Τρίτη 23 Απριλίου 2019

Ἐπιστολὴ Ϛ΄ περὶ Ἡμερολογίου



Ἀγαπητέ μου κ. Μάννη.
Μὲ μεγάλη προσπάθεια σοῦ γράφω αὐτὲς τὶς γραμμὲς ἀφοῦ μάλιστα ὁ χρόνος τρέχει καὶ τὸ θέμα ποὺ διάλεξα δὲν πρέπει νὰ χάσῃ τὴν ἐπι­καιρότητά του. Ἰδιαίτερος λόγος εἶναι ἡ ἀνάγκη νὰ δώσουμε, οἱ ὀρθό­δοξοι Χριστιανοί, ἀπάντησι σ’ αὐτοὺς ποὺ μᾶς κατηγοροῦν ὅτι ἑορ­τάζουμε τὸ Ἅγιο Πάσχα κατὰ παράβασι τῶν διορισμῶν τῆς Νικαίας.
Αὐτοὶ βέβαια ποὺ μᾶς κατηγοροῦν, φαίνεται πὼς δὲν ἔχουν κανένα σεβασμὸ στοὺς Κανόνες τῶν Ὀρθοδόξων Συνόδων, ἀφοῦ διαρκῶς προ­βάλλουν ὡς παράδειγμα τοὺς παραβάτες τῶν θείων Κανόνων, ὅμως ἐμεῖς πρέπει καὶ νὰ ἀπολογηθοῦμε γιὰ τὸ σεβασμό μας στοὺς γραπτοὺς καὶ ἀγράφους νόμους τῆς  ἀμωμήτου καὶ ἁγιωτάτης Ὀρθοδόξου Ἐκ­κλησίας.
Θὰ μοῦ πῇς τώρα· ἂν τοὺς ἀπαντήσῃς θὰ σταματήσουν νὰ μᾶς κατη­γοροῦν; Σοῦ ἀπαντῶ λοιπὸν· κατηγορηματικὰ Ὄχι, δὲν θὰ σταμα­τήσουν νὰ μᾶς κατηγοροῦν. Ὅμως ἐγὼ δὲν ἀπευθύνομαι σ’ αὐτούς· δὲν κάνω αὐτὸν τὸν κόπο καὶ νὰ πᾶνε χαμένα τὰ λόγια μου. Ἀπευθύνομαι στοὺς Ὀρθοδόξους ἀδελφούς μας, εἴτε αὐτοὶ ἀκολουθοῦν τὸ Νέο εἴτε ἀκο­λουθοῦν τὸ Παλαιὸ Ἡμερολόγιο, καὶ ἴσως προβλη­ματίζονται μὲ αὐτὰ ποὺ ἀκοῦν ἢ αὐτὰ ποὺ διαβάζουν.
Σὲ προηγούμενη λοιπὸν ἐπιστολὴ  κ. Μάννη εἴχαμε ἀναφερθεῖ στὴν πληροφορία ποὺ μᾶς ἔδωσε ὁ Ἅγιος Ἀβρόσιος ὅτι, ἡ Α΄ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος εἶχε θεσπίσει γιὰ τὸν προσδιοριασμὸ τῆς ἡμερομηνίας τοῦ Ὀρθοδόξου Πάσχα τὸν δεκαεννεαετῆ Κύκλο τοῦ Μέτωνος.
Μὲ τὸν Κύκλο αὐτὸν λοιπὸν θὰ ἀσχοληθοῦμε ὀλίγον σήμερον· καὶ θὰ ἐρευ­νήσουμε τὰ κείμενα ἑνὸς μεγάλου θεολόγου τῆς Ἐκκλησίας μας, ὁ ὁποῖος ἐγνώριζε ἀπὸ ὅτι φαίνεται, καὶ μάλιστα ἐγνώριζε πολὺ καλὰ τοὺς διορισμοὺς τῆς Νικαίας, καὶ συνέταξε δικό του Κανόνιο, ἀπόλυτα σύμφωνο μὲ τὸ Κανόνιο ποὺ χρησιμοποιεῖ μέχρι σήμερα ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία. Αὐτὸς ὁ Ἅγιος καὶ Μάρτυς εἶναι ὁ ἅγιος Μάξιμος. Εἶναι ὅμως δύσκολο νὰ ὁμιλήσῃ κανεὶς γιὰ αὐτὸν τὸν Ὁμολογητὴ τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως χωρὶς νὰ ἀναφερθοῦν οἱ ἀγῶνές του, οἱ θυσίες του καὶ ἡ ἀταλάντευτη μέχρι Μαρτυρίου ὁμολογία του. Ἂς εἶναι.
Αὐτὸς λοιπὸν  ὁ Ὁμολογητὴς ἀνακεφαλαιώνει ὅλες τὶς ἀπαντήσεις ποὺ ζητοῦν οἱ ὀρθόδοξοι Χριστιανοὶ σχετι­κὰ μὲ τὸν Πασχάλιο Κανόνα, στὸ «αἰώνιον Πασχά­λιον» ποὺ συνέταξε. Ἡ ἐργασία αὐτὴ τοῦ ἁγίου Μαξίμου κυκλοφορήθηκε στὴν Ἀλεξάν­δρεια περὶ τὰ μέσα τοῦ 7ου αἰῶνος (641 μ.Χ). Τὴν ἐποχὴ ἐκείνη ὁ Ἅγιος βρέθηκε σὲ ἀπέραντη μοναξιὰ μετὰ καὶ τὸν θάνατο τοῦ Πατριάρχου Σωφρονίου καὶ τὴν ὁλοκληρωτικὴ σχεδὸν ἐπικράτησι τοῦ μονοθελη­τισμοῦ στὴν Ἀνατολὴ καὶ ἐπιστρέ­φον­τας ἀπὸ τὴν Συρία στὴ Μονή του στὴν Καρθαγένη, πέρασε ἀπὸ τὴν Ἀλε­ξάνδρεια καὶ φρόντισε νὰ κυκλο­φορηθῇ ἡ ἐργασία του γιὰ τὸ «αἰώνιον Πάσχάλιον».
Τὸ κείμενο ποὺ ἀκολουθεῖ εἶναι ἀπό­σπα­σμα μιᾶς ἐπι­στολῆς ποὺ ἔ­στειλε τὸν ἴδιο χρόνο (ἔτη λα΄ τῆς Βασιλείας Ἡρακλεί­ου) σὲ ἕνα Πατρίκιο ὀνό­ματι Πέτρῳ.
Γιὰ νὰ γίνουν ὅμως πιὸ εὔκολα κατανοητὰ τὰ γραφόμενα ἀπὸ τὸν ἅγιο Μάξιμο πρέπει νὰ γνωρίζουμε ὅτι:
Τὸ ἡλιακὸ ἔτος, καθορίζεται ἀπὸ τὸν ἡλιακὸ δρόμο. Αὐτὸ τὸ ἔτος εἶναι τὸ γνωστό μας Ἡμερο­λογιακὸ  ἔτος. Ἔχουμε ὅμως καὶ τὸ σε­ληνιακὸ ἔτος ποὺ ἄρχίζει πάντοτε μὲ Νέα Σελήνη. Τὰ σεληνιακὰ ἔτη ἔχουν ἄλλοτε 12 καὶ ἄλλοτε 13 σεληνιακοὺς μῆνες. Τὰ σεληνιακὰ ἔτη 12 μηνῶν ­λέγονται κοινὰ καὶ ὅσα ἔχουν 13 μῆνες  λέγονται ἐμβόλιμα διὰ τὴν παρεμβολὴ τοῦ (ἐμβολίμου) 13ου σελη­νιακοῦ μηνός.
Νὰ παρατηρήσουμε τώρα ὅτι, ἡ διάρκεια 12 συνοδικῶν (σεληνιακῶν δηλαδὴ) μηνῶν εἶναι μικρότερη τοῦ ἡμερολογιακοῦ ἔτους κατὰ 11 ἡμέρες περίπου, ἐνῶ ἡ διάρκεια 13 σεληνιακῶν μηνῶν εἶναι μεγα­λύτερη τοῦ ἡμερολογιακοῦ ἔτους κατὰ 19 περίπου ἡμέρες. Αὐτὸ τί σημαίνει;
Ὅτι, ἂν κάποια φορὰ ἄρχισε τὴν ἴδια ἡμέρα ἕνα ἡλιακὸ καὶ ἕνα σεληνιακὸ ἔτος (κοινὴ δηλαδὴ πρωτοχρονιά), ὅταν  ἡ σελήνη θὰ ἔχῃ συμπληρώσει 12 συνοδικὲς περιφορὲς δὲν θὰ ἔχῃ συμπλη­ρωθεῖ ἀκόμη ἕνα ἡλιακὸ ἔτος ἀλλὰ λείπονται γιὰ τὴν συμπλήρωσί του 11 ἡμέρες. Ἂν λοιπὸν ἐκεῖνο τὸ σεληνιακὸ ἔτος εἶναι κοινό,(ἔ­χῃ 12 σε­ληνιακοὺς μῆνες), ἡ νεομηνία τοῦ πρώτου σελη­νι­ακοῦ μηνὸς τοῦ ἑπο­μένου σεληνιακοῦ ἔτους θὰ γίνῃ 11 ἡμέρες πρὶν ἀπὸ τὴν νεομηνία τοῦ ἡλιακοῦ (Ἡμερολογια­κοῦ) ἔτους. Ἂν πάλι τὸ σελη­νιακὸ ἔτος εἶναι ἐμβόλιμο (δηλ. ἔχει 13 σελη­νια­κοὺς μῆνες) ἡ διάρκεια τῶν 13 σεληνιακῶν μηνῶν εἶναι μεγαλύτερη ἀπὸ τὴν διάρκεια τοῦ ἡλιακοῦ ἔτους κατὰ 19 ἡμέρες, ὥστε ὁ πρῶτος μῆνας τοῦ νέου σεληνιακοῦ ἔτους θὰ φθάσῃ 19 ἡμέρες μετὰ τὴν πρωτο­χρο­νιὰ τοῦ ἡμερολο­γιακοῦ (ἡλι­ακοῦ) ἔτους.
Τὰ σεληνιακὰ λοιπὸν ἔτη δὲν ἀρχίζουν σὲ σταθερὴ ἡμερο­μηνία ὅπως τὰ ἡλιακά· ὅμως συμβαίνει κάτι θαυμαστό. Ὅλες οἱ νεομηνίες τῶν σεληνι­ακῶν ἐτῶν εἴτε αὐτὰ εἶναι κοινὰ εἴτε εἶναι ἐμβόλιμα βρίσκονται σὲ ἕνα διάστημα ἑνὸς μηνός· τὸν μῆνα δὲ αὐτὸν ἡ Γραφὴ τὸν ὀνομάζει  «ἀρχὴ μηνῶν»[1], γιατὶ ἔχει μέσα του τὶς νεομηνίες ὅλων τῶν σελη­νιακῶν ἐτῶν.
Ἐπίσης συνολικὰ μετὰ ἀπὸ 19 ἡμερολογιακὰ ἔτη ἐπανέρχονται  οἱ ἴδιες νουμηνίες τῶν σεληνιακῶν ἐτῶν. Γι’ αὐτὸ καὶ ἡ ἐπαναλαμβανό­μενη περίοδος τῶν 19 ἐτῶν λέγεται Μετώνειος Κύκλος καὶ αὐτὸν τὸν Μετώνειο Κύκλο έθέσπισε ἡ Α΄ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος καὶ ἀπὸ αὐτὸν τὸν Κύκλο ἀπορρέουν οἱ διορισμοὶ τῆς Νικαίας.
Τὸ πρωτότυπο κείμενο (ἀπόσπασμα τῆς ἐπιστολῆς τοῦ ἁγίου Μαξίμου) θὰ τὸ θέσουμε στὴν Ὑποσημείωσι καὶ θὰ ἐπιχειρήσουμε μιὰ ἐλεύθερη ἑρμηνεία τῶν λόγων τοῦ Ὁμολογητοῦ καὶ Μάρτυρος.
 «Περὶ τῆς κατὰ τὸ νομικὸν Πάσχα ὑπερ­βάσε­ως, καὶ τῆς κατὰ Χρι­στὸν τελετῆς, ἐκ ποίας αὕτη, καὶ μέχρι ποίας ἡμέρας κανονίζεται» [2] .
Γράφει λοπὸν ὁ ἅγιος Μάξιμος στὸν Πατρίκιον Πέτρον: «Πρέπει δὲ νὰ σοῦ ἐπισημάνω  καὶ τὸν μῆνα ποὺ ἔχει μέσα του τὶς νεομηνίες τοῦ πρώτου μηνὸς τῶν σεληνι­ακῶν ἐτῶν· αὐτὸν τὸν μῆνα τὸν ὀνομάζουν μερικοί Πασχάλιο μῆνα. Ἂν λοιπὸν λάβουμε ὑπ’ ὄψι πρῶτον ὅτι ὁ σελη­νι­ακὸς μῆνας ἔχει διάρκεια περίπου 29 ἡμερῶν καὶ δεύτερον ὅτι ὅταν συμπλη­ρωθοῦν 12 σεληνιακοὶ μῆνες ὑπολοί­πονται ἀκόμη ἄλλες 11 ἡμέρες προκειμένου νὰ συμπλη­ρωθῇ τὸ ἡμερολογιακὸ (ἡλιακὸ) ἔτος, θὰ φθάσουμε στὸ συμπέρασμα ὅτι:
Ὅλες οἱ νουμηνίες τοῦ πρώτου μηνὸς τῶν σεληνι­ακῶν ἐ­τῶν βρίσκονται μέσα στὸ διάστημα ἀπὸ 8 Μαρτίου μέχρι 5 Ἀπριλίου. Καὶ τὸ διάστημα μεταξὺ τῶν δύο παραπάνω ἡμερομηνιῶν εἶναι διάστημα ἑνὸς μηνὸς.
Ἂν τώρα ἀναβιβάσουμε κατὰ 13 ἡμέρες τὴν ἡμερομηνία  κάθε νουμη­νίας τοῦ πρώτου μηνὸς τῶν σεληνι­ακῶν ἐτῶν, θὰ βροῦμε τὶς ἡμερομη­νίες τῶν Πανσε­ληνιακῶν ἡμερῶν στὶς ὁποῖες οἱ Ἑβραῖοι ἑόρταζαν τὸ κατ’ αὐτοὺς Πάσχα. Καὶ θὰ βροῦμε πὼς αὐτὲς οἱ Πανσελη­νιακὲς ἡμέρες βρίσκονται μεταξὺ τῆς 21ης Μαρτίου καὶ τῆς 18ης Ἀπριλίου. Καὶ τὸ μεταξύ τους διάστημα εἶναι πάλι 29 ἡμέρες, δη­λαδὴ ἕνας σεληνιακὸς μῆνας.
Ἡ μικρότερη ἡμερομηνία παρατηρεῖται στὸ 16ο ἔτος τοῦ 19ετοῦς κύκλου, ἡ δὲ μεγαλύτερη στὸ 8ο ἔτος τοῦ Κύκλου.
Καὶ ἐμεῖς ποὺ ἀξιωθήκαμε νὰ ἑορτάζουμε τὸ κατὰ Χρι­στὸν τὸν Θεὸν ἡμῶν Πάσχα τῆς Χάριτος ἐν ‘‘ἀζύμοις εἰλι­κρινείας’’ ὅπως λέγει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, τὸ ἑορ­τάζου­με  τὴν ἑπόμενη Κυριακὴ μετὰ τὸ Νομικὸ Πάσχα.
Ἔτσι· ὅταν συμπέσῃ ἡ κατώτερη ἡμερομηνία τοῦ Νο­μικοῦ Πάσχα ποὺ εἶναι ἡ 21η Μαρτίου, καὶ τύχῃ καὶ ἡμέρα Σαββάτου ἑορτάζουμε καὶ ἐμεῖς τὸ κατὰ Χριστὸν Πάσχα τὴν ἑπομένη ἀμέσως ἡμέρα δηλαδὴ στὶς 22 Μαρτίου (ἐπειδὴ εἶναι στὴ περίπτωσι αὐτὴ Κυριακή). Ὅταν πάλι τὸ Νομι­κὸ Πάσχα πέσῃ στὴν ἀνώτερη ἡμερομηνία 18 Ἀπρι­λίου, καὶ τύχῃ καὶ ἡμέρα Κυριακή, τότε ἑορτάζουμε καὶ ἐμεῖς τὴν ἑπόμενη Κυριακὴ ποὺ θὰ εἶναι τὴν 25η Ἀπριλίου καὶ θὰ εἶναι ἡ ἀνώτερη ἡμερομηνία τοῦ Χριστι­ανικοῦ Πάσχα. Ἔτσι τὸ Χριστιανικὸ Πάσχα ἑορτά­ζεται στὶς 35 ἡμέρες ἀπὸ τὴν 22α Μαρτίου μέχρι τὴν 25η Ἀπρι­λίου. Καὶ ἑορ­τάζομε τὸ κατὰ Χριστὸν Πάσχα οὔτε ἀναβαί­νοντες πιὸ πάνω ἀπὸ τὴν 25η Ἀπριλίου, οὔτε καταβαίνοντες πιὸ κάτω ἀπὸ τὴν 22α Μαρτίου διότι αὐτὰ τὰ ὅρια  ὑπάρ­χουν στὴν ἐκκλησιαστικὴ νομοθεσία καὶ παράδοσι· «διὰ τὴν ἐν ταύταις»  (ταῖς ἡμερομηνίαις) «καὶ εἴσω τούτων δεδομένην ἡμῖν ἐκκλησιαστικὴν νομοθεσίαν τε καὶ παράδοσιν».
Αὐτὴ εἶναι, λέγει ὁ θεῖος Μάξιμος, ἡ ἐκκλησιαστικὴ νομοθεσία· αὐτὴ εἶναι ἡ ἐκκλησιαστικὴ παράδοσις.
Ποιὸς μπορεῖ αὐτὰ νὰ τὰ παραβιάσει;
Μὲ ἀπόλυτη σαφήνεια ὁ Ἅγιος Μάξιμος σημειώνει ὅτι τὸ νομικὸ Πάσχα καταβαίνει μέχρι τὴν 21η Μαρτίου καὶ ἀναβαίνει μέχρι τὴν 18η Ἀπριλίου. Ἔτσι λοιπὸν:
Τὸ Νομικὸ Πάσχα ἑορτάζεται ἀπὸ 21 Μαρτίου Μέχρι 18 Ἀπριλίου.
Τὸ Χριστιανικὸ Πάσχα ἑορτάζεται ἀπὸ 22 Μαρτίου μέχρι 25 Ἀπριλίου.
Αὐτὰ τὰ ὅρια τὰ ὁρίζει ἡ ἐκκλησιαστικὴ νομοθεσία καὶ παράδοσις.
Ὁ Ἅγιος Μάξιμος ἀναφέρει τὰ παραπάνω τρεῖς αἰῶνες μετὰ τὴν συγκρότησι τῆς Α΄ Οἰκου­μενικῆς Συνόδου. Τότε ὅμως ἡ  ἀστρονομικὴ ἰσημερία συνέβαινε στὶς 18 Μαρτίου.
Στὴν Ἀλεξάνδρεια βρισκόταν τότε ὁ Ἅγιος Μάξιμος. Τότε κυκλοφο­ρήθηκε καὶ τὸ αἰώνιο Πασχάλιο ποὺ εἶχε συν­τάξει ὁ ἴδιος. Δὲν ἐγνώρι­ζε ἆραγε τὴν ἡμερομηνία τῆς ἀστρονομικικῆς ἰσημερίας; Δὲν ἐγνώριζε τὴν ἀπόκλισι τοῦ Κύκλου τοῦ Μέτωνος ἀπὸ τὴν ἀστρονομικὴ ἀκρίβεια; Γιατί  στὸ Κανόνιό του θεωρεῖ ὡς ἰσημερία τὴν 21η Μαρτίου καὶ ὄχι τὴν 18η Μαρτίου καὶ γιατὶ χρησιμοποιεῖ τὸν Κύκλο τοῦ Μέτωνος;
Μᾶς τὸ δικαιολόγησε προηγουμένως. «Ἑορτάζομε τὸ κατὰ Χριστὸν Πάσχα οὔτε ἀναβαίνοντες πιὸ πάνω ἀπὸ τὴν 25η Ἀπριλίου, οὔτε καταβαίνοντες πιὸ κάτω ἀπὸ τὴν 22α Μαρτίου».
Αὐτὰ τὰ ὅρια τὰ ὁρίζει ἡ ἐκκλησιαστικὴ νομοθεσία καὶ παράδοσις. Καὶ ὁποιαδήποτε ἄλλη ἡμερομηνία τῆς Ἰσημερίας παραβιάζει αὐτὰ τὰ ὅρια καὶ μᾶς κάνει παραβάτες τῶν νόμων τοῦ Θεοῦ.
Αὐτὸ καὶ μόνο τὸ κείμενο δίδει κατηγορηματικὴ ἀπάν­τησι σ’ αὐτοὺς ποὺ ἰσχυρίζονται εἴτε ὅτι δὲν ὑπάρ­χουν ἀποφάσεις ἢ ὅτι οἱ Ὀρθόδοξοι ἑορτάζουν παραβαίνοντες τὶς ἀποφάσεις τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου. Γιατὶ τὸ κείμενο αὐτὸ τοῦ Ἁγίου Μαξίμου εἶναι ἀκριβῶς τὸ Κανόνιο τοῦ Πάσχα τῶν Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν.
Νὰ δοῦμε καὶ κάτι ποὺ δὲν διέλαθε τὴν προσοχὴ τοῦ μεγάλου ὀρθοδόξου θεολόγου.
Οἱ νουμηνίες τῶν συνοδικῶν μηνῶν τοῦ Πάσχα βρίσκονται στὸ διάστημα ἀπὸ 8 Μαρτίου μέχρι 5 Ἀπριλίου, - διάστημα μιᾶς συνοδικῆς περιφορᾶς - τὸ ὁποῖο διάστημα λέγει ἡ παλαιὰ Διαθήκη: «ἀρχὴ μηνῶν».
Εἰς τὸν Ἑσπερινὸ τοῦ Μεγάλου Σαββάτου κ. Μάννη, στὰ πολλὰ Ἀναγνώσματα ποὺ διαβάζει ἡ Ἐκκλησία μας, κάτι θὰ διαβάσῃς καὶ ἐσύ, ψάλτης εἶσαι. Στὸ Γ΄ λοιπὸν Ἀνάγνωσμα (εἰς τὴν Ἔξοδον) καθορίζει ὁ Θεὸς τὴν ἡμερομηνία τοῦ Νομικοῦ Πάσχα. Λέγει ὁ Θεὸς στὸν Μωϋσῆ καὶ τὸν Ἀαρών· «Ὁ μὴν οὗτος ἀρχὴ μηνῶν πρῶτός ἐστιν ἐν τοῖς μησὶ τοῦ ἐνιαυτοῦ».
Ὣ, ἅγιε Μάξιμε, ὁποῦ ζοῦσες στὴ Γῆ καὶ ὁ νοῦς σου ἦταν στὸν Οὐρανό· γιατί αὐτὸν τὸν μῆνα «τὸν εἵσω ἑαυτοῦ τὰς τῶν ὅλων τῆς σελήνης ἐτῶν νεομηνίας κεκτημένον· ὅν διὰ τοῦτο καὶ τινες Πα­σχάλιον ὀνο­μάζουσι» τὸν ὀνομάζει ἡ Γραφὴ «ἀρχὴ μηνῶν»·  γιατὶ τὸν ὀνομάζουν Πασχάλιο μῆνα;
Θὰ μᾶς ἀπαντήσει ὁ θεῖος  Χρυσόστομος[3]: «Ὁ μὴν ἀρχὴ μηνῶν. Καὶ διατὶ ὁ τοῦ Πάσχα μὴν πρῶτός ἐστιν ἐν τοῖς μησὶ τοῦ ἐνιαυτοῦ; Ὁ μὲν οὖν ἀπόρρητος Ἑβραίων λόγος τοῦτόν φησι τὸν και­ρὸν εἶ­ναι, ἐν ᾧ ὁ τῶν και­ρῶν Κύριος καὶ δημι­ουργὸς Θεὸς τότε ἐδημι­ούργησε τὸ πᾶν· καὶ τοῦτο εἶναι τῆς κτίσεως τὸ πρῶτον ἄν­θος, τοῦ κόσμου τὸ κάλλος... [...]. καὶ μᾶλλον πεπίστευκα, διὰ τὴν τοῦ Πάσχα πνευμα­τικὴν ἑορτήν, ἀρχὴν καὶ κεφαλήν, καὶ πρώτην ἡγεμο­νίαν ἅπαν­­τος τοῦ χρόνου νενομίσθαι τόνδε τὸν μῆνα τοῦ Πάσχα, ἐν ᾦ τὸ μέγα τοῦτο τελε­σι­ουργεῖται μυστήριον· ἵν’ ὡς ὁ Κύριος τῶν πάν­των νοη­τῶν τε καὶ ἀοράτων πρωτόγονός ἐστι καὶ πρωτότοκος ἀπ’ ἀρχῆς, οὕτω καὶ ὅδε ὁ μήν, ὁ τὴν ἱερὰν τετιμημένος τελετήν, πρῶτος γεγένηται τοῦ ἐνιαυ­τοῦ, καὶ παντὸς αἰῶνος ἀρχή. Ἐνιαυτὸς δὲ οὖτος, ὃν ἡ θεία Γραφὴ βοᾷ· Κη­ρῦξαι ἐνιαυτὸν Κυρίου δεκτόν».
Αὐτὰ ὅμως ἂς μᾶς τὰ διασαφήσουν καὶ μᾶς τὰ σχολιάσουν οἱ ὀρθόδοξοι θεολόγοι.
Καλὴ Ἀνάστασι.


[1] Ἔξ. ΙΒ΄, 1.
[2] «Δεῖ δὲ κατὰ τὸ ἀκόλουθον ἐπι­σημήνασθαι καὶ αὐτὸν τὸν μῆνα τὸν εἵσω ἑαυτοῦ τὰς τῶν ὅλων τῆς σελήνης ἐτῶν νεομηνίας κεκτημένον· ὅν διὰ τοῦτο καὶ τινες Πασχάλιον ὀνο­μάζουσι· πόθεν οὗτος τὴν ἀρχὴν ἔχει, καὶ ποῦ τὸ τέλος. Φαμὲν οὖν, ὡς τὴν μὲν ἀρχὴν ἔχει, κατὰ τὴν τοῦ Μαρτίου μηνὸς η΄, τὸ δὲ τέλος κατὰ τὴν τοῦ Ἀπριλίου ε΄. Ἐξ ἐκείνης γὰρ μέχρι ταύτης μὴν ὑπάρ­χει σελήνης ὁλόκληρος, τοὐτέστι κθ΄ ἡμέραι. Διὰ τοσούτων γὰρ ἀνίασι καὶ κατίασι τὰ ταύτης ἔτη κατὰ τὴν αὐτῶν νεομηνίαν ἔκ τε τῆς τῶν ια΄. ἡμερῶν ἐκλείψεως, καὶ τῆς τῶν λ΄ πάλιν ἐμβολῆς καὶ προσθήκης. Οὕτω δὲ καὶ αἱ ἐκ τῶν νεομηνιῶν αὖθις προαγόμεναι τεσσαρεσ­και­δεκαταῖαι, καθ’ ἅς Ἑβραίοις τὸ Πάσχα τελεῖται, κατὰ τὸν ἴσον ἐπαι­ρό­μεναι καὶ καθιέμεναι τρόπον, τὴν μὲν ἀρχὴν ἔχουσι κατὰ τὴν εἰκάδα πρώτην τοῦ Μαρτίου, τὸ δὲ τέλος κατὰ τὴν Ἀπριλίου ιη΄. Ἀπ’ ἐκείνης γὰρ ἕως ταύτης κθ΄ πάλιν ἡμέ­ραι τυγχάνουσιν.  Ἀπ’ ἐκείνης γὰρ ἕως ταύτης κθ΄πάλιν ἡμέραι τυγχάνουσιν.
Ἔστι δὲ τὸ τὴν κατωτέραν πασῶν τῶν νεομηνιῶν νεομηνίαν τεσσαρεσκαιδεκάτην ποιούμενον ἔτος σελήνης τὸ ἓξ καὶ δέκατον· τὸ δὲ τὴν ἀνωτέραν τὸ η΄. Διόπερ ἡμεῖς οἱ κατὰ χάριν ἐν «ἀζύμοις εἰλι­κρι­νείας» τὸ κατὰ Χρι­στὸν τὸν Θεὸν ἡμῶν ἠξιωμένοι Πάσχα τελεῖν, ὡς μίαν μόνην ὑπερ­βαίνοντες ἡμέραν, ὅτε Σαββάτῳ φθάνουσαν ἴδοιμεν τὴν εἰκάδα πρώτην τοῦ Μαρτίου μηνός, καθ’ ἣν συν­αντᾷ καὶ ἡ ιδ΄. τοῦ φέγγους· καὶ ὡς πάλιν ζ΄. ἡμέρας ἡ­νί­­κα Κυριακῆς γινομένην εὕρω­μεν τὴν τοῦ Ἀπρι­λίου μηνὸς ιη΄· εἰς ἣν ὁμοίως καὶ ἡ καθ’ Ἑβραί­ους ιδ΄ τελεῖται πρώτου μηνὸς· ἐν λ΄ καὶ  ε΄ ταῖς πάσαις ἡμέραις (τοσαῦται γὰρ αἱ ἀπὸ εἰκάδος δευτέρας Μαρτίου, μὲχρι εἰκάδος πέμ­πτης Ἀπριλίου τυγχάνουσι)· κανονιζόμεθα τὸ σωτήριον Πάσχα τελεῖν· οὔτε ἐκείνην ὑποκατα­βαίνον­τες, οὔτε μὴν ταύτην ὑπερανα­βαί­νοντες· διὰ τὴν ἐν ταύταις καὶ εἵσω τούτων δεδομένην μὴν ἐκκλησι­αστικὴν νομοθεσίαν τε καὶ παράδοσιν. Ἡμῖν μὲν οὖν αἵ τε νεομηνίαι καὶ τεσσαρεσ­καιδεκαταῖαι τῶν τῆς σελήνης ἐτῶν ἐντεῦ­θεν καὶ οὕτω ψηφίζονται».  P. G. 19 Στήλη 1232  Β.
[3] P G τόμος 59, Στήλη 739-740.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου