α. Μὲ
ὅλην του τὴν ψυχὴν νὰ ἀγαπᾷ τὸν Θεὸν καὶ νὰ τηρῇ τὰς ἐντολάς Του. Νὰ ἀγαπᾷ, ὡσαύτως, τὸν πλησίον του, ὅπως τὸν ἑαυτόν του. Διότι ὁ Κύριος εἶπε: «Ἐὰν τὰς ἐντολάς μου
τηρήσητε, μενείτε εν τη αγάπη μου». Δηλαδή, «Θὰ μείνητε πιστοὶ εἰς τὴν ἀγάπην μου, ἐὰν τηρήσητε τὰς ἐντολάς μου» (Ἰω. ιε΄, 10). Καί: «Ἐν τοῦτῳ
γνώσονται πάντες, ὅτι ἐμοὶ μαθηταῖ ἐστε, ἐὰν ἀγάπην ἔχετε ἐν ἀλλήλοις». Δηλαδή:
«Ἔτσι θὰ σᾶς ξεχωρίζουν ὅλοι ὅτι εἶσθε μαθηταί μου, ἐὰν ἔχητε ἀγάπην ὁ ἕνας διὰ τὸν ἄλλον» (Ἴῳ. ἰγ΄, 35),
β. Νὰ ταπεινώνῃ τὴν ψυχήν του ἔμπροσθεν τοῦ Θεοῦ καὶ ποτὲ νὰ μὴ ταπεινώνῃ τὸν πλησίον του. Διότι «καρδίαν συντετριμμένην
καὶ τεταπεινωμένην
ὁ Θεὸς οὐκ ἐξουδενώσει» (δηλαδὴ, δὲν θὰ καταφρονήσῃ ὁ Θεὸς συντετριμμένη
καὶ τεταπεινωμένη καρδία) (Ψαλμ. ν΄, 19). Νὰ πενθῇ διὰ τὰς ἁμαρτίας του. Νὰ θλίβεται πικρῶς διὰ τὰς ἁμαρτίας τοῦ πλησίον. Νὰ χαίρεται ὅταν ὁ πλησίον του εἶναι εὐτυχισμένος, καὶ νὰ μὴ τὸν φθονῇ διὰ τὴν εὐτυχίαν τοῦ. Νὰ δέχεται μὲ ὑπομονὴν καὶ νὰ συμβουλεύει μὲ καλοσύνην αὐτοὺς οἱ ὁποῖοι κατεφέρθησαν ἐναντίον του. Νὰ ἐπιδιώκῃ πάντοτε τὴν ἐκτέλεσιν δικαίων καὶ θεαρέστων ἔργων, τὰ ὁποῖα συντελοῦν εἰς τὴν διατήρησιν τῆς καθαρότητος τῆς ψυχῆς.
γ.
Νὰ αἰσθάνηται
εὐσπλαγχνίαν
διά τους δυστυχεῖς.
Νὰ ἐργάζηται
μὲ ὅλας του τὰς δυνάμεις διὰ τὴν εἰρήνην, ὅπως τὴν θέλει ὁ Κύριος· διότι ἔτσι θὰ ὀνομαστὴ υἱὸς τοῦ Θεοῦ (πρβλ. Ματθ. ε΄, 9). Νὰ μὴ δειλιάζῃ ὅταν ὑβρίζηται, ὅταν κατηγορήται, ὅταν κατατρέχηται, ἀκόμη καὶ ὅταν θανατοῦται διὰ τὴν δικαιοσύνην τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν ὁμολογίαν τῆς πίστεως εἰς τὸν Θεόν.
δ. Νὰ πολεμῇ
κάθε αἱρετικὴν διδασκαλίαν καὶ νὰ δέχεται τὴν ὀρθὴν πίστιν τῆς Ἐκκλησίας μας περὶ τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ.
ε. Νὰ ἀγαπᾷ τὴν ἀλήθειαν καὶ νὰ μὴ μολύνῃ ποτὲ τὴν γλῶσσάν του μὲ τὸ ψεῦδος. Νὰ μὴ κάνη ποτὲ κακὸν εἰς τὸν πλησίον του.
στ. Νὰ μὴ
κατηγορῇ, νὰ μὴ χλευάζῃ, νὰ μὴ κάμῃ τίποτε ἀπὸ ὅσα ἀπαγορεύει ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ.
ζ. Νὰ δίδῃ ἐλεημοσύνην,
ἔστω καὶ ἀπὸ τὸ ὑστέρημά του, χωρὶς νὰ ζητῇ ἀπὸ ἄλλους ἐνίσχυσιν διὰ τὴν καλήν του αὐτὴν πρᾶξιν.
η. Νὰ ἀνταποδίδη
εὐχὰς ὅταν τοῦ δίδουν κατάρας. Ἐὰν κᾄποιος τὸν πάρῃ ἀγγαρεία διὰ ἕνα μίλι, νὰ τὸν ἀκολουθήσῃ δύο (πρβλ. Ματθ. ε΄, 41), δίχως νὰ γογγύζη ἢ νὰ κακολογή. Νὰ μὴ ὁρκίζηται ποτέ, ἀλλὰ νὰ ἐφαρμόζη τὴν παραγγελίαν τοῦ Κυρίου: (Ματθ. ε΄, 37) Δηλαδὴ «τὸ «ναί» σας νὰ εἶναι ναὶ καὶ τὸ «ὄχι» σας νὰ εἶναι ὄχι».
θ. Νὰ ὑμνολογῇ τὸν Θεὸν καὶ νὰ προσεύχηται εἰς Αὐτὸν μὲ κατάνυξιν.
ι. Νὰ συλλογίζηται πάντοτε τὸν θάνατον, τὴν μέλλουσαν κρίσιν καὶ τὴν ἀπολογίαν τὴν ὁποίαν θὰ δώσῃ διὰ τὰ ἔργα του. Νὰ συλλογίζηται πάντοτε τὰς ἁμαρτίας του, παρακαλῶν τὸν Θεὸν νὰ τὰς συγχωρήσῃ.
ια. Νὰ κάμῃ μὲ ζῆλον καλὲς πράξεις, χωρὶς ὅμως νὰ καυχᾶται δι’ αὐτάς, ὅπως ὁ Φαρισαῖος.
ιβ. Νὰ ἀποφεύγῃ τὴν λαιμαργίαν, τὴν μέθην, τὴν ἐπιορκίαν, τὴν ἄσκοπον φλυαρίαν, τὸν φθόνον, τὰς διαμάχας, τὴν κακεντρέχειαν, τὴν πλεονεξίαν, τὴν αἰσχροκέρδιαν, τὴν ὀργήν, τὴν πορνείαν, τὴν μοιχείαν καί, γενικῶς, τὴν ἀσέλγειαν.
ιγ. Νὰ μὴ ἔχῃ καμμίαν σχέσιν μὲ τὴν μαγείαν, νὰ μὴ χρησιμοποιῇ μαγικὰ καὶ νὰ μὴ καταφεύγῃ ποτὲ εἰς μάγους, μάντεις καὶ γητευτάς. Νὰ διατηρῇ δὲ τὸν ἐαυτόν του ἁγνόν, ὥστε νὰ μεταλαμβάνῃ ἀξίως τὸ Σῶμα καὶ τὸ Αἷμα τοῦ Χριστοῦ.
ιδ. Νὰ συντρέχῃ τὰ ὀρφανά, τὰς χήρας καὶ τοὺς ξένους. Νὰ μὴ ἀρνῆται τὴν βοήθειάν του εἰς ἐκεῖνον ὁ ὁποῖος τὴν χρειάζεται. Νὰ δίδῃ δανεικὰ δίχως τόκον εἰς ἐκεῖνον ὁ ὁποῖος τοῦ ζητεῖ, διότι ὅσα ἔχει τὰ ἔχει ἀπὸ τὸν Θεὸν καὶ εἰς Αὐτὸν ἀνήκουν.
ιε. Νὰ λυπῆται ὡς ψυχικῶς νεκροὺς τοὺς ἐχθροὺς τῆς πίστεως καὶ νὰ ἀγωνίζηται μὲ ὅλας του τὰς δυνάμεις διὰ τὸν φωτισμόν των. Νὰ φεύγῃ δὲ μακρὰν ἀπὸ ἐκείνους οἱ ὁποῖοι ἐμμένουν εἰς τὴν τύφλωσίν των.
ιστ. Νὰ παραμένῃ μὲ σταθερότητα ἀγαθός, εὐσεβής, ἁγνὸς καὶ ἀφοσιωμένος εἰς τὸν Θεόν. Νὰ κατευθύνηται εἰς κάθε του ἐνέργειαν ἀπὸ τὴν ἐνθύμησιν καὶ τὸ θέλημα τοῦ Κυρίου, συμφώνως πρὸς τὸ ψαλμικόν: «Προορώμῃν τὸν Κύριον ἐνώπιόν μου διὰ παντός» (Ψαλμ. ιε΄, 8), δηλαδὴ «Βλέπω τὸν Κύριον πάντοτε ἔμπροσθέν μου».
ιζ. Νὰ μὴ διατηρῇ μνησικακίαν εἰς τὴν ψυχήν του, ἀλλὰ νὰ συγχωρῇ ἀμέσως ἐκεῖνον ὁ ὁποῖος τοῦ πταίει. Διότι ὁ Κύριος εἶπεν: Δηλαδὴ «Ἂν συγχωρήσητε τοὺς ἀνθρώπους διὰ τὰ παραπτώματά των, θὰ σᾶς συγχωρήσῃ καὶ σᾶς ὁ ὀυράνιος Πατήρ σας».
ιη. Νὰ κρίνῃ μὲ δικαιοσύνην καὶ φόβον Θεοῦ. Νὰ μὴ κατακρίνῃ, νὰ μὴ περιφρονῇ καὶ νὰ μὴ ἐξουδενώνῃ (ἐξευτελίζῃ) τὸν πλησίον διὰ τὰ ἁμαρτήματά του. Διότι ὁ Κύριος εἶπεν: (Ματθ. στ΄, 14) Δηλαδὴ «Μὴ κρίνητε τοὺς συνανθρώπους σας, διὰ νὰ μὴ σᾶς κρίνῃ καὶ σᾶς ὁ Θεός».
ιθ. Νὰ σωφρονίζῃ τὸν πλησίον μὲ ἀγάπην. Νὰ ὑπερασπίζῃ τὸν ἠδικημένον. Νὰ προστατεύῃ τὸν ἀδύνατον. Νὰ βοηθῇ τὸν ἀνάπηρον. Νὰ νουθετῇ τὸν παραστρατημένον.
κ. Νὰ ἀγαπᾷ τὴν ἀνάγνωσιν πνευματικῶν βιβλίων, τὴν ἀκρόασιν τοῦ θείου λόγου καὶ τὰς ψυχωφελεῖς συζητήσεις.
κα. Νὰ τιμᾷ
τοὺς γονεῖς τοῦ καὶ νὰ μὴ τοὺς κακολογῇ ποτέ.
κβ. Νὰ συχνάζῃ εἰς τὰς ἱερὰς ἀκολουθίας, αἱ ὁποῖαι τελοῦνται εἰς τὸν ναόν. Νὰ μὴ ἀμφιβάλλῃ διὰ τὰ θαύματα, τὰ ὁποῖα γίνονται ἀπὸ τὸν Θεὸν εἰς κάθε ἐποχήν.
Ὅταν
ὁ ἄνθρωπος ζῇ μὲ τὸν τρόπον τοῦτον, ἔχων διὰ παντὸς τὸν Θεὸν εἰς τὴν καρδίαν του μὲ ἐπίγνωσιν, θὰ κληρονομήσῃ τὴν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν, ἡ ὁποία ἔχει ἐτοιμασθῇ διὰ τοὺς ἁγίους ἀπὸ τὴν ἀρχὴν τοῦ κόσμου καὶ τὴν ὁποίαν εὔχομαι νὰ κληρονομήσωμεν ὅλοι μας, διὰ τῆς χάριτος καὶ τῆς φιλανθρωπίας τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ. Εἰς αὐτὸν ἀνήκει ἡ δόξα καὶ ἡ δύναμις, εἰς αἰῶνας αἰώνων. Ἀμήν.
Ἀνθολόγημα ῥήσεων τοῦ ἁγίου Ἰωάννου
τοῦ Χρυσοστόμου, φιλοπονημένον ὑπὸ τοῦ λογίου Θεοδώρου Δαφνοπάτου (10ος
αἰών).
(ΠΡΟΣΕΦΕΡΘΗ ΕΥΓΕΝΩΣ ΥΠΟ ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΥ ΤΟΥ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ ΜΑΣ)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου