Δευτέρα 19 Φεβρουαρίου 2024

Εις μνήμην π. Βασιλείου Βολουδάκη (μια ανέκδοτη συνέντευξή του)

Σήμερα πληροφορήθηκα με θλίψη την εκδημία του π. Βασιλείου Βολουδάκη, ενός αγωνιστού κληρικού της Εκκλησίας της Ελλάδος, με τον οποίο είχαμε άριστες σχέσεις. Το καλοκαίρι μάλιστα του 2015 είχαμε οργανώσει μία συνέντευξή του περί του ημερολογιακού στο παρόν ιστολόγιο, η οποία τελικά δεν ολοκληρώθηκε λόγω της έλλειψης χρόνου αμφοτέρων. Την θυμήθηκα και την δημοσιεύω σήμερα (έστω και λειψή) εις μνήμην του. Ο Θεός να τον αναπαύσει!


Ερώτηση 1:

 Αγαπητέ π. Βασίλειε, κατ' αρχάς Σας ευχαριστούμε  θερμώς που δεχθήκατε να μας δώσετε αυτήν την συνέντευξη για το φλέγον ζήτημα του, εκ της ημερολογιακής αλλαγής του 1924, διχασμού των Ορθοδόξων Ελλήνων. Είστε ο μόνος νεοημερολογίτης, μέχρι στιγμής, εξ όσων έχουμε απευθυνθεί, που έχει την ευγένεια, και την τόλμη θα λέγαμε, να απαντήσει στα ερωτήματά μας.

Το πρώτο ερώτημα χωρίζεται σε δύο υποερωτήματα για τα οποία θα θέλαμε αιτιολογημένες τις απόψεις Σας: α) Για ποιο λόγο πιστεύετε ότι έγινε η αλλαγή του ημερολογίου και αν η αλλαγή αυτή αποδείχθηκε τελικώς ορθή και β) Για ποιο λόγο πιστεύετε ότι βρέθηκαν κάποιοι άνθρωποι (παλαιοημερολογίτες, όπως ονομάστηκαν) που αντέδρασαν σε αυτήν και αν η αντίδρασή τους ήταν τελικώς σωστή. 

 

Ἀπάντηση 1π. Βασιλείου Βολουδάκη (στό εξῆς, π. Β.Ε.Β.):

Σᾶς εὐχαριστῶ θερμὰ για τὴν τιμητικὴ σας πρόσκληση νά ἀπαντήσω σὲ ἐρωτήματά σας, σχετιζόμενα μέ τὴν διχαστικὴ γιά τὸν λαὸ μας ἀλλαγή τοῦ Ἡμερολογίου, κατὰ τὸ ἔτος 1924.

Ὡς πρὸς τὸ α΄σκέλος τοῦ πρώτου ἐρωτήματός σας ἡ ἀπάντηση εἶναι πολυσυνθέτη, ἂν καὶ δέν θὰ ἀστοχοῦσε  κανεὶς να ἰσχυρισθῆ ὅτι καὶ πίσω ἀπὸ αὐτὴν τὴν ἀλλαγὴ κρύπτεται «ὁ ἄρχων τοῦ κόσμου τούτου», ὁ ὁποῖος ἐμπνέει τὰ ὄργανά του νά ἐφευρίσκουν ζητήματα πού διχάζουν τὸν λαὸ καὶ δημιουργοῦν κρίση καὶ διλήμματα στήν ἐκκλησιαστική του συνείδηση. Ὡστόσο, οἱ διεργασίες γιά τὴν πραγμάτωση τῶν δαιμονικῶν σχεδίων εἶναι καὶ μακροχρόνιες καὶ πολυσύνθετες, ὅπως καὶ στό προκείμενο θέμα, ποὺ διήρκεσαν ἀπὸ τὸ 1902 ἕως τῆς Κυριακῆς 13/26 Μαΐου τοῦ 1935, ὅταν ὁ διχασμὸς ἐπαγιώθη. Σαφῶς, πάντως, ἡ ἀλλαγὴ τοῦ Ἡμερολογίου ἦταν τὸ πρῶτο βῆμα τῆς Παγκοσμιοποιήσεως, τὴν ὁποία βιώνουμε στις μέρες μας σὲ ὅλη της τὴν ἀντιχριστιανικὴ ἀγριότητα.

Ἐὰν θελήσουμε να διερευνήσουμε τὴν στάσῃ τῶν ἀνθρώπων πού ἔγιναν τὰ πρωταγωνιστικὰ ὄργανα τοῦ διχασμοῦ, ἀσφαλῶς πρέπει νά ἐπιρρίψουμε μεγάλες εὐθύνες στήν Πολιτικὴ ἀλλὰ καὶ στήν Ἐκκλησιαστικὴ Ἡγεσία τῆς τότε ἐποχῆς, δεδομένου ὅτι, ἡ μὲν Κυβὲρνηση, ἐντελῶς ἀπροσδόκητα καὶ χωρὶς καμμιά –ἐμφανῆ, τουλάχιστον– πίεση ἀπὸ τὸ ἐξωτερικὸ θέλησε να ἐπιβάλη τὸ Εὐρωπαϊκὸ Ἡμερολόγιο, ἡ δὲ Ἐκκλησιαστικὴ Διοίκηση βιάσθηκε νά συμμορφωθῆ ἀπολύτως μέ τὴν πολιτικὴ ἐπιβολή, χωρὶς να ἐνημερώση «εἰς βάθος καὶ εἰς ἔκτασιν» τὸν λαὸ τοῦ Θεοῦ καὶ χωρὶς νά λάβῃ ὑπ’ ὄψιν της τὸν σκανδαλισμὸ του, δεῖγμα αὐτὸ ἐπιπολαιότητος καὶ ἀπουσίας στοιχειώδους πνευματικῆς διοράσεως ὡς πρός τίς ἐπιπτώσεις αὐτῆς τῆς βιαιότητος στήν ἑνότητα καὶ στήν συνοχὴ τοῦ Ὀρθοδόξου λαοῦ μας.

Πρῶτος ὁ Μελέτιος Μεταξάκης μέ τίς δόλιες καὶ ἰδιοτελεῖς ἐνέργειές του, ποὺ ἀπέβησαν ὀλέθριες γιά τὴν Ἐκκλησία καὶ τὸ Γένος μας, ἔγινε ὁ πρωταίτιος τῆς ὑπονομεύσεως τῆς Ὀρθοδόξου Πνευματικότητος, ἀρχικά μέ τὸ νά ἀποσπάση ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία τῆς Ἀμερικῆς  καὶ να τὴν προσφέρη στό Πατριαρχεῖο Κωνσταντινουπόλεως (τὸ ὁποῖο –ὅπως μαρτυρεῖ ἡ ἱστορία της, ἀπὸ τότε μέχρι σήμερα– τὴν ἀποπνευματοποίησε), μὲ ἀντάλλαγμα τὴν μετέπειτα ἐκλογὴ του ὡς Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως καί, κατόπιν, ὡς Πατριάρχης νά ἐνορχηστρώση τὴν ἐνδοτικότητα τῶν Ὀρθοδόξων Ἱεραρχῶν  –με πρῶτον τὸν πνευματικὰ ἀδιάκριτον Χρυσόστομον Παπαδόπουλον–  γιά νά ὑποκύψουν στίς πιέσεις τῆς Πολιτείας καὶ νά υἱοθετήσουν τὸ Εὐρωπαϊκὸ Ἡμερολόγιο.

Παρὰ ταῦτα, ἐξετάζοντας σήμερα τὴν ἐξέλιξη τῶν πραγμάτων, χωρίς, βεβαίως, να ἀνακαλοῦμε ὅλα αὐτά πού προτάξαμε καὶ χωρὶς νά παραβλέπουμε τὴν συμφορὰ τοῦ διχασμοὺ τῶν Ἑλλήνων πιστῶν,  μποροῦμε, νομίζω, να διακρίνουμε καὶ τὸ Χέρι τοῦ Θεοῦ, καθ’ ὅτι με τὸ κοινὸ Ἡμερολόγιο Κράτους καὶ Ἐκκλησίας ἀπεφεύχθη ὁ χωρισμὸς τοῦ Κράτους ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία, κάτι πού ὁπωσδήποτε θὰ ἐγίνετο μέ τὴν πρόφαση τοῦ διπλοῦ Ἡμερολογίου, ὅπως ἔγινε σὲ ὅλα τὰ ἄλλα Ὀρθόδοξα Κράτη. Ἡ σχέση Ἐκκλησίας καὶ Πολιτείας (παρὰ τὴν χαλαρότητα της, γιά τὴν ὁποία εὐθύνονται κυρίως ὅλες οἱ Ἐκκλησιαστικὲς Διοικήσεις ἀπὸ τὸν Καποδίστρια καὶ μετά, ποὺ ἄφησαν ἀνεξέλεγκτη τὴν Πολιτεία νά ΄΄ποιμαίνη΄΄ τὸν λαὸ μας), εἶναι εὐεργετικὴ καὶ ἀνασταλτικὴ πολλῶν πνευματικῶν ἐκτροπῶν, ποὺ πραγματοποιήθηκαν με ταχυτάτους ρυθμοὺς στήν Εὐρώπη, ὅπου δεσπόζουν ἀπολύτως οἱ Πολιτικοὶ καὶ ἡ Ἐκκλησία εἶναι στο περιθώριο.

Δεν ἔχει δοθεῖ ὅση σημασία ἀντιστοιχεῖ στό θέμα αὐτὸ καὶ στίς ἐπιπτώσεις του στό ἦθος τοῦ λαοῦ μας, γι’ αὐτὸ καὶ δεν μποροῦμε να ἀντιληφθοῦμε ὅτι με κολοβωμένη Ἐκκλησιολογία, μὲ τὸ να διαιροῦμε, δηλαδή, τὴν Ἁγία Γραφή, ἀφήσαμε τὴν χρήσῃ τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης στούς Πολιτικούς, σὰν νά ἔχουν αὐτοὶ ἐξουσία ἀπ’ εὐθείας ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ ὄχι διὰ τῆς Ἐκκλησίας Τοῦ! Αὐτό, ὅμως, εἶναι ἔνα τεράστιο θέμα –ἄμεσα μὲν σχετιζόμενο μέ τὴν συζήτηση μας– ἀλλὰ ἀπαιτεῖ ἰδιαίτερη διαπραγματεύσῃ γιά νά φανῇ τὸ πόσο πολὺ ἔχει ἐπιδράσει τὸ Προτεσταντικὸ πνεῦμα τῶν Βαυαρῶν ἐκμαυλιστῶν τῆς Πατρίδος μας ὥστε νά μὴ μς ἀφήνει να ἀντιληφθοῦμε ὅτι μέ τὰ Προτεσταντικὰ μας πιστεύματα συρρικνώσαμε τὴν ἐξουσία τοῦ Χριστοῦ ἐπὶ τῆς γῆς, καὶ ἀπὸ «πᾶσα ἐξουσία» τὴν καταντήσαμε μηδαμινή!

Ὡς πρὸς τὸ  β΄σκέλος τοῦ ἐρωτήματος σας θὰ ἔλεγα ὅτι οἱ Ἀρχιερεῖς πού ἀντέδρασαν στό Εὐρωπαϊκὸ Ἡμερολόγιο ἀσφαλῶς κινήθηκαν ἀπὸ ἀγαθὰ καὶ εὐλαβῆ κίνητρα, γνωρίζοντες ὅτι στά πνευματικὰ «δεν εἶναι μικρὸν τὸ παραμικρόν», ὅπως καὶ οἱ ἑκατέρωθεν χειρισμοί πού ἔγιναν τὸ ἀπέδειξαν. Ὡστόσο, ἀφ’ ἑνὸς μὲν συνάντησαν ἀπὸ τοὺς μεταρρυθμιστὲς ἀδιαλλαξία, καὶ ἐκεῖνοι, ὅμως, δεν ὑποστήριξαν, ὅσο γνωρίζω, τὴν λύση τῆς διατηρήσεως σὲ κάθε Μητρόπολη τοῦ Ἡμερολογίου ἐκείνου πού ἀνέπαυε καὶ ἐξέφραζε τὸν κυρίαρχο Μητροπολίτη. Γιατὶ να γίνη τελεία ἀποκοπή, διακοπὴ τῆς Κοινωνίας με τοὺς λοιποὺς Ἀρχιερεῖς καὶ νά μὴν ἐπιλεγῆ ἡ ὁδὸς τοῦ κατὰ Μητρόπολιν Ἐκκλησιαστικοῦ ἐορτασμοῦ; Πῶς ἑορτάζουμε σὲ διαφορετικὲς ἡμερομηνίες πιστοὶ τῆς Σερβίας καὶ τῆς Ἑλλάδος ἢ πιστοὶ (Μοναχοὶ καὶ ἐπισκέπται) τοῦ Ἁγίου Ὄρους καὶ τῆς λοιπῆς Ἑλλάδος καὶ διατηροῦμε τὴν πνευματικὴ μας κοινωνία καὶ ὁμόνοια καὶ δέν θὰ ἦταν αὐτὸ ἐφικτό νά ἐπεκταθῆ καὶ σὲ ἄλλες Μητροπόλεις ἐντὸς Ἑλλάδος; Ἦταν προτιμότερο τὸ Σχίσμα ἀπὸ τὴν διαφορετικότητα στόν ἑορτασμό;

Παρὰ ταῦτα, οἱ ἱστορικὲς συνθῆκες τῆς ἐποχῆς ἐκείνης παρῆλθαν καί, ὅπως ὅλοι μας, ἔτσι καὶ οἱ τότε πρωταγωνισταὶ καὶ τῶν δύο πλευρῶν ἂν ζοῦσαν σήμερα, ἀσφαλῶς καὶ θὰ ἀναγνώριζαν τὰ λάθη τους –τουλάχιστον οἱ εἰλικρινεῖς καὶ καλοπροαίρετοι– καθ’ ὅτι οὐδεὶς ἀνα-μάρτητος καὶ ἀλάθητος ἐπὶ τῆς γῆς. Γι’ αὐτό, νομίζω, πὼς –χωρὶς νά ἀγνοήσουμε τὴν Ἐκκλησιαστικὴ μας Ἱστορία– δεν εἶναι ἐποικοδομητικὸ να παγιδευθοῦμε σὲ μιά ἀπολυτοποίηση ἢ καὶ προσκόλληση στό τὶ ἱστορικὰ ἔγινε, ἀλλὰ να ἐπικεντρωθοῦμε στό τὶ Θεολογικά, Ποιμαντικά, Διακριτικὰ –δηλαδὴ ὠφέλιμο πνευματικὰ– χρειάζεται νά γίνη γιά τὸν λαὸ μας ΤΩΡΑ.

Ἐπίσης, δέν πρέπει νά παραβλέψουμε τὴν διαφορά πού ὑπάρχει σήμερα στήν πνευματικὴ σύνθεση τοῦ λαοῦ μας. Τότε, ποὺ ἄλλαξε τὸ Ἡμερολόγιο, ἦταν σχεδὸν ἑνιαῖο πνευματικὰ τὸ σύνολο τοῦ λαοῦ μας καὶ οἱ κάποιες πνευματικὲς διαφορὲς ἦσαν περιωρισμένες μεταξὺ τῶν Ἱεραρχῶν καὶ κάποιων πιστῶν. Σήμερα ὑπάρχει μεγάλη διαφοροποίηση. Ἔχουμε μοιρασθεῖ σὲ Οἰκουμενιστὲς καὶ Ἀντιοικουμενιστές, μὲ μεγάλη καὶ ἐνσυνείδητη συμμετοχὴ καὶ στίς δύο αὐτὲς μερίδες πλήθους λαοῦ. Δηλαδὴ ἀναβιώνουν καὶ πάλι τὰ κινήματα τῶν Ἑνωτικῶν καὶ τῶν Ἀνθενωτικῶν, λόγῳ τῆς πλήρους ἀθεότητος καὶ διαστροφῆς τῶν περισσοτέρων λαῶν τῆς Δύσεως.

 Ὑπάρχει, λοιπόν, ἀνάγκη μεγάλη, να ἑνωθοῦμε ὅλοι ὅσοι θεωροῦμε τὸν Οἰκουμενισμὸ ὡς Παναίρεση –ὡς ἐπιστροφὴ στήν Εἰδωλολατρεία καὶ ὄχι ὡς ἁπλῆ αἵρεση– καὶ νά μὴν παραμείνουμε διηρημένοι αὐτές τίς δύσκολες ὧρες. Γιά τὴν ἕνωσή μας ἀπαιτεῖται Γνήσιος διάλογος, Οὐσίας, Θεολογικός, Ἀδελφικός, χωρὶς ἰδιοτελεῖς ἐπιδιώξεις καὶ σκοπιμότητες ἀλλὰ καὶ χωρὶς προκαταλήψεις καὶ ἀγκιστρώσεις. Ἐλπίζω ὅτι ὑπάρχει Ἐλπίδα!

Ερώτηση 2:

 Πολύ σωστά αυτά που γράφετε, πάτερ, αν και στο ζήτημα των σχέσεων Εκκλησίας-Πολιτείας έχω έναν ενδοιασμό για το αν ωφέλησε τελικά αυτός ο εναγκαλισμός περισσότερο από όσο ζημίωσε την Ορθοδοξία. Παρόλα αυτά είναι πολύ σημαντικό ότι βλέπετε  το θέμα στην σωστή του διάσταση, που δεν είναι πλέον θέμα παλαιού και νέου, αλλά ορθοδοξίας και αιρέσεως (οικουμενισμού). Όμως παρατηρούμε με λύπη το παράδοξο φαινόμενο η μερίδα των ορθοφρονούντων Αντιοικουμενιστών των επισήμων Εκκλησιών (κυρίως κατώτερος κλήρος και λαός) να μην έχει κοινωνία με τους ομόφρονές τους (στα της Πίστεως) Παλαιοημερολογίτες, εμμένοντας δυστυχώς στην κοινωνία με την μικρή μερίδα των εξ ορθοδόξων Οικουμενιστών (η οποία εξουσιάζει τις επίσημες Εκκλησίες, μιας και αποτελείται από επισκόπους κυρίως) με την οποία όμως δεν ομοφρονεί! Επομένως μια εν αληθεία ένωση των Αντιοικουμενιστών θα πρέπει να γίνει επί εδάφους ορθοδόξου στο οποίο δεν θα είναι κοινωνικοί οι ετερόφρονες Οικουμενιστές, κατά την Πατερική και Κανονική Παράδοση, δεν συμφωνείτε; Άλλωστε οι τελευταίοι ετοιμάζουν "Μεγάλη Σύνοδο" στην οποία ίσως και να διακηρύξουν συνοδικά την αίρεση ή, κατά την γνώμη του αγαπητού σε όλους μας π. Γεωργίου Μεταλληνού, να επικυρώσουν την Σύνοδο Φερράρας-Φλωρεντίας. Ποιες είναι οι σκέψεις Σας; 

 

Ἀπάντηση 2,  π. Β.Ε.Β.:

 

Καὶ τὸ δεύτερο ἐρώτημά σας εἶναι πολὺ κρίσιμο καὶ σημαντικό. Πράγματι, μᾶς ἑνώνει ὡς Ἀντιοικουμενιστάς, ὅλους ἐμᾶς τοὺς πιστούς τοῦ Νέου ἀλλὰ καὶ τοῦ Παλαιοῦ Ἡμερολογίου, ἡ ὁμοφροσύνη καὶ ἡ ἐμμονή μας στὴν Ἀκρίβεια τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως. Μᾶς ἑνώνει ἡ ἀπόλυτη συμφωνία μας στὸ ἀμετακίνητο ἀκόμη καὶ τοῦ «ἑνός ἰῶτα ἢ  τῆς μιᾶς κεραίας» ἀπὸ τὴν Διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας μας. Μᾶς χωρίζει δὲ πνευματικὰ ἀπὸ τοὺς Οἰκουμενιστάς τὸ διαφορετικὸ πνεῦμα βιώσεως τῆς Ὀρθοδοξίας ὡς Ἁγίας Πίστεως καὶ  Ἁγίας Ζωῆς, δεδομένου ὅτι οἱ Οἰκουμενισταὶ ἔχουν νοθεύσει πρῶτα τὴν προσωπική τους ζωὴ καὶ κατόπιν ἐνόθευσαν καὶ τὴν Πίστη γιὰ νὰ ἐναρμονίζεται μὲ τὴν ζωή τους, κατὰ τὸ Χρυσοστομικόν: «Φαῦλος βίος, φαῦλα δόγματα γεννᾶ καὶ φαῦλα δόγματα, φαῦλον βίον εἰσάγουν».

Ὡστόσο, τὸ ἀνυπέρβλητο ἐμπόδιό μας γιὰ νὰ ἔλθουμε σὲ ἐκκλησιαστικὴ Κοινωνία μὲ τοὺς πιστοὺς Χριστιανοὺς καὶ τὴν Ἱεραρχία τοῦ Παλαιοῦ Ἡμερολογίου εἶναι καθαρὰ Ἐκκλησιολογικό: Ἡ δημιουργία ἐκ μέρους τῶν ἀκολούθων του Παλαιοῦ Ἡμερολογίου μιᾶς Ἱεραρχίας ἀποκεκομμένης ἀπό ὅλα τὰ Ὀρθόδοξα Πατριαρχεῖα καὶ τὶς Αὐτοκέφαλες Ἐκκλησίες. Καὶ τοῦτο, διότι οὔτε ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησιολογία ἐπιτρέπει σὲ μιὰ μερίδα Κλήρου καὶ Λαοῦ, ὅσο εὐσεβὴς καὶ ἂν εἶναι, νὰ ὑποκαθιστᾶ τὴν Οἰκουμενικὴ Ὀρθοδοξία λόγω ἀντορθοδόξων ἐνεργειῶν κάποιων Ἱεραρχῶν Της καὶ νὰ δημιουργῆ δική της Ἱεραρχία, ἂλλ’ οὔτε ἔχουμε Ἱστορικὸ προη-γούμενο, καταξιωμένο  ἀπὸ τὴν δυσχιλιετῆ Πράξη τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας, σύμφωνα μὲ τὸ ὁποῖο μιὰ μερίδα Κλήρου καὶ Λαοῦ ἀπεσχισμένη (γιὰ ὁποιονδήποτε λόγο) ἀπὸ ὅλα τα Ὀρθόδοξα Πατριαρχεῖα καὶ τὶς λοιπὲς Αὐτοκέφαλες Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες νὰ ἐχρημάτισε ἄχρι καιροῦ ὡς γέφυρα διαφυλάξεως τῆς Μιᾶς,  Ἁγίας, Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας, χωρὶς νὰ διακοπῆ ἡ Συνολικὴ Ἀποστολικὴ Διαδοχή, ἡ ὁποία ἀποτελεῖ ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΟ  ΣΥΣΤΑΤΙΚΟ καὶ ΙΔΙΟΤΗΤΑ τῆς Ἀληθοῦς καὶ Μιᾶς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας.

Ἀντιθέτως, ἔχουμε τὸ Ἱστορικὸ παράδειγμα, τῆς Ἱεραρχίας τοῦ Παλαιοῦ Ἡμερολογίου, ποὺ δημιουργήθηκε ὡς ἀντίδραση στὴν ἀλλαγὴ τοῦ Ἡμερολογίου, καὶ ἐν συνεχεία, τόν πολλαπλασιασμό τῶν Ἱεραρχιῶν τοῦ Παλαιοῦ Ἡμερολογίου διὰ τῆς ἐπαναδιασπάσεώς των σὲ περισσότερες τῶν τεσσάρων μερίδων.

Συνεπῶς, στὴν ποθουμένη λύση πρέπει νὰ μᾶς ὁδηγήση ἡ Θεολογία καὶ ἡ Ἱστορικὴ Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας.  Καὶ κατὰ τὸ παρελθὸν ὑπῆρξαν ἀκόμη καὶ μάγοι Ἐπίσκοποι καὶ αἱρετίζοντες καὶ φαῦλοι, ἤδη δὲ ἀπὸ τὴν ἐποχὴ τοῦ ἁγίου Ἀποστόλου Παύλου. Καὶ κατὰ τὴ Σύνοδο τῆς Φερράρας, μόνος παρέμεινε ἀκραιφνῶς Ὀρθόδοξος ὁ ἅγιος Μάρκος. Καὶ ὅμως! Ὁ Θεὸς ἐκράτησε ὁλόκληρη τὴν Ἐκκλησία Του στὴν Ὁμολογία τοῦ ἁγίου Μάρκου, χωρὶς, όχι μόνο νὰ μή σχισθῆ ἡ Ἐκκλησία, ἀλλὰ καὶ νά ἐκσφενδονισθοῦν οἱ κακόδοξοι Ἱεράρχαι ἐκτός τοῦ Σώματος τῆς Ἐκκλησίας, καί, μάλιστα, κακεῖν κακῶς! Τὸ ἴδιο θὰ συμβῆ καὶ στὶς μέρες μας, ἂν ἐπιτρέψη ὁ Θεὸς νὰ γίνη ἡ Πανορθόδοξος Σύνοδος, πρᾶγμα πού, ὅπως προσωπικὰ πιστεύω, ὁ Θεὸς δὲν θὰ τὸ ἐπιτρέψη. Ἐάν, όμως, γίνη, ὅλοι ἐκεῖνοι ποὺ θὰ διανοηθοῦν νὰ κακοδοξήσουν θὰ ἐκσφενδονισθοῦν ἀπὸ τοὺς θρόνους τους καὶ θὰ «καταποντισθῆ εἰς τὰ βάθη τοῦ Βοσπόρου» ἡ Λυχνία τοῦ Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως,  ὅπως ἔχει προειδοποιήσει ὁ μακαριστὸς π. Ἐπιφάνιος Θεοδωρόπουλος. 

Αὐτὸ ποὺ ἐπιτρέπει ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησιολογία ἢ μᾶλλον, τὸ ἐπιβάλλει, εἶναι τό νὰ ἀποφεύγουμε νὰ συλλειτουργοῦμε –ὅσο, βεβαίως, αὐτὸ εἶναι δυνατὸν χωρὶς νὰ κάνουμε Σχίσμα– μὲ Ἱεράρχες καὶ Κληρικοὺς κακοδόξους ἢ περὶ τὴν Πίστιν ἐλευθεριάζοντας. Νὰ συνιστοῦμε δὲ καὶ στοὺς Πιστούς μας νὰ ἐρημώσουν τὰ ἐκκλησιάσματα τῶν Ναῶν ποὺ λειτουργοῦν αὐτοῦ τοῦ ειδους οἱ Κληρικοί. Νὰ τοὺς ἀντιμετωπίζουμε Θεολογικὰ, δημοσιογραφοῦντες, καὶ νὰ τοὺς ἀφήσουμε κατὰ τὴν Λατρεία ἔρημους καὶ μόνους, γιὰ νὰ συναισθανθοῦν ὅτι ὑπάρχει Λαὸς τοῦ Θεοῦ πού ἔχει τήν δύναμη νὰ ἀντιδρᾶ.

 Ὑπάρχει ἐπὶ πλέον γιὰ μᾶς τοὺς Κληρικοὺς τὸ δικαίωμά μας νὰ διακόψουμε τὸ Μνημόσυνο τῶν Ἐπισκόπων μας, ὅταν αὐτοὶ κηρύσσουν «γυμνῆ τῆ κεφαλῆ» αἵρεση, χωρίς, ὅμως, νὰ ἀναγνωρίζουμε ἄλλον Ἐπίσκοπο στὴν ἴδια Ἐπισκοπή.

Κάθε ἄλλη ἀντίδρασή μας, δὲν καλύπτεται Θεολογικὰ καὶ Ἱστορικὰ ἀπὸ τὴν Ἐκκλησιαστική μας Παράδοση καὶ γι’ αὐτὸ δὲν εἶναι πνευματικὰ ἀσφαλής.

 Αὐτός, λοιπόν, ἀκριβῶς, εἶναι ὁ λόγος, καὶ στὸ σημεῖο αὐτὸ πρέπει νὰ ἐπικεντρώσουμε τὶς προσπάθειες προσεγγίσεώς μας, γιατί πραγματικά – ὁμιλῶ ἐξομολογητικά– ποθῶ ὅσο τίποτε ἂλλο αὐτήν τήν προσέγγιση.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου