"Κρείττων γὰρ ἐπαινετὸς πόλεμος εἰρήνης χωριζούσης Θεοῦ· καὶ διὰ τοῦτο τὸν πραῢν μαχητὴν ὁπλίζει τὸ Πνεῦμα, ὡς καλῶς πολεμεῖν δυνάμενον" Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος

Πέμπτη 16 Μαΐου 2024

ΣΥΝΟΨΗ ΤΗΣ ΗΘΙΚΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ (Μέρος 22ο)

 Αγίου Μητροπολίτου Φιλαρέτου της Ρωσικής Διασποράς (+1985)

22. Η επίδραση του Χριστιανισμού σε όλες τις πτυχές της ζωής

Η χριστιανική οικογένεια. Αμοιβαίες σχέσεις μεταξύ συζύγων,
γονέων και παιδιών. Σεβασμός προς την εξουσία – πολιτική και πνευματική.

Το κύριο καθήκον της Χριστιανικής Εκκλησίας είναι να διδάξει τους ανθρώπους να ζουν σύμφωνα με το θέλημα του Θεού, για να τους οδηγήσει μέσα από αυτό στην αιώνια ευδαιμονία. Μάταια κάποιοι θέλουν να αναγάγουν τον Χριστιανισμό μόνο σε μια στενά απομονωμένη σφαίρα θρησκευτικών εμπειριών. Όχι, ο Χριστιανισμός είναι ζωή, ο Χριστιανισμός είναι μια νέα σφραγίδα σε όλες τις σχέσεις ζωής των ανθρώπων. Και η επιρροή του στην ζωή είναι αδιαμφισβήτητη και αναμφισβήτητη για κάθε αμερόληπτο άνθρωπο.

Αρκεί να επισημάνουμε ότι αν και στην εποχή μας η ζωή και η συμπεριφορά των ανθρώπων στην γη έχουν απομακρυνθεί πολύ από τα χριστιανικά ιδανικά, οι έννοιες και οι απόψεις τους έχουν διαμορφωθεί σύμφωνα με τον χριστιανικό τύπο. Τα έργα και οι δημιουργίες των καλύτερων, ειλικρινών υπηρετών της επιστήμης και της τέχνης, φέρουν ξεκάθαρα χριστιανικό αποτύπωμα. Επιπλέον, τέτοια ενθαρρυντικά φαινόμενα όπως η εξάλειψη της δουλείας, η εμφάνιση πολλών φιλανθρωπικών και εκπαιδευτικών ιδρυμάτων και πολλά άλλα, αναμφίβολα οφείλουν την εμφάνισή τους στον Χριστιανισμό. Αλλά, ίσως, το πρώτο κύτταρο της κοινωνικής ζωής -η οικογένεια- γνώρισε τη αναμορφωτική και εκπαιδευτική επίδραση του Χριστιανισμού περισσότερο από όλα.

Φυσικά, είναι σπουδαίο και υπεύθυνο πράγμα για έναν Χριστιανό και μία Χριστιανή να επιλέξουν σύντροφο για την ζωή. Σχετικά με τον χριστιανικό γάμο ο Λόγος του Θεού λέει: «Ἔσονται οἱ δύο εἰς σάρκα μίαν»[1] -δηλαδή σε αυτόν οι δύο αποτελούν, σαν να λέγαμε, έναν οργανισμό, μια κοινή ζωή. Η χριστιανή σύζυγος σκέφτεται πρώτα από όλα τον άντρα της και μετά τον εαυτό της. Με τον ίδιο τρόπο, ο σύζυγος θα φροντίσει πρώτα την γυναίκα του και μετά θα φροντίσει τον εαυτό του. Και ο Κύριος εξασφάλισε μια τέτοια χριστιανική συζυγική ένωση με τον θείο Λόγο Του: «Ὃ οὖν ὁ Θεὸς συνέζευξεν, ἄνθρωπος μὴ χωριζέτω…»[2].

Και είναι αξιοσημείωτον ότι σε έναν τέτοιο χριστιανικό γάμο, η αγάπη του συζύγου έχει τον ίδιο ανιδιοτελή, θυσιαστικό χαρακτήρα με τον οποίο διακρίνεται γενικά η αληθινή χριστιανική αγάπη. Όχι μάταια ο Απόστολος Παύλος συγκρίνει την συζυγική ένωση με την ένωση Χριστού και Εκκλησίας και λέει: «Οἱ ἄνδρες ἀγαπᾶτε τὰς γυναῖκας ἑαυτῶν, καθὼς καὶ ὁ Χριστὸς ἠγάπησε τὴν ἐκκλησίαν καὶ ἑαυτὸν παρέδωκεν ὑπὲρ αὐτῆς»[3]. Στον χριστιανικό γάμο, η ενότητα των αγαπημένων προσώπων γίνεται τόσο ολοκληρωμένη και πλήρης, η αμοιβαία αφοσίωση των συζύγων τόσο βαθιά και άνευ όρων ώστε γίνεται ο ένας σαν τον άλλον σε όλα, και μερικές φορές σε μεγάλη ηλικία μοιάζουν ακόμη και στην εμφάνιση μεταξύ τους. Και οι ζωές τους περνούν σε πλήρη αρμονία -με πλήρη αφοσίωση στις εντολές του Σωτήρος Χριστού και της Αγίας Του Εκκλησίας.

Πόσο δύσκολο όμως είναι στην εποχή μας να βλέπουμε την απερίσκεπτη, άμυαλη, απρόσεκτη και εντελώς αντιχριστιανική στάση των νέων απέναντι σ’ αυτό το σοβαρότατο θέμα. Πρέπει συνεχώς να παρατηρούμε πως οι γάμοι συνάπτονται τώρα όχι λόγω μιας σοβαρής, βαθιάς, αποδεδειγμένης αίσθησης αγάπης, αλλά λόγω του «έρωτα» -ενός επιπόλαιου και ρηχού συναισθήματος. Συχνά το περιεχόμενο μιας τέτοιας «αγάπης» είναι, δυστυχώς, στην ουσία, μόνο ζωώδης πόθος, μόνο «βρασμός του νεανικού αίματος» (και μερικές φορές όχι νεανικού, αλλά βρώμικου και ταραχώδους…).

Και ταυτόχρονα, σε τέτοιους «γάμους» στην προγαμιαία περίοδο, παρατηρείται συνεχώς μια ψευδαίσθηση και ένας εξωραϊσμός σώματος και ψυχής, μια υποκριτική επιθυμία να μην είσαι, αλλά να φαίνεσαι καλύτερος και πιο όμορφος, για το οποίο μιλήσαμε ήδη νωρίτερα. Όμως η ζωή μπορεί να οικοδομηθεί μόνο πάνω στην αλήθεια: δεν μπορεί να σταθεί σε ψέματα. Γι’ αυτό και η συχνή απογοήτευση των συζύγων μεταξύ τους και η άσχημη πρακτική του διαζυγίου. Και ποιος δεν ξέρει ότι στις μέρες μας αυτοί οι «έρωτες» συνάπτονται συνεχώς με «πολιτικούς γάμους», δηλαδή παράνομες σχέσεις, παραβιάζοντας συνεχώς και συστηματικά την 7η Εντολή[4], για την οποία παράβαση η Εκκλησία αφορίζει από την κοινωνία των Θείων Μυστηρίων. Και όλα αυτά συχνά καταλήγουν τραγικά, όχι μόνο με διαμάχες, αλλά και με εγκλήματα: δολοφονίες και αυτοκτονίες.

Ο Χριστιανικός γάμος είναι η ζωντανή ζωή των δύο σε ενότητα. Και με τα χρόνια, η συζυγική αγάπη σε αυτόν μόνο [σ.σ. στον πραγματικό χριστιανικό γάμο] εντείνεται, γίνεται πιο βαθιά, πιο πνευματική. Φυσικά, ακόμη και στον Χριστιανισμό, αυτή η συζυγική αγάπη, ως γνωστό συστατικό, περιλαμβάνει και την παθιασμένη αγάπη, που συνδέεται με την φυσική σεξουαλική κλίση και την καθαρά σωματική έλξη που ενυπάρχει σε κάθε άτομο, την έλξη του προς το άλλο φύλο. Αλλά σε έναν αληθινά χριστιανικό γάμο, μια τέτοια παθιασμένη αγάπη των συζύγων εισέρχεται, όπως είπαμε, μόνον ως συστατικό· ποτέ δεν έχει τέτοιο νόημα και δύναμη όπως στις μη χριστιανικές ενώσεις γάμου. Και στους βίους των Αγίων βλέπουμε μια σειρά από παραδείγματα για το πώς οι χριστιανοί σύζυγοι, με αμοιβαία συναίνεση, αρνήθηκαν να συνευρεθούν σαρκικά -είτε από την αρχή του γάμου, είτε μετά από αρκετά χρόνια. Και είναι αξιοσημείωτον ότι σε έναν τέτοιο γάμο, όταν οι ασκητές σύζυγοι ζουν «σαν αδελφός και αδελφή», η αμοιβαία αγάπη τους διακρίνεται από μια ιδιαίτερη δύναμη στοργής, ολοκληρωμένης πίστης και αμοιβαίου σεβασμού. Έτσι ο Χριστιανισμός αγίασε, εξύψωσε και μεταμόρφωσε την γαμήλια ένωση.

Όμως σε μια χριστιανική οικογένεια, εκτός από σύζυγοι, υπάρχουν και παιδιά και γονείς. Και ο Χριστιανισμός, πάλι, αφήνει το χαρακτηριστικό του αποτύπωμα στις αμοιβαίες σχέσεις και των δύο.

Κάθε καλή οικογένεια πρέπει σίγουρα να έχει μια ενωμένη οικογενειακή ζωή. Το «δικό μας», το κοινό, πρέπει πάντα να στέκεται πάνω από το «δικό μου», το προσωπικό. Δεν είναι τυχαίο ότι όλα τα μέλη της οικογένειας έχουν το ίδιο επίθετο· θα πρέπει να ζουν μια κοινή, φιλική ζωή.

Αρχηγός της οικογένειας θεωρείται συνήθως και πρέπει να είναι ο σύζυγος. Η ευημερία της οικογένειας βασίζεται σε αυτόν, στα έργα του. Και η οικογένεια είναι το πρώτο του καθήκον. Για όσους αδιαφορούν για την οικογένειά τους, ο Απόστολος Παύλος μιλά συνοπτικά, αλλά αρκετά κατανοητά: «Αν κάποιος δεν φροντίζει για τους δικούς του, και ιδιαίτερα για εκείνους του σπιτικού του, έχει αρνηθεί την πίστη και είναι χειρότερος από άπιστο…»[5].

Συμβαίνει συχνά στην ζωή οι γονείς, κατευθύνοντας τα παιδιά τους προς τον ένα ή τον άλλο δρόμο στην ζωή, να το κάνουν αντίθετα με την κλίση και την ειλικρινή επιθυμία τους. Και μερικές φορές είναι εντελώς άδικο. Και εναντίον αυτού, ο Απόστολος λέει ευθέως: «Πατέρες, μην εξοργίζετε τα παιδιά σας, μήπως αποθαρρυνθούν, αλλά να τα ανατρέφετε με τη διδασκαλία και τη νουθεσία του Κυρίου»[6] . Οι υπερβολικές, αφόρητες απαιτήσεις, πράγματι, βυθίζουν τα παιδιά σε απόγνωση. Μία επιπλέον αδικία: για ένα παιδί, ο πατέρας είναι η ανώτατη αρχή, και αλίμονο αν αυτή η εξουσία έρχεται σε αντίθεση με αυτήν την αίσθηση της αλήθειας, η οποία είναι πολύ ισχυρότερη σε ένα παιδί παρά σε έναν ενήλικα. Το αποτέλεσμα είναι μια κατάσταση απολύτως απελπιστική για την ψυχή ενός παιδιού… Αλλά συμβαίνει ακόμα χειρότερα όταν οι γονείς κακομαθαίνουν υπερβολικά τα παιδιά τους, είναι πολύ επιεικείς απέναντί τους και συχνά τα αφήνουν αφύλακτα. Αυτό μπορεί να οδηγήσει σε μεγάλη ηθική βλάβη στο παιδί, ειδικά επειδή, όπως είδαμε, ο λόγος του Θεού διατάζει απευθείας τους γονείς να αναθρέψουν και να διδάξουν τα παιδιά τους το Νόμο του Κυρίου…

Το καθήκον της ανατροφής των παιδιών, φυσικά, είναι πρωτίστως της μητέρας. Και αυτό είναι φυσικό, διότι κανείς δεν είναι τόσο κοντά στην ψυχή και την καρδιά ενός παιδιού όσο η μητέρα του -δεν είναι τυχαίο που τρέχει κοντά της φωνάζοντας «μαμά» όταν προσβάλλεται. Και πρώτα από όλα υπάρχει ένα μεγάλο καθήκον: να αναθρέψει έναν γυιο ή μια κόρη -έναν πιστό Χριστιανό, έναν ευγενικό, συμπαθή, εργατικό, χρήσιμο εργάτη για την Εκκλησία και το Κράτος- να αναθρέψει με τα λόγια, και το παράδειγμα, και την στοργή και την αυστηρότητα. Και ο σύζυγος πρέπει να εκτιμήσει αυτό το τεράστιο εκπαιδευτικό έργο της γυναίκας του. Αυτός είναι ο βωμός της υπηρεσίας της στον Κύριό της, ένα έργο όχι λιγότερο σημαντικό από το έργο του πατέρα για την οικογένεια. Και ντροπή, ντροπή σε εκείνες τις μητέρες που επιβαρύνονται με την ανατροφή των παιδιών τους και συχνά τα δίνουν εξ ολοκλήρου στην φροντίδα των νταντάδων[7], ξεχνώντας ότι η ψυχή του παιδιού καταστρέφεται ή μολύνεται τόσο εύκολα. Μπορεί κάποιος να αντικαταστήσει πραγματικά την μητέρα του παιδιού;

Αλλά όχι λιγότερο από τους γονείς, τα παιδιά πρέπει να θυμούνται τις ευθύνες τους. Όλοι γνωρίζουν την 5η Εντολή του Νόμου του Θεού για την τιμή των γονέων[8]. Έγραψε ο Απόστολος Παύλος: «Τὰ τέκνα ὑπακούετε τοῖς γονεῦσιν ὑμῶν ἐν Κυρίῳ· τοῦτο γάρ ἐστι δίκαιον»[9]. Και, φυσικά, αυτή η απαίτηση προκαλείται ακριβώς από την δικαιοσύνη. Άλλωστε τα παιδιά οφείλουν τα πάντα στους γονείς τους, που τα φροντίζουν, τα αγαπούν, εργαζόμενοι και αρνούμενοι πολύ τον εαυτό τους, μεγαλώνοντάς τα με την αγάπη τους, συχνά βοηθώντας τα ακόμα κι όταν τα ίδια γίνονται ενήλικες και ανεξάρτητοι άνθρωποι.

Πόσο συχνά όμως τώρα παραβιάζεται η 5η Εντολή! Ακόμη και εκείνα τα παιδιά που είναι πεπεισμένα ότι αγαπούν ειλικρινά και βαθιά τους γονείς τους, συχνά δεν τους ακούν και επομένως δεν τους σέβονται. Η αγάπη συνδέεται πάντα με την υπακοή. Και όσο μεγαλώνουν αυτά τα παιδιά, τόσο πιο θεληματικά, δυστυχώς, γίνονται, είναι αγενή με τους γονείς τους, κατηγορώντας τους κατά πρόσωπο για «οπισθοδρόμηση» και μη λογαριάζοντας πλέον την εξουσία τους καθόλου. Είναι αυτός σεβασμός προς τους γονείς; Πράγματι, στην Παλαιά Διαθήκη ειπώθηκε ευθέως: «Ὁ κακολογῶν πατέρα αὐτοῦ ἢ μητέρα αὐτοῦ τελευτήσει θανάτῳ»[10], και στο Ευαγγέλιο ο Σωτήρας, υπενθυμίζοντας αυτόν τον νόμο, τον ονόμασε εντολή του Θεού[11]. Και πόσα τρομερά παραδείγματα είναι γνωστά από την ζωή για το πώς ο Κύριος τιμώρησε αυστηρά (μερικές φορές θανάσιμα) όσους προσέβαλαν έναν πατέρα ή μια μητέρα! Δεν είναι άνευ λόγου αυτό που λένε: «η προσευχή της μάνας σώζει από νερό και από φωτιά» και «η ευλογία των γονέων φτιάχνει τα σπίτια των παιδιών τους»[12] και, από την άλλη, ποιος δεν ξέρει τί τρομερή συμφορά είναι να υποστείς την κατάρα ενός πατέρα ή μιας μητέρας…

Άρα, με την βασική της έννοια, η 5η Εντολή μιλά για την τιμή των γονέων. Αλλά, φυσικά, αυτό για έναν Χριστιανό περιλαμβάνει και όλους όσους παίρνουν την θέση των γονέων: δασκάλους, εκπαιδευτικούς κ.λπ., και ειδικά, φυσικά, τους εκπροσώπους των νόμιμων αρχών που προστατεύουν την τάξη στο κράτος[13]. Ο Απόστολος Παύλος διατάζει ευθέως να προσευχόμαστε «ὑπὲρ βασιλέων καὶ πάντων τῶν ἐν ὑπεροχῇ ὄντων»[14], και σε πολλά άλλα σημεία στις επιστολές του δίδασκε την υπακοή στις αρχές[15]. Ακόμη πιο σημαντικό, βέβαια, για τον Χριστιανό είναι η τιμή προς τις πνευματικές αρχές: τους Ποιμένες της Εκκλησίας, ιδιαίτερα τους Επισκόπους, καθώς και τον ποιμένα που είναι ο πνευματικός του πατέρας και είναι υπεύθυνος ενώπιον του Θεού για την ψυχή του. Ο Απόστολος Παύλος λέει: «Πείθεσθε τοῖς ἡγουμένοις ὑμῶν καὶ ὑπείκετε· αὐτοὶ γὰρ ἀγρυπνοῦσιν ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ὑμῶν ὡς λόγον ἀποδώσοντες»[16]. Και ο ίδιος ο Κύριος είπε στους Αποστόλους Του και μέσω αυτών στους Ποιμένες της Εκκλησίας: «Ὁ ἀκούων ὑμῶν ἐμοῦ ἀκούει, καὶ ὁ ἀθετῶν ὑμᾶς ἐμὲ ἀθετεῖ»[17].


(συνεχίζεται)

[1] Μαρκ. ι΄ 7.
[2] Μαρκ. ι΄ 9.
[3] Εφ. ε΄ 25.
[4] «Οὐ μοιχεύσεις».
[5] «Εἰ δέ τις τῶν ἰδίων καὶ μάλιστα τῶν οἰκείων οὐ προνοεῖ, τὴν πίστιν ἤρνηται καὶ ἔστιν ἀπίστου χείρων» (Α΄ Τιμ. ε΄ 8).
[6] «Οἱ πατέρες μὴ ἐρεθίζετε τὰ τέκνα ὑμῶν, ἵνα μὴ ἀθυμῶσιν» (Κολ. γ΄ 21) και «οἱ πατέρες μὴ παροργίζετε τὰ τέκνα ὑμῶν, ἀλλ᾿ ἐκτρέφετε αὐτὰ ἐν παιδείᾳ καὶ νουθεσίᾳ Κυρίου» (Εφ. ϛ΄ 4).
[7] Προτιμήθηκε στην μετάφραση η συνηθισμένη στην εποχή μας λέξη «νταντά» (εκ του τουρκικού dada) παρά οι ελληνικές «τροφός» ή «παραμάνα», διότι οι τελευταίες είχαν κάποια ιερότητα, ενώ η πρώτη αφορά καθαρά μισθωτή σχέση.
[8] «Τίμα τὸν πατέρα σου καὶ τὴν μητέρα σου, ἵνα εὖ σοι γένηται καὶ ἵνα μακροχρόνιος γένῃ ἐπὶ τῆς γῆς».
[9] Εφ. ϛ΄ 1.
[10] Εξ. κα΄ 16.
[11] «Διατί καὶ ὑμεῖς παραβαίνετε τὴν ἐντολὴν τοῦ Θεοῦ διὰ τὴν παράδοσιν ὑμῶν; Ὁ γὰρ Θεὸς ἐνετείλατο λέγων· τίμα τὸν πατέρα καὶ τὴν μητέρα· καὶ ὁ κακολογῶν πατέρα ἢ μητέρα θανάτῳ τελευτάτω. Ὑμεῖς δὲ λέγετε· ὃς ἂν εἴπῃ τῷ πατρὶ ἢ τῇ μητρί, δῶρον ὃ ἐὰν ἐξ ἐμοῦ ὠφεληθῇς, καὶ οὐ μὴ τιμήσῃ τὸν πατέρα αὐτοῦ ἢ τὴν μητέρα αὐτοῦ· καὶ ἠκυρώσατε τὴν ἐντολὴν τοῦ Θεοῦ διὰ τὴν παράδοσιν ὑμῶν» (Ματθ. ιε΄3-6).
[12] Πρβλ. «Εὐλογία γὰρ πατρὸς στηρίζει οἴκους τέκνων, κατάρα δὲ μητρὸς ἐκριζοῖ θεμέλια» (Σοφ. Σειρ. γ΄ 9).
[13] Είναι σημαντική αυτή η παρατήρηση, διότι δεν πρέπει να τιμώνται αδιακρίτως όλοι οι εκπρόσωποι των αρχών, αλλά μόνον όσοι προστατεύουν την τάξη στο κράτος. Ο ίδιος ο Άγιος Φιλάρετος απέρριπτε την τιμή των αθεϊστών εξουσιαστών στην πατρίδα του Ρωσία διότι κατεπάτησαν και τον Νόμο του Θεού και την τάξη στο κράτος με τα εγκλήματά τους.
[14] Α΄ Τιμ. β΄ 2.
[15] Π.χ. «Πᾶσα ψυχὴ ἐξουσίαις ὑπερεχούσαις ὑποτασσέσθω. οὐ γάρ ἔστιν ἐξουσία εἰ μὴ ὑπὸ Θεοῦ· αἱ δὲ οὖσαι ἐξουσίαι ὑπὸ τοῦ Θεοῦ τεταγμέναι εἰσίν» (Ρωμ. ιγ΄ 1). Βεβαίως, όπως ερμηνεύει ο Ιερός Χρυσόστομος, εδώ ο Απόστολος εννοεί ότι η εξουσία είναι ταγμένη από τον Θεό, όχι όμως ότι κάθε εξουσιαστής είναι εκ του Θεού και πρέπει τάχα να του οφείλεται υποταγή: «Πᾶς οὖν ἄρχων ὑπὸ τοῦ Θεοῦ κεχειροτόνηται; Οὐ τοῦτο λέγω… Οὐκ εἶπεν· οὐ γάρ ἐστιν ἄρχων, εἰ μὴ ἀπὸ Θεοῦ, ἀλλὰ περὶ τοῦ πράγματος διαλέγεται λέγων· οὐ γάρ ἔστιν ἐξουσία εἰ μὴ ὑπὸ Θεοῦ» (PG 60, 615). Όταν οι άρχοντες διατάζουν πράγματα ενάντια στο Νόμο του Θεού τότε το Πνεύμα το Άγιο διά του Αποστόλου είναι ξεκάθαρο: «πειθαρχεῖν δεῖ Θεῷ μᾶλλον ἢ ἀνθρώποις» (Πραξ. ε΄ 29).
[16] Εβρ. ιγ΄ 17.
[17] Λουκ. ι΄ 16. Αυτό πάντοτε υπό την προϋπόθεση ότι οι Ποιμένες δεν «διδάσκουν ἄλλην διδαχήν, ἢ νόμον, παρὰ μόνον τὴν διδαχὴν καὶ τοὺς νόμους τοὺς εὐαγγελικούς» (βλ. Μαξίμου Πελοποννησίου, Εγχειρίδιον κατά του σχίσματος των Παπιστών). Διότι και οι αιρετικοί ποιμένες -όπως οι Παπικοί- αυτό το ρητό επικαλούνται για να έχουν τους λαϊκούς τους σε υπακοή.

ΠΗΓΗ: https://imlp.gr/2024/05/15/%cf%83%cf%85%ce%bd%ce%bf%cf%88%ce%b7-%cf%84%ce%b7%cf%83-%ce%b7%ce%b8%ce%b9%ce%ba%ce%b7%cf%83-%ce%b8%ce%b5%ce%bf%ce%bb%ce%bf%ce%b3%ce%b9%ce%b1%cf%83-%ce%bc%ce%ad%cf%81%ce%bf%cf%82-22%ce%bf/

Κυριακή 12 Μαΐου 2024

Παρόν και μέλλον της Αληθινής Ορθοδοξίας: Οι Παλαιοημερολογίτες της Ελλάδος μέσα από τις επιστολές του π. Σεραφείμ Ρόουζ


Στις 328 επιστολές του αλησμόνητου και ευλογημένου π. Σεραφείμ Ρόουζ, που συγκέντρωσε και εξέδωσε το 2016 ο αγαπητός μου φίλος Vyacheslav Marchenko (πνευματικό τέκνο του π. Γερμανού Ποντμοσένσκυ, συμμοναστού του π. Σεραφείμ) συναντάμε σπουδαίες πληροφορίες για την στάση του αγίου αυτού ανδρός απέναντι στο Ελληνικό Παλαιοημερολογητικό Κίνημα.
Η πρώτη, χρονολογικά, αναφορά γίνεται το 1963 σε γράμμα του π. Σεραφείμ, τότε λαϊκού ακόμη Ευγενίου, προς τον φίλο του Γκλεμπ (μετέπειτα π. Γερμανό) όπου αναφέρει ότι "το Άγιον Όρος και οι Παλαιοημερολογίτες παίρνουν ακόμη την Ορθοδοξία στα σοβαρά" (Προς Γκλεμπ, 30 Δεκεμβρίου 1963/12 Ιανουαρίου 1964).
Το 1970 αναφέρεται στην ευεργετική πίεση που ασκεί ο Παλαιοημερολογιτισμός στην επίσημη Εκκλησία γράφοντας: "Η Ελληνική Εκκλησία, παρεμπιπτόντως, έχει διαμαρτυρηθεί τόσο έντονα στον Αθηναγόρα εναντίον της μετάδοσης της Κοινωνίας στους Καθολικούς από τη Μόσχα, που δεν βλέπω πώς μπορούν να αποφύγουν να διακόψουν την εκκλησιαστική κοινωνία με τη Μόσχα τώρα - και αυτό υπό τον «οικουμενιστή» Αρχιεπίσκοπο Ιερώνυμο - και αισθάνεται κανείς ότι νιώθει την πίεση των Παλαιοημερολογιτών, που προφανώς δυναμώνουν" (Προς Δανιήλ, 4/17 Σεπτεμβρίου 1970). 
Στις 26 Φεβρουαρίου 1971 αποστέλλει επιστολή διαμαρτυρίας προς την Ελληνική Κυβέρνηση για την δίωξη του μακαριστού π. Κυπριανού, μετέπειτα Μητροπολίτου Ωρωπού και Φυλής (δημοσιεύθηκε εδώ: https://krufo-sxoleio.blogspot.com/2016/10/blog-post_16.html ).
Το καλοκαίρι του ιδίου έτους ο π. Σεραφείμ Ρόουζ αναφέρεται με ενθουσιασμό στη συνάντηση που είχε με τον μακαριστό π. Θεοδώρητο Μαύρο (για την σχέση των δύο μεγάλων ανδρών έχει γίνει δημοσίευση εδώ: https://krufo-sxoleio.blogspot.com/2016/10/blog-post_21.html ).
Το 1973 αναφέρεται στην διαφορά μεταξύ του π. Παντελεήμονος της Βοστώνης που είχε ακραία φρονήματα και υποστήριζε την φανατική παράταξη των Παλαιοημερολογιτών (με τις ενέργειές του έγινε η Χειροθεσία των Ματθαιϊκών) και του π. Θεοδωρήτου που υποστήριζε την μετριοπαθή (ακόμη) πτέρυγα υπό τον Αρχιεπίσκοπο Αυξέντιο. Ο ίδιος ο π. Σεραφείμ παρατήρησε για την Χειροθεσία αργότερα ότι "λόγω της επιρροής του π. Παντελεήμονας οι Επίσκοποι [της ΡΟΕΔ] έκαναν κάποια λάθη σε εκείνη την Σύνοδο του 1971 (σχετικά με τις δύο διαφορετικές ομάδες Παλαιοημερολογιτών) και οι ίδιοι με αποτέλεσμα να επιδεινώσουν την «ελληνική κατάσταση»" (Προς π. Βαλέριο Λουκιάνοφ, 1/14 Φεβρουαρίου 1975). Για αυτό και το ίδιο έτος απευθυνόμενος προς τον μακαριστό Επίσκοπο Λαύρο (μετέπειτα Προκαθήμενο της ΡΟΕΔ) γράφει: "Θα πρέπει να σας πούμε ειλικρινά ότι δεν εμπιστευόμαστε τις «διπλωματικές» πράξεις του π. Παντελεήμονα σε σχέση με τους Έλληνες Παλαιοημερολογίτες. Από τότε που άρχισε να παρεμβαίνει στην κατάσταση της Ελληνικής Εκκλησίας (αυτό είναι με την ευλογία της Συνόδου ή του ίδιου του Επισκόπου;), έχει κάνει τα πράγματα πολύ χειρότερα. Τα πράγματα ήταν πολύ καλύτερα όταν οι Ρώσοι Επίσκοποι μας [σ. αναφέρεται στον Σικάγου Σεραφείμ και τον Χιλής Λεόντιο] χειροτονούσαν Παλαιοημερολογίτες Επισκόπους «αντικανονικά», αλλά από αγάπη, όχι από «πολιτική»" (Προς Επίσκοπο Λαύρο, 13/26 Αυγούστου 1975). Και σε άλλη επιστολή του: "Ο π. Παντελεήμων έχει κάνει πολύ κακό και στην Ελλάδα, αλλά τάσσεται ενάντια στην πλειονότητα των Παλαιοημερολογιτών και υποστηρίζει τους «Ματθαιϊκούς» - οι οποίοι είναι πραγματικά φανατικοί και νομικιστές. Νιώθουμε ότι η καταστροφή έρχεται στη φτωχή αγγλόφωνη αποστολή μας και οι προσήλυτοι που εμπιστεύτηκαν πάρα πολύ τους «Έλληνες» θα έχουν μια τραγική μοίρα" (Προς π. Βαλέριο, 5/18 Οκτωβρίου 1975). 
Το επόμενο έτος γράφει:  "Πρόσφατα κάποιοι ήθελαν να γίνει ένας «Αναβαπτισμός» στη Μητρόπολή μας της Δυτικής Αμερικής, αλλά ο Αρχιεπίσκοπός μας Αντώνιος αρνήθηκε σοφά να το επιτρέψει, στην οποία του παρείχαμε την πλήρη υποστήριξή μας - διότι, πράγματι, θα ισοδυναμούσε με μια ανοιχτή δήλωση της απουσία Χάριτος στην Ελληνική Αρχιεπισκοπή. Οι Επίσκοποι μας, παρεμπιπτόντως (είτε στη Σύνοδο του 1974 είτε αργότερα, δεν ξέρω) αρνήθηκαν ρητά να κάνουν μια τέτοια δήλωση όταν τους ζητήθηκε από μια από τις ελληνικές παλαιοημερολογιτικές δικαιοδοσίες (από την παράταξη Αυξεντίου η οποία δυστυχώς, που έχει προσχωρήσει πρόσφατα στην γνώμη των Ματθαιϊκών, αν και για λιγότερο φανατικούς λόγους)" (Προς Ανδρέα Μποντ, 18 Απριλίου/1 Μαΐου 1976).
Γράφοντας ο π. Σεραφείμ για προσχώρηση της παράταξης Αυξεντίου στη γνώμη των Ματθαιϊκών αναφέρεται στην γνωστή κακόδοξη Εγκύκλιο του 1974 (δείτε την εδώ: https://www.ecclesiagoc.gr/index.php/%CE%B5%CE%BD%CE%B7%CE%BC%CE%B5%CF%81%CF%89%CF%83%CE%B7/%E1%BC%84%CF%81%CE%B8%CF%81%CE%B1/%E1%BC%90%CE%BA%CE%BA%CE%BB%CE%B7%CF%83%CE%B9%CE%BF%CE%BB%CE%BF%CE%B3%CE%B9%CE%BA%CE%AC/409-engyclios-1974 ) με την οποία σηματοδοτήθηκε μία επίσημη αλλαγή εκκλησιολογικής πορείας των λεγόμενων διαδόχων του Αγίου πρ. Φλωρίνης Χρυσοστόμου.
Για αυτήν και για την στάση του μακαριστού Μητροπολίτου Αστορίας Πέτρου Αστυφίδου (+1997) - ο οποίος είχε αρνηθεί να την υπογράψει - έγραψε και τα εξής:
"Η δικαιοδοσία του Αρχιεπισκόπου Αυξεντίου, από την άλλη πλευρά, ήταν πιο κοντά στην Εκκλησία μας στην αποδοχή της «Οικονομίας». Αλλά προ ολίγου καιρού επίσης κήρυξαν άκυρα τα μυστήρια των Νεοημερολογιτών - όχι επειδή είναι νομικά και τεχνικά (σ. εννοεί "ενεργεία") «σχισματικοί» - το οποίο είναι Ματθαιϊκή σκέψη -, αλλά επειδή τώρα - κατά την άποψή τους - ο Οικουμενισμός έχει γίνει συνειδητή αίρεση και επομένως οι Νεοημερολογίτες είναι επίσημα αιρετικοί. Ζήτησαν από τους Επισκόπους μας (σ. της Ρωσικής Διασποράς υπό τον Άγιο Φιλάρετο) να λάβουν την ίδια απόφαση και οι Επίσκοποί μας αρνήθηκαν, με το σκεπτικό ότι αυτό είναι ένα ζήτημα πέρα από την αρμοδιότητά τους να κριθεί. Ο Επίσκοπος Αστορίας Πέτρος αρνήθηκε να αποδεχθεί την αυξεντιανή απόφαση και ως εκ τούτου κατέστη ακοινώνητος. Οι Επίσκοποί μας όμως δεν δέχτηκαν αυτή την αποκήρυξη και συνέχισαν να συλλειτουργούν μαζί του" (Προς Δανιήλ, 29 Μαΐου/11 Ιουνίου 1976).



Σχετικά με την ίδια Εγκύκλιο ο π. Σεραφείμ έγραψε αργότερα και τα εξής: "Το ζήτημα της χάριτος των νεοημερολογιτικών Μυστηρίων αμφισβητείται ακόμη περισσότερο από τους ίδιους τους Παλαιοημερολογίτες και η απόφαση της Αυξεντιακής Συνόδου του 1974, υποκινούμενη από πολιτικά κίνητρα, δεν έφερε καθόλου ειρήνη ούτε έλυσε το πρόβλημα· μάλιστα πολλοί από τους Επισκόπους άλλαξαν γνώμη από τότε για αυτό" (Προς π. Νικήτα Παλάση, 16/29 Ιουνίου 1976).

Μάλιστα αντιδρώντας απέναντι σε αυτές τις ακρότητες παρατηρούσε πως "η ανάγκη να μιλήσουμε ενάντια στον επικίνδυνο "εκ δεξιών" πειρασμό μας έχει αποτυπωθεί πάνω απ' όλα από πολύ σεβαστούς κληρικούς και πιστούς στην Ελλάδα που ακολουθούν το Παλαιό Ημερολόγιο" (Προς π. Νικήτα Παλάση, 16/29 Ιουνίου 1976), αναφερόμενος κυρίως στον π. Θεοδώρητο και τον π. Κυπριανό (μετέπειτα Μητροπολίτη), δηλαδή τους εκφραστές των εκκλησιολογικών θέσεων της μέσης οδού του Αγίου πρ. Φλωρίνης Χρυσοστόμου, τους οποίους ο ίδιος ο π. Σεραφείμ αποκαλούσε "υγιείς εκπροσώπους του Παλαιοημερολογιτισμού στην Ελλάδα" (Προς π. Ιωαννίκιο, 4/17 Νοεμβρίου 1976). 
Για αυτό και αναρωτιόταν για τους υπόλοιπους Παλαιοημερολογίτες: "πρέπει μόνο να επαινούμε τέτοιους ανθρώπους, παρόλο που βλέπουμε ότι σπέρνουν δυσπιστία και διχόνοια στο όνομα της «ορθότητας»;" (Προς π. Παναγιώτη Καρά, 30 Ιουνίου/13 Ιουλίου 1976).
Στον εκ δεξιών κίνδυνο αναφέρεται και σε άλλη επιστολή του: "Εξακολουθούμε να θεωρούμε τον κίνδυνο από την «δεξιά πτέρυγα» - που είναι πατερικό ρητό και όχι έκφραση κομματικής πολιτικής - αρκετά πραγματικό και απειλητικό, και αυτή η άποψη έχει ενισχυθεί για εμάς από πρόσφατες ανακοινώσεις που λάβαμε από αξιοσέβαστα μέλη της Παλαιοημερολογίτικης Εκκλησίας στην Ελλάδα, που μας λένε ότι η «ορθότητα» έχει γίνει «αρρώστια» στην Ελλάδα δεύτερη σε πνευματική βλάβη μετά την αποστασία του Οικουμενισμού. Αυτό στο οποίο αναφέρονται πρωτίστως, φυσικά, είναι οι Ματθαιϊκοί, οι οποίοι πλέον έχουν διακόψει κάθε κοινωνία με τη Σύνοδο μας ακριβώς επειδή οι Επίσκοποι μας αρνούνται να κηρύξουν τα Μυστήρια των Νεοημερολογιτών ως δίχως Χάρη" (Προς π. Παναγιώτη Καρά, 10/23 Αυγούστου 1976).
Λόγω αυτής της στάσης (της αποδοχής των ακραίων ζηλωτικών θέσεων, αλλά και της υπερηφάνειας που αυτή δημιουργεί) ο μακαριστός π.  Σεραφείμ Ρόουζ είχε προφητεύσει τον κατακερματισμό των Παλαιοημερολογιτών της Ελλάδος (αλλά και της Ρωσικής Διασποράς): 
"Η ίδια η παράταξη του Αυξεντίου κινδυνεύει να διασπαστεί σε διάφορες δικαιοδοσίες, κυρίως για ζητήματα υπερηφάνειας και εξουσίας" (Προς Δανιήλ, 29 Μαΐου/11 Ιουνίου 1976). Αυτό συνέβη τα αμέσως επόμενα χρόνια με τα απανωτές διασπάσεις από το 1979 και μετά. 
Για αυτό αμέσως έγραφε φοβούμενος και για το μέλλον της Ρωσικής Διασποράς: "Υπάρχει ένας φόβος, αυξημένος από τη γνώση της κατάστασης του ελληνικού Παλαιοημερολογιτισμού, να πέσουμε σε μια σεχταριστική νοοτροπία - ότι «μόνοι εμείς είμαστε αγνοί»" (στο ίδιο). 
Και σε άλλη επιστολή ακόμη πιο αποκαλυπτικά και ξεκάθαρα: "Η "ορθή πτέρυγα" της Ορθοδοξίας πιθανότατα θα χωριστεί σε πολλές μικρές "δικαιοδοσίες" στο μέλλον, οι περισσότερες από τις οποίες θα αναθεματίζουν και θα αντιμάχονται η μία την άλλη...(Επιστολή προς Αλέξιο Γιανγκ, 2/15 Ιουνίου 1976).
Δεν χρειαζόταν όμως προφητικό χάρισμα για να κατανοήσει κάποιος ότι ο Ακραίος Ζηλωτισμός (ή "Ορθότητα" και "Υπερορθότητα", όπως τον αποκαλούσε ο π. Σεραφείμ) σε όλες τις μορφές και τις εκφάνσεις του (Ματθαιϊκοί. Βοστονίτες, Σακαρελλιστές κλπ.) είναι εκ φύσεως Σχισματογενής (ως αποτέλεσμα της εκ μέρους του απόρριψης της αναγκαιότητας Κρίσεως υπό αρμοδίας Συνόδου), όπως άλλωστε και οι παλαιότερες, όμοιες με αυτόν, αιρέσεις των Δονατιστών (δεκάδες αντιμαχόμενες παρατάξεις στην Βόρεια Αφρική) και των Παλαιόπιστων (δεκάδες αντιμαχόμενες παρατάξεις στην Ανατολική Ευρώπη και την Ρωσία).
Η μόνη λύση για να υπάρχει μέλλον στο Παλαιοημερολογιτικό Κίνημα είναι η απόρριψη της ακραίας (εκ δεξιών) εκκλησιολογίας και η επιστροφή στη μέση βασιλική οδό της Ορθοδόξου Ενστάσεως, όπως την συνόψισε λίαν επιτυχώς ο μακαριστός Μητροπολίτης Κυπριανός εδώ: https://krufo-sxoleio.blogspot.com/2022/09/blog-post_21.html  

(Η αρχή ενός άρθρου του Επισκόπου Κυπριανού στο περιοδικό "The Orthodox Word" [αρ. 93/Ιουλ.-Αυγ. 1980] που εξέδιδαν ο π. Σεραφείμ με τον π. Γερμανό)

Νικόλαος Μάννης

Σάββατο 4 Μαΐου 2024

Λόγος στο Άγιο Πάσχα - Ιερομάρτυρος Θαδδαίου Ουσπένσκι (+1937)


Από τον Κατηχητικό Λόγο του Αγίου Ιωάννη του Χρυσοστόμου που διαβάζεται το Πάσχα και από τους θεόπνευστους ύμνους του Αναστάσιμου Κανόνα που συνέταξε ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, βλέπετε, αδελφοί, σε τί γιορτή και γεύμα προσκαλεί τώρα η Αγία Εκκλησία τα τέκνα της. 

Όλοι να απολαύσουν του «συμποσίου τῆς πίστεως», δηλαδή τον νικηφόρο θρίαμβο για την του «θανάτου νέκρωσι» και του «Ἅδου τὴν καθαίρεσιν» (ωδή ζ΄). Όλοι προσκαλούνται να πιουν «πόμα καινόν» (ωδή γ΄), πίνοντας την πνευματική χαρά που ανέβηκε από τον τάφο του Χριστού, και να συμμετέχουν στο γεύμα στο οποίο προσφέρεται ο αμνός που σφαγιάστηκε για τις αμαρτίες του κόσμου, ο Ιησούς Χριστός. Γνωρίζουμε όμως ότι σε διάφορα μέρη οι Χριστιανοί αρχίζουν άλλου είδους γεύμα εκείνη την ίδια στιγμή του Πάσχα, για να μεταφέρουν τον θρίαμβο αυτής της γιορτής στους εαυτούς τους.

Μη βιάζεσαι, λοιπόν, αδερφέ, να αφήσεις το πνευματικό αυτό γεύμα και την ευφροσύνη το συντομότερο δυνατό, για να στραφείς σε επίγειες σαρκικές χαρές και απολαύσεις. Τουλάχιστον τώρα, όταν προσφέρεται άφθονο πνευματικό γεύμα, δεν είναι σωστό να προσέχεις την «βρῶσιν τὴν ἀπολλυμένην» (Ιω. ϛ΄ 27) και να δίνεις ολόψυχα την προσοχή σου στις γήινες απολαύσεις. Εν τω μεταξύ, δυστυχώς, βλέπουμε ότι πολλοί Χριστιανοί αυτήν την ημέρα βιάζονται πολύ να αφήσουν την πνευματική χαρά προς τιμή του αναστημένου Κυρίου και να στραφούν σε επίγειες χαρές: δεν θέλουν να υπερασπιστούν [με την συμμετοχή τους] ούτε την πιο σημαντική Λειτουργία, την Λειτουργία της μεγαλύτερης Χριστιανικές Εορτής. Τί κάνεις; Αλήθεια, αδερφέ, νήστεψες γι' αυτόν τον σκοπό, δηλαδή νήστεψες και έκαμψες τα πάθη σου κατά τη νηστεία, ώστε μετά το τέλος της, να τους δώσεις ακόμα μεγαλύτερη ελευθερία;

Αλήθεια γι' αυτόν τον λόγο οδηγήθηκες στη χαρά της Αναστάσεως, ώστε τις άγιες ημέρες να αφοσιωθείς περισσότερο από όλα στις σαρκικές, και μερικές φορές πολύ ποταπές, απολαύσεις; Εχθές έψαλες μαζί με την Αγία Εκκλησία: «Σιγησάτω πᾶσα σάρξ βροτεία, καὶ στήτω μετὰ φόβου καὶ τρόμου, καὶ μηδὲν γήϊνον ἐν ἑαυτῇ λογιζέσθω», και τώρα ήρθε η ώρα να φωνάξει η σάρκα και να σιωπήσει το πνεύμα, σκεπτόμενος μόνο τα γήινα πράγματα; Τις ημέρες της Μεγάλης Εβδομάδας, η Αγία Εκκλησία, μέσα από το Ευαγγέλιο και άλλα αναγνώσματα ή ύμνους, απεικόνιζε μπροστά στα μάτια σου τα πάθη του Χριστού: τους ξυλοδαρμούς, τα ραπίσματα στα μάγουλα, το φτύσιμο, το ακάνθινο στεφάνι, τη Σταύρωση στον Σταυρό κ.λπ., που τα υπέμεινε ο Χριστός για να θανατώσει τα πάθη σου, και τώρα που ψάλλεις: «Χθὲς συνεθαπτόμην σοι Χριστὲ  (δηλ. πέθανα για τα πάθη) συνεγείρομαι σήμερον» (ωδή γ΄), εννοείς ότι ήρθε η ώρα να αναστήσεις τα πάθη και να πεθάνεις πάλι στο πνεύμα; Εκτός αν θυμάσαι τα Παθήματα του Χριστού με αδιάφορη ψυχρότητα καρδιάς ή συγκινήθηκες για λίγο μόνο και αμέσως μετά τα λησμόνησες... Άλλωστε, αν με ειλικρινή αγάπη για τον Πάσχοντα Θεό, σαν «εν Χριστώ θαμμένος», άκουγες τις ευαγγελικές περικοπές, τα αναγνώσματα και τους εκκλησιαστικούς ύμνους τις ημέρες της Μεγάλης Εβδομάδας, αντιλαμβανόμενος έτσι μέσα σου τους πλούσιους θησαυρούς της άφθαρτης πνευματικής ζωής, του Χριστού, τότε το πνεύμα σου δεν θα μπορούσε να συγκρατήσει μέσα του τις εκρήξεις πνευματικής απόλαυσης την ημέρα της Αναστάσεως, όπως ο Τάφος του Χριστού δεν μπόρεσε να κρατήσει την Πηγή της ζωής. Μήπως θέλεις ήδη να σφραγίσεις την καρδιά σου σε αυτές τις παρορμήσεις, όπως οι Εβραίοι σφράγισαν το φέρετρο, σκεπτόμενοι να κρύψουν τη ζωή όλων σε αυτό; Αντί να ζωντανέψεις με πνεύμα αυτήν την ημέρα, που η Ζωή έχει λάμψει από τον ίδιο τον Τάφο, μήπως θέλεις να κάνεις την καρδιά σου τάφο, γεμάτο με τη διαφθορά των σαρκικών παθών που σκοτώνουν τη ζωή του πνεύματος;

Ας ακούσουμε λοιπόν, αδελφοί, το συγκινητικό κάλεσμα του Αναστάντος Χριστού, που μας απευθύνει μέσω του λόγου του Προφήτου [Σοφονίου], που ακούσαμε χθες: «ὑπόμεινόν με, λέγει Κύριος, εἰς ἡμέραν ἀναστάσεώς μου» (Σοφ. γ΄ 8). Και αν οι αδυναμίες της σάρκας καταστέλλουν τις ορμές της υψηλής πνευματικής χαράς και μας εμποδίζουν να δοξάσουμε τον αναστημένο Χριστό με ζήλο αγάπης, τότε τουλάχιστον να Τον ανεχθούμε την ημέρα της Αναστάσεως. Και αν δεν μπορούμε όλες τις μέρες, τότε τουλάχιστον μέχρι εκείνη την ώρα, όσο η Αγία Εκκλησία [στη Θεία Λειτουργία] συνεχίζει να Τον δοξάζει! Να προσπαθήσουμε να είμαστε μαζί Του όσο το δυνατόν περισσότερο, για να Τον «κρατάμε», όπως έκαναν οι ταξιδιώτες της Εμμαούς, των οποίων οι καρδιές έκαιγαν από μια γλυκιά συνομιλία με τον Κύριο που τους εμφανίστηκε στο δρόμο (βλ. Λουκ. κδ΄ 32). Ας απορρίψουμε έστω για λίγο εκείνες τις γήινες απολαύσεις, ιδιαίτερα τις κτηνώδεις σαρκικές, που διώχνουν από την καρδιά το γλυκό συναίσθημα της αγάπης για τον Χριστό και την επιθυμία να είμαστε συνέχεια μαζί Του! Αμήν.

* * *

(Εκφωνήθηκε στην εκκλησία του Θεολογικού Σεμιναρίου του Όλονετς στις 2 Απριλίου 1906)

Σύντομο βιογραφικό σημείωμα του Ιερομάρτυρος Θαδδαίου: https://proskynitis.blogspot.com/2013/12/18-1937.html

Η παραπάνω Εικόνα της Αναστάσεως είναι έργο του διάσημου αγιογράφου Ονουφρίου Νεοκαστρίτη (ΙΣΤ΄ αι.).

Πέμπτη 2 Μαΐου 2024

Κατανυκτική προσευχή μπροστά στον Εσταυρωμένο - Ιερού Αυγουστίνου

 

Τί ἔκαμες, ὦ Χριστέ μου, διὰ τὸ ὁποῖον καὶ τοιαύτην δίκην πληρώνεις;

Τί, ὦ Κύριέ μου, ἵνα τὰ τοσαῦτα δεινὰ ὑποφέρεις;

Ποία ἡ ενοχή Σου! Ποία ἡ τοῦ θανάτου σου αἰτία; Ποία ἡ πρόφασις τῆς καταδίκης σου;


Ἐγὼ εἶμαι ἡ πληγὴ τοῦ ἄλγους Σου.

Ἐγὼ ὁ ὑπεύθυνος τῆς σφαγῆς Σου.

Ἐγὼ ἡ ἀφορμὴ τοῦ θανάτου σου καὶ τοῦ ἐγκλήματος διὰ τὸ ὁποῖον ἐγένετο ἡ ἐκδίκησις ἐπὶ Σοῦ.

Ἐγὼ τοῦ Πάθους Σου ὁ μώλωψ καὶ ὁ πόνος τῆς ὁδύνης Σου!


Ὦ κρίματος ξένου καὶ παραδόξου!

Ὦ διατάξεως μυστηρίου ἀνερμηνεύτου!

Ἀμαρτάνει ὁ παραβάτης, καὶ κολάζεται ὁ δίκαιος!

Πλημμελεῖ ὁ πταίστης, καὶ μαστιγοῦται ὁ ἀθῶος!

Προσκρούει ὁ ἄνομος, καὶ ὁ ὅσιος κατακρίνεται!

Ἐκεῖνο τὸ ὁποῖον ἔπρεπε νὰ πάθῃ ὁ φαῦλος ὑπομένει ἀντ᾿ αὐτοῦ ὁ αγαθός.

Διὰ τὸ κακούργημα τοῦ δούλου, πληρώνει ὁ Κύριος.

Διὰ τὸ πταῖσμα τοῦ ἀνθρώπου, ὑποφέρει ὁ Θεός.


Ὦ πόσον, ὦ Υἱὲ τοῦ Θεοῦ, πόσον ἐπεξετάθη ἡ ταπείνωσίς σου, συγκαταβᾶσα!

Πόσον ἔνθερμος ἐδείχθη ἡ ἀγάπη Σου!

Πόσον ὑπερπλεόνασε τὸ ἔλεός Σου!

Πόσον ἐμεγαλύνθη ἡ ἀγαθότης Σου!

Πόσον ἄπειρος ἐδείχθη ἡ στοργή Σου!

Πόσον οἱ οἰκτιρμοί Σου ἐφάνησαν ἀνεξάντλητοι!


Αὐτὸς μὲν ἐγὼ ἡμάρτησα, Σὺ δὲ ἀντ᾿ ἐμοῦ κατεδικάσθης.

Ἐγὼ τὸ πονηρὸν ἔπραξα, Σὺ δὲ κατεκρίθης.

Ἐγὼ ἡμάρτησα, καὶ Σὺ ἐμαστιγώθης.

Ἐγὼ ὑπερηφανεύθην, καὶ Σὺ ἐταπεινώθης.

Ἐγὼ ἐν τῇ ἀλαζονείᾳ ὑπερήρθην, καὶ Σὺ ἐν τῇ χλεύῃ ἐξουθενήθης.

Ἐγὼ παρήκουσα, καὶ Σὺ εἰς τὸν Πατέρα ὑπακούσας ἐπλήρωσες τὸ πταῖσμα τῆς παρακοῆς μου.

Ἐγὼ ἀκρατὴς ἐδείχθην καὶ ἔφαγον ἐκ τοῦ ἀπαγορευμένου καρποῦ, καὶ Σὺ ἐπείνασας.

Ἐμὲ τὸ ξύλον τοῦ παραδείσου πρὸς τὴν ἀθέμιτον ἔθελξεν βρῶσιν, Σὲ δὲ ἡ τελεία ἀγάπη ἐπὶ τὸ ξύλον τοῦ Σταυροῦ ἀνεβίβασε.

Ἐγὼ τῆς τρυφῆς ἀπολαύω, Σὺ δὲ ἐπὶ τοῦ Σταυροῦ ὀδυνᾶσαι.

Ἐγὼ καθηδυπαθῶ, Σὺ δὲ διασπαράττεσαι διὰ τῶν ἥλων.

Ἐγὼ ὑπὸ τῆς γλυκύτητος τοῦ καρποῦ ηὐφράνθην, Σὺ δὲ τῆς πικρᾶς χολῆς ἐγεύθης.

Μετ᾿ ἐμοῦ συντρυφᾷ προσγελῶσα ἡ Εὔα, εἰς Σὲ δὲ σπαράσσεται ὁλοφυρομένη καὶ συναλγοῦσα ἡ πάναγνός Σου Μήτηρ.

Ἰδοῦ ὑπερένδοξε Βασιλεῦ, φανερὰ εἶναι ἡ ἑμὴ ἀνοσιουργία, καὶ ἡ ἐν Σοὶ εὐσπλαγχνία, 

καὶ ἡ ἀδικία ἡ ἰδική μου, καὶ ἡ ἰδική Σου δικαιοσύνη!


Τί λοιπόν, ὦ Βασιλεῦ μου καὶ Θεέ!

Τί νὰ Σοῦ ἀνταποδώσω περὶ πάντων, ὦν ἀνταπέδωκάς με;

Οὐδὲ δύναται νὰ εὕρῃ τις ἐν τῇ καρδίᾳ τοῦ ἀνθρώπου, ὅτι θὰ ἦτο τῳόντι ἄξιον νὰ ἀνταποδοθῆ ὑπὸ τοιοῦτων χαρίτων!


Μεγαλύνομεν τὸ ἔλεός Σου τὸ ἄπειρον, Κύριέ μου.

Δοξάζομέν Σου τὴν ἀνείκαστόν Σου ἀγαθωσύνην καὶ βοῶμέν Σοι.

Ὁμολογοῦμεν τὴν χάριν Σου.

Οὐ κρύπτομεν τὸ ἔλεός Σου. 

Κηρύττομεν τὴν εὐεργεσίαν Σου.

Προσκυνοῦμεν Σου τὰ Πάθη, Χριστέ.

Δείξον ἡμῖν καὶ τὴν ἔνδοξόν Σου Ἀνάστασιν

καὶ εἰρήνευσον τὴν ἁγίαν Σου Ἐκκλησίαν εἰς δόξαν Σου. Ἀμήν.

Τρίτη 30 Απριλίου 2024

ΣΥΝΟΨΗ ΤΗΣ ΗΘΙΚΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ (Μέρος 21ο)

 Αγίου Μητροπολίτου Φιλαρέτου της Ρωσικής Διασποράς (+1985)

21. Η χριστιανική αγάπη

Η χριστιανική αγάπη ως βασική αρχή της ηθικής.
Τα χαρακτηριστικά της γνωρίσματα. Ο ύμνος της χριστιανικής αγάπης
του Αποστόλου Παύλου – Κεφάλαιο ΙΓ΄ της Α΄ προς Κορινθίους επιστολής.

Είδαμε ότι εκείνα τα ηθικά συστήματα που δεν δέχονται την διδασκαλία του Ευαγγελίου για την χριστιανική αγάπη ως βάση τους, αποδεικνύονται αβάσιμα. Η χριστιανική ηθική βασίζεται εξ ολοκλήρου στο νόμο της αγάπης. Αυτή η αγάπη είναι και η βάση της και η κορυφή της.

Τί είναι όμως η χριστιανική αγάπη; Φυσικά, στην πλήρη ανάπτυξή της είναι το πιο υψηλό, ισχυρό και ζωντανό από όλα τα ανθρώπινα συναισθήματα. Αντιπροσωπεύει την εμπειρία μιας ιδιαίτερης πνευματικής και ηθικής εγγύτητας, την ισχυρότερη εσωτερική έλξη ενός ανθρώπου προς τον άλλο. Η καρδιά ενός στοργικού προσώπου είναι ανοιχτή σε αυτόν που αγαπά και αυτός που την έχει είναι, σαν να λέγαμε, έτοιμος να τον δεχτεί και να τον ελκύσει στον εαυτό του. Στην αγάπη του, δέχεται τον άλλο μέσα του και δίνει τον εαυτό του στον άλλο. «Κορίνθιοι, ἡ καρδία ἡμῶν πεπλάτυνται· οὐ στενοχωρεῖσθε ἐν ἡμῖν»[1], έγραφε ο Απόστολος Παύλος στα αγαπημένα του πνευματικά τέκνα. «Ἐν τούτῳ γνώσονται πάντες ὅτι ἐμοὶ μαθηταί ἐστε, ἐὰν ἀγάπην ἔχητε ἐν ἀλλήλοις»[2], – είπε ο ίδιος ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός στους Αποστόλους Του (και μέσω εκείνων σε όλους εμάς τους Χριστιανούς).

Η χριστιανική αγάπη είναι ένα ιδιαίτερο συναίσθημα που φέρνει ένα άτομο πιο κοντά στον Θεό, ο Οποίος είναι Αγάπη, σύμφωνα με τον λόγο του αγαπημένου Του Αποστόλου[3]. Στην σφαίρα των γήινων συναισθημάτων δεν υπάρχει ανώτερο συναίσθημα από το αίσθημα της μητρικής αγάπης, σε ετοιμότητα για αυτοθυσία. Και όλη η ιστορία της σχέσης του Θεού με τον άνθρωπο είναι μια συνεχής ιστορία αυτοθυσίας της ουράνιας αγάπης. Ο Επουράνιος Πατέρας, οδηγεί τον αμαρτωλό, τον εχθρό και τον προδότη Του, από το χέρι σαν να λέγαμε, στην σωτηρία και δεν λυπάται τον Μονογενή Υιό Του για την σωτηρία του. Ο Υιός του Θεού, αφού κατέβηκε από τον ουρανό, ενσαρκώνεται, υποφέρει και πεθαίνει για να δώσει στον αμαρτωλό, μέσω της Ανάστασης, την ευλογημένη αιωνιότητα που έχασε με την προδοσία του. Και πριν το Πάθος Του, δίνει στους πιστούς Του μια διαθήκη, σαν να λέγαμε, μια εντολή, ένα ιδανικό: «ἀγαπᾶτε ἀλλήλους καθὼς ἠγάπησα ὑμᾶς…»[4].

Αυτό είναι το ιδανικό της ανιδιοτελούς χριστιανικής αγάπης. Αγκαλιάζει τους πάντες: όχι μόνο φίλους, αλλά και εχθρούς. Ο Κύριος λέει ευθέως στο Ευαγγέλιο: «Εἰ ἀγαπᾶτε τοὺς ἀγαπῶντας ὑμᾶς, ποῖα ὑμῖν χάρις ἐστί; Καὶ γὰρ οἱ ἁμαρτωλοὶ τοὺς ἀγαπῶντας αὐτοὺς ἀγαπῶσι. Καὶ ἐὰν ἀγαθοποιῆτε τοὺς ἀγαθοποιοῦντας ὑμᾶς, ποῖα ὑμῖν χάρις ἐστί; Καὶ γὰρ οἱ ἁμαρτωλοὶ τὸ αὐτὸ ποιοῦσι….»[5]. Με αυτό ο Κύριος μας προειδοποιεί ενάντια στην εγωιστική ιδιοτελή φύση της μη χριστιανικής, παγανιστικής αγάπης. Σε μια τέτοια εγωιστική αγάπη, το κύριο πράγμα είναι το δικό μας «εγώ», η αυτοϊκανοποίησή μας από αυτό το συναίσθημα. Σε εμάς όμως τους Χριστιανούς ο Κύριος πρόσταξε και κάτι άλλο: «Ἀγαπᾶτε τοὺς ἐχθροὺς ὑμῶν, καλῶς ποιεῖτε τοῖς μισοῦσιν ὑμᾶς, εὐλογεῖτε τοὺς καταρωμένους ὑμῖν, προσεύχεσθε ὑπὲρ τῶν ἐπηρεαζόντων ὑμᾶς….»[6].  Έτσι, ένας Χριστιανός αγαπά τους άλλους ανθρώπους όχι για την ευγενική ή την υπομονετική στάση τους απέναντι του, αλλά επειδή του είναι αγαπητοί από μόνοι τους, και η αγάπη του αναζητά την σωτηρία τους, ακόμα κι αν είναι εχθρικοί προς αυτόν.

Αλλά, ίσως, σε κανένα μέρος της Αγίας Γραφής δεν αποκαλύπτεται η ουσία και οι ιδιότητες της χριστιανικής αγάπης όπως στο ΙΓ΄ κεφάλαιο της Α΄ Επιστολής του Αποστόλου Παύλου προς τους Κορινθίους. Δεν είναι τυχαίο που οι ερμηνευτές της Αγίας Γραφής αποκαλούν αυτό το κεφάλαιο ύμνο της χριστιανικής αγάπης. Σε αυτό, ο Απόστολος συγκρίνει την χριστιανική αγάπη με διάφορα πνευματικά χαρίσματα και αρετές και, ονομάζοντας αυτή την αγάπη ως τον πιο εξαιρετικό δρόμο (στο τέλος του προηγούμενου ΙΒ΄ κεφαλαίου)[7], εξηγεί με ακαταμάχητη πειστικότητα πόσο ανώτερο είναι από όλα τα άλλα ανθρώπινα χαρίσματα και εμπειρίες.

«Ἐὰν ταῖς γλώσσαις τῶν ἀνθρώπων λαλῶ καὶ τῶν ἀγγέλων, ἀγάπην δὲ μὴ ἔχω», λέει ο Απόστολος, «γέγονα χαλκὸς ἠχῶν ἢ κύμβαλον ἀλαλάζον»[8], δηλαδή είμαι σαν κάποια άψυχα αντικείμενα που ενεργούν μόνο στην εξωτερική ακοή ενός ανθρώπου και όχι στην καρδιά του. Και όλες οι υψηλότερες αρετές – η προφητεία, η γνώση όλων των μυστικών, η θαυματουργή πίστη, ακόμη και τα κατορθώματα της αυταπάρνησης και του μαρτυρίου – δεν είναι τίποτα χωρίς αγάπη, και μόνο από αυτήν αποκτούν την αξία τους[9].

«Ἡ ἀγάπη μακροθυμεῖ, χρηστεύεται, ἡ ἀγάπη οὐ ζηλοῖ, ἡ ἀγάπη οὐ περπερεύεται, οὐ φυσιοῦται, οὐκ ἀσχημονεῖ»[10] – κάνει τον άνθρωπο υπομονετικό, πράο, ταπεινό και καλοπροαίρετο σε όλα. Η αγάπη «οὐ ζητεῖ τὰ ἑαυτῆς, οὐ παροξύνεται, οὐ λογίζεται τὸ κακόν, οὐ χαίρει ἐπὶ τῇ ἀδικίᾳ, συγχαίρει δὲ τῇ ἀληθείᾳ…»[11]. Αυτή είναι η δύναμη που κατακτά τα πάντα, η δύναμη της ταπεινής αγάπης, που καταστρέφει τον εγωισμό και την κακία που φωλιάζουν στην ανθρώπινη καρδιά. Και αυτή η αληθινή αγάπη αναζητά πάντα την αλήθεια και την ορθότητα, και όχι το ψέμα και την δουλοπρέπεια.

Και τέλος η αγάπη «πάντα στέγει, πάντα πιστεύει, πάντα ἐλπίζει, πάντα ὑπομένει. Ἡ ἀγάπη οὐδέποτε ἐκπίπτει…»[12]. Ναι, αυτό είναι σωστό: ουδέποτε. Τίποτε δεν θα την σταματήσει· καμία δοκιμασία, κανένα μαρτύριο, ουδεμία απογοήτευση. Και θα πάει με τον Χριστιανό σε έναν καλύτερο κόσμο και εκεί ακριβώς θα αποκαλυφθεί στην ολότητά της, όταν όχι μόνο τα χαρίσματα της προφητείας και των γλωσσών θα εξαλειφθούν, αλλά και η πίστη και η ελπίδα θα σταματήσουν. Διότι η πίστη θα αντικατασταθεί από την όραση του Θεού, πρόσωπο με πρόσωπο, και η ελπίδα θα έχει γίνει πλέον πραγματικότητα. Μόνον η αγάπη θα βασιλεύει για πάντα και γι’ αυτό ο ίδιος Απόστολος λέει: «Η αγάπη είναι η εκπλήρωση του νόμου»[13].

(συνεχίζεται)


[1] Β΄ Κορ. ϛ΄ 11-12.
[2] Ιω. ιγ΄ 35.
[3] «Ὁ μὴ ἀγαπῶν οὐκ ἔγνω τὸν Θεόν, ὅτι ὁ Θεὸς ἀγάπη ἐστίν» (Α΄ Ιω. δ΄ 4).
[4] Ιω. ιε΄ 12.
[5] Λουκ. ϛ΄ 32-33.
[6] Λουκ. ϛ΄ 27-28.
[7] «Καὶ ἔτι καθ᾿ ὑπερβολὴν ὁδὸν ὑμῖν δείκνυμι» (Α΄ Κορ. ιβ΄ 31).
[8] Α΄ Κορ. ιγ΄ 1.
[9] «Καὶ ἐὰν ἔχω προφητείαν καὶ εἰδῶ τὰ μυστήρια πάντα καὶ πᾶσαν τὴν γνῶσιν, καὶ ἐὰν ἔχω πᾶσαν τὴν πίστιν, ὥστε ὄρη μεθιστάνειν, ἀγάπην δὲ μὴ ἔχω, οὐδέν εἰμι. Καὶ ἐὰν ψωμίσω πάντα τὰ ὑπάρχοντά μου, καὶ ἐὰν παραδῶ τὸ σῶμά μου ἵνα καυθήσωμαι, ἀγάπην δὲ μὴ ἔχω, οὐδὲν ὠφελοῦμαι» (Α΄ Κορ. ιγ΄ 2-3).
[10] Α΄ Κορ. ιγ΄ 4-5.
[11] Α΄ Κορ. ιγ΄ 5-6.
[12] Α΄ Κορ. 7-8.
[13] «Πλήρωμα οὖν νόμου ἡ ἀγάπη» (Ρωμ. ιγ΄ 10).


ΠΗΓΗ: https://imlp.gr/2024/04/29/%cf%83%cf%85%ce%bd%ce%bf%cf%88%ce%b7-%cf%84%ce%b7%cf%83-%ce%b7%ce%b8%ce%b9%ce%ba%ce%b7%cf%83-%ce%b8%ce%b5%ce%bf%ce%bb%ce%bf%ce%b3%ce%b9%ce%b1%cf%83-%ce%bc%ce%ad%cf%81%ce%bf%cf%82-21%ce%bf/

Σάββατο 20 Απριλίου 2024

Για την, εκ δεξιών του Πατρός, καθέδρα του Χριστού - Ιερού Αυγουστίνου

"Πιστεύουμε επίσης [εις Χριστόν] "καθεζόμενον ἐκ δεξιῶν τοῦ Πατρός". Αυτό, ωστόσο, δεν πρόκειται να μας οδηγήσει στο να υποθέσουμε ότι ο Θεός Πατήρ είναι, σαν να λέγαμε, οριοθετημένος από ανθρώπινη μορφή, έτσι ώστε, όταν Τον σκεφτόμαστε, να πρέπει να προτείνεται στο μυαλό μια δεξιά ή μια αριστερή πλευρά. Ούτε, πάλι, όταν λέγεται έτσι ρητά ότι ο Πατέρας κάθεται, πρέπει να φανταστούμε ότι αυτό γίνεται με λυγισμένα γόνατα, για να μη πέσουμε σε αυτή την ιεροσυλία, την οποία [αντιμετωπίζει] ο Απόστολος κακίζοντας εκείνους που "ἤλλαξαν τὴν δόξαν τοῦ ἀφθάρτου Θεοῦ ἐν ὁμοιώματι εἰκόνος φθαρτοῦ ἀνθρώπου" [Ρωμ. α΄ 23]. Διότι είναι παράνομο για έναν Χριστιανό να στήσει μια τέτοια εικόνα για τον Θεό σε έναν ναό. Είναι πολύ πιο πονηρό [επομένως] να την στήσει στην καρδιά, η οποία είναι πραγματικά ο ναός του Θεού (υπό την προϋπόθεση βεβαίως να είναι καθαρισμένη από τη γήινη επιθυμία και την πλάνη). Αυτή η έκφραση, "'ἐκ δεξιῶν", επομένως, πρέπει να γίνει κατανοητή ότι σημαίνει μια θέση στην υπέρτατη ευλογία, όπου είναι η δικαιοσύνη, η ειρήνη και η χαρά. Όπως ακριβώς τα ερίφια βρίσκονται στα αριστερά [βλ. Ματθ. κε΄ 33], δηλαδή στη δυστυχία, λόγω της αδικίας, των πόνων και των βασανιστηρίων. Και σύμφωνα με αυτό, όταν λέγεται ότι ο Θεός κάθεται, η έκφραση δεν υποδηλώνει μια στάση των μελών, αλλά μια δικαστική εξουσία, η οποία ποτέ δεν λείπει από αυτή τη Μεγαλειότητα, καθώς πάντα απονέμει στον καθένα ότι του αξίζει· αν και στην Έσχατη Κρίση η αναμφισβήτητη λαμπρότητα του Μονογενούς Υιού του Θεού, του Κριτού ζώντων και νεκρών, είναι προορισμένη να λάμψει πολύ πιο καθαρά μεταξύ των ανθρώπων" (PL 40, 188).

(Από το έργο του Αγίου Αυγουστίνου "Περί της Πίστεως και του Συμβόλου της Πίστεως")

Παρασκευή 19 Απριλίου 2024

ΣΥΝΟΨΗ ΤΗΣ ΗΘΙΚΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ (Μέρος 20o)

 Αγίου Μητροπολίτου Φιλαρέτου της Ρωσικής Διασποράς (+1985)

20. Μη χριστιανικά συστήματα ηθικής

Ευδαιμονισμός (Επικουρισμός) και Ωφελιμισμός (η φιλοσοφία του κοινού καλού).
Η αποτυχία αυτών των συστημάτων ηθικής.

Είναι εύκολο να δούμε ότι όλες οι λεπτομέρειες της σχέσης ενός Χριστιανού με τον πλησίον του που έχουμε εξετάσει -πραότητα, ειρήνη, καλοσύνη, κ.λπ.- μας οδηγούν σε μια αρετή, την κύρια και βασική. Αυτή η αρετή είναι η χριστιανική αγάπη, η θεμελιώδης αρχή της χριστιανικής ηθικής.

Εκτός από την διδασκαλία περί ηθικής που προσφέρεται από τον Χριστιανισμό, υπάρχουν μη χριστιανικά, κοσμικά συστήματα ηθικής. Ενώ συμφωνούν σε πολλά από τα σημεία τους με την διδασκαλία της χριστιανικής ηθικής, αυτά τα συστήματα, ωστόσο, αρνούνται να αναγνωρίσουν την αρχή της χριστιανικής αγάπης ως βάση της διδασκαλίας της ηθικής. Φαίνονται να φοβούνται από το ύψος της αγάπης που διατάσσει το Ευαγγέλιο, και αναζητούν ευκολότερες και πιο αποδεκτές αρχές για τον εαυτό τους.

Από αυτά τα κοσμικά ηθικά συστήματα, τα πιο γνωστά και, ταυτόχρονα, τα πιο διαδεδομένα στην πρακτική ζωή είναι ο Ευδαιμονισμός και ο Ωφελιμισμός.

Ο Ευδαιμονισμός (αλλιώς γνωστός ως Επικουρισμός[1]) τοποθετεί την εγγενή επιθυμία για ανθρώπινη ευτυχία ως βάση της ηθικής. Ταυτόχρονα, ως ευτυχία εδώ νοείται το άθροισμα των απολαύσεων και των ηδονών, οι οποίες κάνουν την ζωή ενός ανθρώπου ευχάριστη και ευτυχισμένη. Ωστόσο, οι ευδαιμονιστές διίστανται στις απόψεις τους σχετικά με το τί είδους απολαύσεις πρέπει να αναζητά ένα άτομο που θέλει να είναι «ευτυχισμένο». Μερικοί από αυτούς (ίσως η πλειοψηφία) μιλούν σχεδόν αποκλειστικά για χονδροειδείς, αισθησιακές απολαύσεις. Περί ενός τέτοιου χονδροειδούς ευδαιμονισμού ο Απόστολος Παύλος παρατήρησε: «φάγωμεν καὶ πίωμεν, αὔριον γὰρ ἀποθνήσκομεν»[2]. Άλλοι ευδαιμονιστές, επικαλούμενοι το γεγονός ότι το πάθος για αισθησιακές απολαύσεις καταστρέφει το σώμα και την ψυχή ενός ατόμου, συνιστούν να μην παρασυρθεί κανείς από αυτές, αλλά να επιτύχει απολαύσεις πιο σταθερές και διαρκείς, καθώς και πιο πνευματικές. Αυτές είναι, για παράδειγμα, η μουσική, η ποίηση και, γενικά, διάφορα είδη τέχνης και επιστήμης.

Αλλά, φυσικά, ούτε με τη μία ούτε με την άλλη μορφή ο ευδαιμονισμός είναι αποδεκτός για έναν Χριστιανό ως η βασική αρχή της ηθικής. Το κύριο ερώτημα της ηθικής είναι η διαφορά μεταξύ αγαθού και κακού, μεταξύ του τι είναι καλό και τί είναι κακό. Ενώ ο ευδαιμονισμός αναφέρεται στο τί είναι ευχάριστο και τί είναι δυσάρεστο. Ποιός θα υποστηρίξει ότι αυτό είναι το ίδιο πράγμα;! Και είναι σαφές ότι ένας ευδαιμονιστής στην πρακτική ζωή θα είναι πάντα εγωιστής που θα απαιτεί και θα δέχεται πρόθυμα ό,τι του είναι ευχάριστο και θα αρνείται ό,τι του είναι δυσάρεστο (ακόμα κι αν ήταν ευχάριστο και χρήσιμο για τους άλλους). Άρα για ποιά ηθική μπορούμε να μιλήσουμε αν όλοι οι άνθρωποι αρχίσουν να πετυχαίνουν μόνο αυτό που τους αρέσει;…

Ακόμη πιο αβάσιμος και σίγουρα παράλογος είναι ο ευδαιμονισμός από αυστηρή χριστιανική σκοπιά. Ο Χριστιανισμός στρέφει συνεχώς την σκέψη του ανθρώπου προς την αθανασία της ψυχής και την ανθρώπινη αναφορά για την επίγεια ζωή και συμπεριφορά του στην Έσχατη Κρίση. Και τί πρέπει να περιμένουν οι εγωιστές ευδαιμονιστές στην κρίση Εκείνου που θα τους ζητήσει πράξεις αγάπης και βοήθειας για τον πάσχοντα αδελφό τους; Η μοίρα του πλουσίου στην ευαγγελική παραβολή του πλουσίου και του Λαζάρου θα είναι η τρομερή μοίρα τους στην αιωνιότητα. Και δεν μπορεί να είναι διαφορετικά, αφού η βασική αρχή του Χριστιανισμού είναι γνωστή: «Εἰσέλθετε διὰ τῆς στενῆς πύλης· ὅτι πλατεῖα ἡ πύλη καὶ εὐρύχωρος ἡ ὁδὸς ἡ ἀπάγουσα εἰς τὴν ἀπώλειαν, καὶ πολλοί εἰσιν οἱ εἰσερχόμενοι δι᾿ αὐτῆς. Τί στενὴ ἡ πύλη καὶ τεθλιμμένη ἡ ὁδὸς ἡ ἀπάγουσα εἰς τὴν ζωήν, καὶ ὀλίγοι εἰσὶν οἱ εὑρίσκοντες αὐτήν!»[3].

Ένα κάπως καλύτερο σύστημα μη θρησκευτικής ηθικής είναι ο Ωφελιμισμός (γνωστός και ως η φιλοσοφία του κοινού καλού). Κατ’ αυτό, ένα άτομο διατάσσεται να μην κάνει αυτό που του είναι ευχάριστο, αλλά αυτό που του είναι χρήσιμο. Όμως ούτε αυτό το σύστημα ηθικής μπορεί να θεωρηθεί υγιές. Πρώτα απ’ όλα, η ίδια η έννοια του οφέλους δεν συμπίπτει πάντοτε με την ιδέα του καλού, ως κάτι φυσικά καλό. Για παράδειγμα, ένα φάρμακο είναι χρήσιμο για την βελτίωση της υγείας, αλλά χρήσιμο είναι για έναν ληστή και το όπλο του -ένα περίστροφο ή ένα μαχαίρι-, χρήσιμο για την επίτευξη του κακού του στόχου. Έτσι, η αρχή της χρησιμότητας δεν μπορεί να τεθεί ως βάση της ηθικής. Και αν εκφράζεται με απότομη και κοφτή μορφή: «κάντε ό,τι είναι χρήσιμο για σας, δηλαδή ωφέλιμο», τότε δεν είναι σαφές ότι και εδώ υφίσταται ο ίδιος χονδροειδής εγωισμός που έχει ήδη αναφερθεί; Ως εκ τούτου, ορισμένοι ωφελιμιστές φιλόσοφοι προσπαθούν να μετριάσουν αυτή την περίσταση συνιστώντας σε ένα άτομο να αγωνίζεται όχι μόνο για το προσωπικό του όφελος, αλλά και για το κοινό καλό, το κοινό όφελος, στο οποίο, λένε, βρίσκεται το προσωπικό όφελος του καθενός.

Φυσικά, σε αυτή την περίπτωση, ο Ωφελιμισμός εμφανίζεται με μια πιο εξευγενισμένη και εξυψωμένη μορφή, αλλά και εδώ είναι ακόμα αβάσιμος αν δεν υποστηρίζεται από τις υψηλές αρχές του Χριστιανισμού. Πρώτον, το κύριο μειονέκτημά του, δηλαδή η ασυμφωνία μεταξύ των εννοιών του «οφέλους» και του «καλού», παραμένει ακόμη. Δεύτερον, στην πρακτική ζωή υπάρχουν καταστάσεις στις οποίες ένα άτομο μπορεί να συγκρατηθεί από το έγκλημα μόνο με τον θρησκευτικό φόβο: τον φόβο της παραβίασης του νόμου της Υπέρτατης Αλήθειας και όχι με τον ξερό υπολογισμό του Ωφελιμισμού. Για παράδειγμα, ένας πεινασμένος αντιμετωπίζει τον πειρασμό να κλέψει ψωμί ή χρήματα από έναν γείτονα. Τί μπορεί να τον εμποδίσει να το κάνει αυτό; Φυσικά, μόνον η θρησκευτική συνείδηση της αμαρτωλότητας μιας τέτοιας πράξης. Αλλά ο Ωφελιμισμός δεν μπορεί να του δώσει ηθική υποστήριξη σε τέτοιες αμφιταλαντεύσεις. Αφήστε τους ωφελιμιστές να τον διδάξουν να αναζητά όχι το δικό του, αλλά το κοινό καλό -ακριβώς επειδή το προσωπικό του καλό εμπεριέχεται στο κοινό καλό- αλλά αν δεν κλέψει χρήματα ή ψωμί στο όνομα αυτού του «κοινού καλού», μπορεί να πεθάνει της πείνας… Πού είναι λοιπόν εδώ το προσωπικό του όφελος; Στον θάνατο από την πείνα;

Έτσι, εμείς οι Χριστιανοί δεν μπορούμε να αναγνωρίσουμε ούτε τον Ευδαιμονισμό ούτε τον Ωφελιμισμό ως συνεπές σύστημα ηθικής. Και παρόλο που αυτά τα συστήματα ηθικής, αυτές οι επικούρειες-ωφελιμιστικές απόψεις έχουν πλέον διαδοθεί ευρέως, πρέπει να σημειωθεί ότι αυτοί που τις τηρούν είναι συχνά αρκετά αξιοπρεπείς άνθρωποι. Γιατί; Επειδή η κοινή ηθική, οι απόψεις και η οπτική μας για την ζωή εξακολουθούν να φέρουν το αποτύπωμα της επιρροής του Χριστιανισμού. Ο Χριστιανισμός υπάρχει στην ανθρωπότητα για πολλούς αιώνες και έχει αφήσει τη σφραγίδα του σε όλα. Και μόνο γι’ αυτό τον λόγο, άνθρωποι που θεωρούν τους εαυτούς τους ευδαιμονιστές ή ωφελιμιστές, στην πρακτική ζωή είναι χριστιανικά έντιμοι και αξιοσέβαστοι. Μεγάλωσαν, ανατράφηκαν με καθαρά χριστιανικές, υψηλές ηθικές έννοιες, και ως εκ τούτου από πολλές απόψεις παραμένουν Χριστιανοί στην καρδιά, και ακόμη -χωρίς να το συνειδητοποιούν- έχουν βάλει ένα πέπλο χριστιανικού ιδεαλισμού στις ωφελιμιστικές και ευδαιμονιστικές ιδέες τους…


(συνεχίζεται)


[1] Από τον αρχαίο Έλληνα φιλόσοφο Επίκουρο (341-270 π.Χ.).
[2] Α Κορ. ιε΄ 32.
[3] Ματθ. ζ΄ 13-14.


ΠΗΓΗ: https://imlp.gr/2024/04/17/%cf%83%cf%85%ce%bd%ce%bf%cf%88%ce%b7-%cf%84%ce%b7%cf%83-%ce%b7%ce%b8%ce%b9%ce%ba%ce%b7%cf%83-%ce%b8%ce%b5%ce%bf%ce%bb%ce%bf%ce%b3%ce%b9%ce%b1%cf%83-%ce%bc%ce%ad%cf%81%ce%bf%cf%82-20%cf%8c/