Ο ιερομάρτυς Ανατόλιος Ζουρακόφσκι γεννήθηκε το 1897. Αποφοίτησε από το Πανεπιστήμιο του Κιέβου το 1920 και χειροτονήθηκε έγγαμος ιερέας. Το 1923 εξορίστηκε στην περιοχή Μάρι. Το 1924 επέστρεψε στο Κίεβο και έγινε εφημέριος της εκκλησίας της Αγίας Μεγαλομάρτυρος Βαρβάρας στην εκκλησία του Αγίου Νικολάου του Καλού στο Πόντολ. Το 1928 δεν αναγνώρισε τη Διακήρυξη του Μητροπολίτη Σεργίου και εντάχθηκε στους "Ιωσηφίτες". Συνελήφθη το 1930 στην υπόθεση του Πανενωσιακού Κέντρου των Γνησίων Ορθοδόξων (Κατακομβική Εκκλησία). Καταδικάστηκε σε θανατική ποινή, η οποία μετατράπηκε σε 10 χρόνια φυλάκισης σε στρατόπεδο συγκέντρωσης. Εκτελέστηκε σε ηλικία σαράντα ετών στις 20 Νοεμβρίου (3 Δεκεμβρίου ν.η.) 1937.
"Ο ζήλος του οίκου σου..."
Βρίσκεται μπροστά μας η Ιερουσαλήμ, ο μεγαλοπρεπής Ναός, που λαμποκοπά με τις λευκές κολόνες και το χρυσάφι· οι ιερείς, με λευκές στολές, τελούν με μεγαλοπρέπεια τη λατρεία του Κυρίου, κρατώντας θυμιατά στα χέρια. Παντού πλήθος ανθρώπων. Ύμνοι και ψαλμωδίες γεμίζουν τον αέρα. Όμως στους ήχους αυτούς, που υψώνουν δοξολογία στον Θεό, αναμειγνύεται κάποιος θόρυβος, κάποιες κραυγές, που διαταράσσουν την ιερότητα και την αρμονία της λατρείας προς τον Δημιουργό. Τι είναι αυτό; Φαίνεται πως εκεί, στην αυλή, βρίσκονται έμποροι περιστεριών και ζώων, που με τις φωνές τους γεμίζουν τον αέρα. Εκεί γίνεται η πώληση των ζώων που προορίζονται για θυσία· εκεί διεξάγεται αγοραπωλησία, ανταλλαγή χρημάτων, απάτη, ψέμα.
Και τι κάνουν οι ιερείς, οι Φαρισαίοι, οι διδάσκαλοι; Όχι μόνο προσπερνούν αδιάφορα, αλλά μερικοί σταματούν και συμμετέχουν οι ίδιοι σε αυτή την αγοραπωλησία, όντας και οι ίδιοι κερδισμένοι από αυτήν. Βέβαια, υπάρχουν και κάποιοι που τη θεωρούν ακατάλληλη, αλλά ντροπιασμένοι σιωπούν. Γιατί, πράγματι, τι μπορούν να κάνουν, όταν οι περισσότεροι από τους εμπόρους είναι συγγενείς του αρχιερέα Άννα;
Αν ήμουν ζωγράφος ή αρχιτέκτονας, θα απεικόνιζα αυτή τη σκηνή στις πύλες του ναού: Εκείνον με πρόσωπο φλογερό από οργή, τα έντρομα πρόσωπα των εμπόρων, και το κρυμμένο μίσος και την κακία στα μάτια των Φαρισαίων. Και μετά; Θα έρχονταν οι πιστοί, θα προσκυνούσαν, θα ασπάζονταν… Και έπειτα; Θα συνήθιζαν. Διότι οι άνθρωποι, φιλώντας τον Σταυρό, ξεχνούν τον Εσταυρωμένο· φιλούν το Ευαγγέλιο χωρίς να σκέπτονται ή έχοντας ξεχάσει τις αλήθειες που είναι γραμμένες σε αυτό, χωρίς να τηρούν τις εντολές Του.
Πέρασαν τα χρόνια· εκείνοι που έζησαν μαζί Του χάθηκαν· ο Ναός της Ιερουσαλήμ καταστράφηκε. Στη θέση του χτίστηκε νέος ναός: η δική μας Εκκλησία… Μα τι άλλαξε στο εσωτερικό της; Η ίδια εμπορευματοποίηση, οι ίδιες αγοραπωλησίες, ο ίδιος ήχος των χρημάτων. Οι κληρικοί, όπως και τότε, μεγαλοπρεπείς στα άμφιά τους και δουλοπρεπείς προς τους ισχυρούς. Το ίδιο ψέμα, η ίδια απάτη εισχωρεί και εδώ, μέσα στο κατώφλι του ναού. Βέβαια, εδώ δεν προσφέρονται ζώα θυσία· αλλά προσφέρεται η Θυσία του Ίδιου του Κυρίου. Εκεί, πίσω από τις βασιλικές πύλες, δεν βρίσκεται απλώς το Άγιο των Αγίων· βρίσκεται ο Θρόνος του Ίδιου του Θεού, που μας οδηγεί στον Ουρανό. Κι όμως, ακόμη και πέρα από αυτές τις βασιλικές πύλες εισχωρεί ψέμα, ακαθαρσία, και συσσωρεύσεις ανθρώπινων παθών.
Ναι, πολλά έπρεπε να βιώσει και να σταυρώσει στην καρδιά του ο άγιος για να πει αυτά τα λόγια. Τίποτε δεν μπορώ να προσθέσω. Θα ήθελα να αφαιρέσω, αλλά ούτε αυτό μπορώ.
Όταν πριν από μεγάλες γιορτές βλέπουν γύρω από τον ναό εκατοντάδες ανθρώπους, χαίρονται και λένε με υπερηφάνεια: «Κοιτάξτε, υπάρχουν ακόμη πιστοί· εκατοντάδες· δεν χωράς να μπεις μέσα!» Μα οι χιλιάδες, τα εκατομμύρια που έφυγαν σε μακρινές χώρες, πού είναι; Δεν σας ανησυχούν; Εκείνοι που ούτε στην παννυχίδα δεν έρχονται; Οι αδελφές και οι αδελφοί μας, τα παιδιά μας· όλους αυτούς τους χάσαμε· πού είναι;
Λένε πως φταίει το παρόν, η εποχή των διωγμών… Ναι, υπάρχει προπαγάνδα, και μάλιστα μεγάλη, εδώ και δέκα ολόκληρα χρόνια εναντίον της Εκκλησίας. Αλλά το έργο της οικοδόμησής της δεν γινόταν επί δέκα χρόνια, αλλά επί αιώνες, πάνω από χίλια χρόνια· και τι; Όλα πήγαν χαμένα; Ποιος φταίει;
Εμείς, και μόνο εμείς. Εμείς, οι κληρικοί, τους απομακρύναμε· δεν μπορέσαμε να ανταποκριθούμε στις ανάγκες των ψυχών τους. Λένε πως οι χειρότεροι έφυγαν και οι καλύτεροι έμειναν. Αυτό είναι ψέμα. Έφυγαν πολλοί άνθρωποι με εξαιρετικά καλές, ειλικρινείς και ευαίσθητες ψυχές. Γιατί στην προσωπική ζωή, όταν ένας γιατρός ετοιμάζεται για μια σοβαρή επέμβαση, γεμίζει από προσοχή και ένταση; Γιατί ο καλλιτέχνης, όταν ξεκινά το έργο του, είναι γεμάτος δέος και ενθουσιασμό; Μα ο ιερέας, όταν ετοιμάζεται για τη λατρεία και την προσευχή του;… Οι πιο μορφωμένοι, οι πιο καλλιεργημένοι άνθρωποι λένε πως ούτε η τέχνη ούτε η επιστήμη μπορούν να δώσουν τον ενθουσιασμό, την ένταση και την ευτυχία που δίνει η προσευχή. Μόνο εδώ, στον ναό, μπορούμε να γνωρίσουμε τι είναι ομορφιά και ευτυχία. Γιατί λοιπόν άνθρωποι που μπαίνουν τυχαία στον ναό δεν αισθάνονται αυτή την ομορφιά και αυτό τον ενθουσιασμό; Πολύ απλά: επειδή πλέον δεν υπάρχουν σε πολλούς ναούς. Οι ιερείς τελούν τη λατρεία ψυχρά, πρόχειρα, με παραλείψεις· εδώ εισάγονται το ίδιο ψέμα, το ίδιο εμπόριο, η ίδια ακαθαρσία όπως την εποχή του Ιησού Χριστού. Αυτοί οι τυχαίοι οδοιπόροι, αφού σταθούν λίγο, αρχίζουν να νιώθουν τέτοια ανία, τέτοια θλίψη, που φεύγουν ακόμη πιο μακριά, σε μακρινή χώρα.
Μας αρέσει να πηγαίνουμε στον ναό να σταθούμε πλάι στον τοίχο και να κλάψουμε. Η ζωή είναι βαριά. Θέλουμε εδώ να βρούμε παρηγοριά. Είμαστε κουρασμένοι. Κλείνουμε τα μάτια και τα αυτιά μας για να μη βλέπουμε και να μη ακούμε τις διχόνοιες και τις έριδες που συμβαίνουν μέσα στην Εκκλησία. Τι σας νοιάζει; Δεν μπορείτε να κάνετε τίποτε· σταθείτε και κλάψτε, για να μη θεωρηθείτε ενοχλητικοί άνθρωποι που ανακατεύονται σε ξένα πράγματα.
23 Μαΐου 1927
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου