιμένας. Αὐτοὶ εἶναι οἱ πνευματικοὶ κλέπται,
οἱ διαρπάζοντες τὸ πνευματικὸν ποίμνιον, οἱ ὁποῖοι εἰσέρχονται εἰς τὴν αὐλὴν τῶν προβάτων
(Ἰωάν. ἰ΄, 1. «ὁ μὴ εἰσερχόμενος διὰ τῆς θύρας εἰς τὴν αὐλὴν τῶν
προβάτων, ἀλλὰ ἀναβαίνων ἀλλαχόθεν, ἐκεῖνος κλέπτης ἐστὶ καὶ λῃστής»), ὡς εἶπεν ὁ Κύριος. Δηλαδὴ εἰσέρχονται ἀπὸ ἄγνωστον ὁδόν, διαστρεβλοῦντες διὰ τῆς βίας τοὺς κανόνας τοῦ Θεοῦ. Ὁ Κύριος τοὺς ὀνομάζει λῃστάς. Ἀληθῶς, τὸ πρῶτον ἔργον των εἶναι ὁ διωγμὸς τῶν ἀληθινῶν ποιμένων, φυλάκισις ἢ ἐξορία αὐτῶν, διότι χωρὶς αὐτὸ δεν ἠμπορεὶ νὰ γίνῃ ἡ ἁρπαγὴ τῶν
προβάτων. Διὰ τοῦτο, παιδί μου, ὅταν βλέπης
τὴν καταφρόνησιν τῆς θείας
Παραδόσεως εἰς τὴν Ἐκκλησίαν,
τῆς Πατερικὴς
Παραδόσεως καὶ Τάξεως τῆς ὑπὸ τοῦ Θεοῦ καθιερωμένης, γνώριζε ὅτι οἱ αἱρετικοὶ ἔχουσιν ἤδη ἐμφανισθή, ἂν καὶ εἶναι δυνατόν, ἕως καιροῦ, νὰ ἀποκρύπτωσιν
τὴν ἀσέβειάν των ὴ νὰ διαστρέφωσιν
ἀπαρητηρήτως τὴν θείαν
πίστιν διὰ νὰ ἐπιτύχωσιν καλύτερον νὰ δελεάσωσιν καὶ νὰ παρασύρωσιν τοὺς ἀπείρους. Ὁ διωγμὸς θὰ εἶναι οὐχὶ μόνον κατὰ τῶν ποιμένων, ἀλλὰ καὶ κατὰ τῶν δούλων τοῦ Θεοῦ, διότι ὁ διάβολος, ὁ καθοδηγὼν διὰ τῆς αἱρέσεως, δὲν
ὑπομένει τὴν εὐσέβειαν. Ἀναγνώριζε
αὐτοὺς τοὺς λύκους μὲ ἔνδυμα προβάτου, ἀπὸ τὸν ὑπερήφανον χαρακτῆρα των, τὴν
φιληδονίαν καὶ φιλαρχίαν
των, θὰ εἶναι συκοφάνται, προδόται, σπέρνοντες πανταχοῦ ἔχθραν καὶ κακίαν, δι’ αὐτὸ εἶπεν ὁ Κύριος ὅτι ἀπὸ τοὺς καρποὺς αὐτῶν θὰ τοὺς ἀναγνωρίζετε. Οἱ ἀληθινοὶ δοῦλοι τοῦ Θεοῦ εἶναι
ταπεινοί, φιλάδελφοι καὶ ὑπήκοοι εἰς τὴν Ἐκκλησίαν.
Μεγάλη καταπίεσις ἀπὸ τοὺς αἱρετικοὺς θὰ γίνηται εἰς τοὺς μοναχοὺς καὶ ἡ μοναχικὴ ζωὴ τότε θὰ εἶναι εἰς ἐξύβρισιν.
Θὰ πτωχεύωσι τὰ
μοναστήρια, θὰ ὀλιγοστεύσωσιν οἱ μοναχοὶ καὶ ὅσοι θὰ μείνωσι,
θὰ ὑπομένωσι τὴν βίαν. Οἱ μισοῦντες τὴν μοναχικὴν ζωήν, ἔχοντες
μόνον ὄψιν εὐσεβείας
(«μόρφωσιν εὐσεβείας»,
κατὰ τὸν ἀπόστολον, B΄ Τιμ. γ, 5) θὰ
προσπαθήσωσι νὰ ἑλκύσωσι τοὺς μοναχοὺς μὲ τὸ μέρος των, ὑποσχόμενοι
εἰς αὐτοὺς προστασίαν καὶ κοσμικὰ ἀγαθά, εἰς ὅσους δὲ δὲν θὰ ὑπακούωσιν, θὰ ἀπευθύνωσιν ἀπειλὴν ὅπως ἐκδιώξωσιν αὐτούς.
Ἐξ αὐτῶν τῶν ἀπειλῶν θὰ εἶναι τότε
διὰ τοὺς ὀλιγοψύχους μεγάλη ταπείνωσις. Ἐὰν ἕως τότε ζῇς, υἱέ μου, νὰ
χαίρεσαι, διότι τότε διὰ τοὺς πιστοὺς τοὺς ὄντας ἄνευ ἄλλων ἀρετῶν, θὰ ἐτοιμάζωνται
στεφάνια μόνον ἐπειδὴ ἐστάθησαν εἰς τὴν πίστιν,
κατὰ τὸν λόγον τοῦ Κυρίου: «Πὰς ὅστις ὁμολογήσει ἐν ἐμοὶ ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ὁμολογήσω κἀγὼ ἐν αὐτῷ ἔμπροσθεν
τοῦ Πατρός μου τοῦ ἐν οὐρανοῖς» (Μτθ. ἰ΄, 32).
Φοβοῦ νὰ θλίψῃς τὸν Κύριον
καὶ Θεόν σου, υἱέ μου,
φοβοῦ μὴ χάσῃς τὸν στέφανον τὸν ὑπὸ Κυρίου ἡτοιμασμένον, φοβοῦ μήπως ἀπορριφθῃς ἀπὸ τὸν Κύριον εἰς τὸ σκότος τὸ ἐξώτερον καὶ τὴν αἰώνιον
βάσανον. Μετὰ ἀνδρείας στῆθι εἰς τὴν πίστιν
καὶ ἐὰν εἶναι ἀνάγκη («εἰ δὲ καὶ καλέσει καιρός», Ι. Βρυέννιος) μὲ χαρὰν ὑπόμενε διωγμὸν καὶ ἄλλας
θλίψεις, διότι θὰ εὑρίσκονται μετὰ σοῦ ὁ Κύριος καὶ οἱ ἅγιοι μάρτυρες, οἱ ὁποῖοι μετὰ χαρὰς θὰ βλέπωσιν τὸν ἀγῶνά σου. Ὅμως, ἀλλοίμονον
εἰς ἐκείνους τοὺς μοναχοὺς ἐκείνων τῶν ἡμερῶν, οἱ ὁποῖοι θὰ εἶναι δεμένοι μὲ ὑπάρχοντα καὶ πλούτῃ καὶ χάριν ἀγάπης πρὸς τὴν ἀνάπαυσιν θὰ εἶναι ἕτοιμοι νὰ ὑποτάξωσιν ἑαυτοὺς εἰς τοὺς αἱρετικούς. Αὐτοὶ θὰ ἀποκοιμίζωσιν τὴν
συνείδησιν τῶν,
λέγοντες: «Ἡμεῖς φυλάττομεν ἢ σῴζομεν τὸ
μοναστήριον». Μέσω τῆς αἱρέσεως εἰσέρχεται εἰς τὸ
μοναστήριον ὁ διάβολος
καὶ τότε δεν θὰ εἶναι πλέον ἅγιον
μοναστήριον, ἀλλὰ ἁπλοὶ τοῖχοι, ἐκ τῶν ὁποίων θὰ ἀπουσιάζῃ ἡ Χάρις ἕως συντελείας τῶν αἰώνων. Τότε οἱ πιστοὶ θὰ ἐπιλέγωσιν (θὰ προτιμῶσιν νὰ ζῶσιν εἰς) ἀπομεμονωμένους
τόπους καὶ ἐρημικούς. Μὴ φοβοῦ τάς θλίψεις, ἀλλὰ φοβοῦ τὴν θρασύτητα τῶν αἱρετικῶν, οἱ ὁποῖοι προσπαθοῦσι νὰ χωρίσωσι τὸν ἄνθρωπον ἀπὸ τὸν Χριστόν, διὰ τοῦτο ἐντέλλεται ὁ Χριστὸς νὰ θεωρῶμεν αὐτοὺς ὡς ἐθνικοὺς καὶ τελώνας (Μτθ. ἱῇ΄, 17).
Λοιπόν, υἱέ μου, ἐνδυναμοῦ διὰ τῆς Χάριτος
τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Μετὰ χαρᾶς βίαζε τὸν ἑαυτὸν σοῦ εἰς ἀγῶνας ὁμολογίας
καὶ ὑπόφερε
μαρτύρια ὡς ἀγαθὸς
στρατιώτης Ἰησοῦ Χριστοῦ, τοῦ εἰπόντος:
«Γίνου πιστὸς ἄχρι θανάτου καὶ δώσω σοὶ τὸν στέφανον
τῆς ζωῆς» (Ἀπ. Β΄, 10). Αὐτώ, σὺν τῷ Πατρὶ καὶ τῷ Ἁγίῳ Πνεύματι, δόξα καὶ κράτος εἰς τοῦ αἰῶνας τῶν αἰώνων, Ἀμήν.
Ἐὰν ἴδῃς, τέκνον, ἀλλόθρησκον
ὁμιλοῦντα μὲ ὀρθόδοξον
καὶ θέλοντα μὲ
πανουργίαν νὰ ἀποσπάσῃ αὐτὸν ἐκ τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας,
βοήθησε τὸν Ὀρθόδοξον. Διὰ τούτου ἐλευθερώνεις τὸ πρόβατον ἐκ τοῦ στόματος
τοῦ λέοντος. Ἐὰν σιωπήσῃς καὶ τὸν ἀφήσῃς ἀβοήθητον, αὐτὸ εἶναι ὅμοιον μὲ τὸ νὰ πάρῃς τὴν ἐξηγορασμένην
ψυχὴν ἀπὸ τὸν Χριστὸν καὶ νὰ τὴν παραδώσῃς εἰς τὸν Σατανᾶν. Ἐὰν κάποιος σοῦ εἰπῂ : «Ἡ πίστις σας καὶ ἡ πίστις
μας εἶναι (ἀμφότερες) ἐκ Θεοῦ», τότε σῦ, τέκνον μου, ἀπάντησε: «Ὑποκριτά! (Μὲ αὐτὸ τὸ ὁποῖον σὺ λέγεις) ἢ σὺ ἢ ὁ Θεὸς λογίζεσαι (θεωρείσαι) δύσπιστος (διπλόπιστος). Δεν ἀκούεις τὶ λέγει ἡ Γραφή; «Εἷς Κύριος,
μία πίστις, ἓν
Βάπτισμα»(Ἐφ. Δ΄, 5).
Ἀμήν.
Περιοδικὸν
«Ῥῶσσος προσκυνητὴς», τεῦχος 7ον, 1993
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου